Λίγα χρόνια μετά την αρχική του κυκλοφορία στο PSVR, η ομάδα της Firesprite διέθεσε το The Persistence στις υπόλοιπες κονσόλες και τους υπολογιστές, προσπαθώντας να επαναλάβει την επιτυχία που είχε γνωρίσει η πρώτη έκδοση. Αυτό έδωσε μία πρώτης τάξεως ευκαιρία για να διαπιστωθεί κατά πόσον είναι δυνατό να γίνει μια τέτοια μεταφορά και αντίστοιχα ποια είναι τα θετικά ή τα αρνητικά μιας τέτοιας αλλαγής.
Από εκεί και πέρα, η βασική ιστορία είναι μάλλον κλασική για όσους ασχολούνται με sci-fi βασισμένα στο διάστημα και φυσικά θα φέρει αρκετές μνήμες σε όσους είχαν ασχοληθεί με τη σειρά Dead Space. Ο ήρωάς μας βρίσκεται καθηλωμένος σε ένα διαστημόπλοιο που μεταφέρει αποίκους στο νέο τόπο κατοικίας τους, το οποίο διαστημόπλοιο έχει καταληφθεί από εχθρικούς μεταλλαγμένους, που κατακλύζουν σιγά-σιγά το σκάφος. Σκοπός είναι, μεταξύ άλλων, η εξουδετέρωσή τους κι η επιστροφή στη βάση της αποστολής και μόνος σύμμαχος ένας κλωνοποιητής που επαναφέρει τον παίκτη στην κατάσταση που ήταν πριν όποτε συμβαίνει το μοιραίο κι αναπόφευκτο. Αυτό που γίνεται αντιληπτό από την πρώτη στιγμή του παιχνιδιού είναι ότι όσο καλή προσπάθεια κι αν έχει γίνει και παρά το έντονο ραφινάρισμα στα όποια χτυπητά σημάδια, τα αποτυπώματα του VR μένουν ως απόδειξη της αρχικής φύσης του παιχνιδιού. Τα μενού είναι περίεργα, τα γραφικά καμπυλώνουν στις άκρες, ενώ το hovering στα διάφορα μέρη του παιχνιδιού θα παραξενέψει αρκετούς από όσους δεν έχουν ιδέα για την αρχική φύση του The Persistence.
Το βασικό θέμα όμως αφορά ένα από τα ισχυρά χαρτιά της έκδοσης για το VR. Η ατμόσφαιρα μπορεί να παραμένει βαριά και τρομακτική, όμως ο οπτικοακουστικός τομέας δεν είναι φυσικά στο ίδιο επίπεδο όταν ο παίκτης χρησιμοποιεί απλώς το χειριστήριό του. Όλα είναι κάπως κατευνασμένα, ο πανικός που επικρατεί είναι αρκετά περιορισμένος και -το σημαντικότερο- εξαιτίας αυτών των περιορισμών, το παιχνίδι ανεβάζει δυσθεώρητα τη δυσκολία, καθώς οι ήχοι, κατά κύριο λόγο, και οι εικόνες, αποτελούν και στοιχεία που κατευθύνουν τον παίκτη. Αντίθετα, ο χειρισμός με το gamepad παραμένει στιβαρός και θα μπορούσαμε να πούμε ότι δίνει έξτρα πόντους που δύσκολα θα είχαν επιτευχθεί στην αρχική έκδοση. Τα στοιχεία του stealth είναι αρκετά ενδυναμωμένα, έχουν πολύ καλύτερη ενσωμάτωση και πηγαίνουν το σύνολο ένα βήμα μπροστά στο στοιχείο του ρεαλισμού. Κάτι αντίστοιχο συνεχίζει να ισχύει και με τη χρήση των stations για τα όπλα και τη διαχείριση του DNA που διαθέτουν οι νέοι κλώνοι, η οποία παραμένει λειτουργική.
Στα βασικά μέρη του παιχνιδιού, που αφορούν το gameplay, το The Persistence δεν επιδεικνύει παρά ελάχιστες διαφορές. Τα θετικά σημεία του παιχνιδιού, με τη συνεχή δράση, τον τρόμο και τους ατελείωτους θανάτους, παραμένουν εκεί ως ένδειξη συνέπειας και συνέχειας, ενώ μόνο μικρές διαφορές παρατηρούνται στον τρόπο με τον οποίο ο παίκτης αποκτά τα stem cells από τους νικημένους εχθρούς του, οι οποίες έχουν περισσότερο να κάνουν με την εύρυθμη λειτουργία του παιχνιδιού. Το παιχνίδι συνεχίζει να διαμορφώνεται μέσω generators που κάνουν ακόμη πιο απρόβλεπτο το αποτέλεσμα, καθώς κάθε κατάστρωμα διαμορφώνεται διαφορετικά, ακόμη και μετά από κάθε θάνατο, κάνοντας κάθε εμπειρία απολύτως ξεχωριστή για κάθε παίκτη, ενώ την ίδια στιγμή τα όπλα που γίνονται διαθέσιμα από τα σχεδιαγράμματα που βρίσκει ο παίκτης ψάχνοντας στους χώρους του διαστημοπλοίου βρίσκονται ακανόνιστα σκορπισμένα μέσα σε αυτό. Γενικότερα το The Persistence συνεχίζει να πετυχαίνει να μένει στη λεπτή γραμμή μεταξύ επιβίωσης και δράσης, όπως και στην πρώτη απόπειρα.
Φυσικά, το ίδιο ισχύει και με τα αρνητικά του τίτλου. Η πρόοδος στο παιχνίδι είναι αρκετά γραμμική, η εξέλιξη της ιστορίας απέχει σταθερά από την έκπληξη, υπακούοντας στις ντιρεκτίβες του social distancing, ενώ η σχετικά μικρή του διάρκεια θα γίνει ακόμη πιο έκδηλη, όταν αφαιρεθούν οι επαναλαμβανόμενοι θάνατοι και οι ξαφνικές ανατροπές από τον εκάστοτε generator που θα αλλάξει την ροή των πραγμάτων προς το χειρότερο. Παρόλα αυτά, το The Persistence παραμένει ένας αρκετά καλός τίτλος και εάν το δούμε πιο προσεκτικά είναι ένα αρκετά πετυχημένο port στις κονσόλες. Κάθε πτυχή του παιχνιδιού έχει μεταφερθεί σχεδόν απροβλημάτιστα από την έκδοση του VR, με την ομάδα της Firesprite να κερδίζει τελικώς ένα πολύ δύσκολο στοίχημα, στο οποίο οι περισσότεροι δεν θα πόνταραν υπέρ τους.
Όντας ένας από τους πιο πετυχημένους τίτλους που εμφανίστηκαν στην «διαφορετική» κονσόλα της Sony, η επιτυχία επαναλαμβάνεται σχεδόν αυτούσια. Εάν συμπεριλάβει κανείς το μικρό μέγεθος στο σκληρό δίσκο και την άκρως προσιτή τιμή, τότε η πρόταση που δίνει στην αγορά το The Persistence είναι πρακτικά αδύνατον να προσπεραστεί, ειδικά για όσους ψάχνουν κάτι διαφορετικό στο είδος του survival horror.
Για την καλύτερη εμπειρία σου θα θέλαμε να σε παρακαλέσουμε να το απενεργοποιήσεις κατά την πλοήγησή σου στο site μας ή να προσθέσεις το enternity.gr στις εξαιρέσεις του Ad Blocker.
Με εκτίμηση, Η ομάδα του Enternity