Σαν franchise, με το Alien κανείς δε ξέρει τι μπορεί να περιμένει. Τα πρόσφατα παραδείγματα των Isolation και Colonial Marines εξηγούν λίγο πολύ μόνα τους την κατάσταση. Η κυκλοφορία του Fireteam Elite, σε αντίθεση με τις προηγούμενες δύο, είναι μια πιο ιδιαίτερη περίπτωση. Ας εξετάσουμε όμως λίγο πιο προσεκτικά το γιατί. Όσοι έρθουν περιμένοντας να ανακαλύψουν μια εξαιρετική περιπέτεια στο πολυαγαπημένο σύμπαν, με άπειρες αναφορές σε lore και ενδιαφέροντες χαρακτήρες, θα απογοητευτούν πικρά. Η ιστορία είναι μια απλή αφορμή για να στηθεί το σκηνικό της δράσης, και από εκεί και μετά η σκυτάλη δίνεται στην ατμόσφαιρα, και φυσικά τους ίδιους τους μηχανισμούς της μάχης. Όσοι βέβαια είναι αποφασισμένοι να ακολουθήσουν, θα ακολουθήσουν το μονοπάτι μιας ομάδας που, ξεκινώντας από μια αποστολή διάσωσης, θα βρεθούν από το διάστημα σε έναν αφιλόξενο πλανήτη, όπου -ώ, τι έκπληξη- η Weyland Yutani άρχισε να κάνει τα δικά της και να πειραματίζεται με -τι άλλο- Xenomorphs.
Η αλήθεια είναι πως μετά τα πρώτα λεπτά, η όποια προσήλωση ή ενδιαφέρον στην ιστορία πάνε περίπατο. Λίγο το γεγονός ότι το voice acting είναι από αδιάφορο μέχρι κακό, και γεμάτο από κλισέ, λίγο το ότι οι χαρακτήρες δεν κουνούν καν τα χείλη τους όταν μιλούν (κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας, σε pre-scripted συζητήσεις. Για τη διάρκεια της μάχης ούτε λόγος), δε χρειάζεται και πολύ για να πάει περίπατο η όποια καλή θέληση υπήρχε. Για όσους επιμείνουν και ψάξουν, θα βρουν μερικά κομμάτια lore που είναι αν μη τι άλλο ενδιαφέροντα αλλά μέχρι εκεί. Ευτυχώς από την άλλη η δουλειά που έχει γίνει στο περιβάλλον είναι εξαιρετική και πιστή στο αρχικό περιεχόμενο, ιδιαίτερα αν αναλογιστεί κανείς ότι έχουμε να κάνουμε με έναν budget τίτλο, κάτι που γενικά είναι εμφανές σε πολλές πτυχές του. Από τους στενούς διαδρόμους των διαστημικών σταθμών μέχρι την επιφάνεια ενός αγνώστου πλανήτη, το σκηνικό της κάθε μάχης είναι πάντα «όμορφο» και η ατμόσφαιρα είναι 100% “Alien”.
Στις εν λόγω τοποθεσίες (και άλλες), οι παίκτες θα αντιμετωπίσουν ορδές από Xenomorphs και όχι μόνο, σε μία ομάδα τριών ατόμων. Τα πράγματα είναι πραγματικά όσο πιο απλά γίνεται, όσον αφορά το πώς έχουν στηθεί όλα. Σε κάθε μία από τις συνολικά 12 αποστολές του campaign, οι παίκτες θα ακολουθήσουν μια προδιαγεγραμμένη πορεία με semi-scripted encounters και εξαιρετικά απλουστευμένα objectives, διαλέγοντας μία από τις 4 διαθέσιμες κλάσεις. Μετά την ολοκλήρωση του σχετικά μικρού σε διάρκεια campaign, ξεκλειδώνεται μια ακόμα κλάση και το Horde Mode, κάτι που και στις δύο περιπτώσεις θα μπορούσε να προσφέρεται εξ ’αρχής. Οι κλάσεις έχουν χαρακτηριστικά και διαφορές που μπορούν να δικαιολογήσουν την εκάστοτε επιλογή αλλά και να προσφέρουν συνέργεια μέσα από τους συνδυασμούς που δημιουργούνται, αλλά αυτό που πραγματικά εμβαθύνει τα πράγματα, είναι η παραμετροποίηση/αναβάθμιση που είναι εφικτή και προσφέρει ολοένα και περισσότερες επιλογές κατά το leveling.
Μέσα από αυτόν τον τρόπο οι παίκτες μπορούν όχι μόνο να προσφέρουν νέα χαρακτηριστικά στα abilites που αποτελούν το κάθε kit/class, αλλά να προσφέρουν bonuses που θα κάνουν τη διαφορά στο πεδίο της μάχης. Και θα χρειαστεί πραγματικά να βουτήξουν βαθιά και να αναζητήσουν τα καλύτερα loads, αφού μετά το “standard” επίπεδο δυσκολίας, τα πράγματα δυσκολεύουν πολύ. Και κάπου εκεί είναι που τα πράγματα γίνονται πραγματικά ενδιαφέροντα, και η ατμόσφαιρα παίρνει πρωταγωνιστικό ρόλο, κάνοντας ένα co-op shooter «της σειράς» κάτι πέρα για πέρα διασκεδαστικό. Από το πώς τα μάτια γυρίζουν προς τα πίσω όταν έχεις πυρομαχικά και health με το κιλό και το καπάκι του εξαερισμού πέφτει από το ταβάνι, στο πως κάθε κίνηση γίνεται αργά και προσεκτικά και όλες οι αισθήσεις είναι εστιασμένες, όταν έχει μείνει μόνο το sidearm μέχρι το επόμενο ammo/health drop, ένα-δυο levels δρόμος.
Είναι όμως πραγματικά κρίμα γιατί αρχικά η πρώτη γνωριμία που γίνεται με τον παίκτη δε βοηθά καθόλου, δεδομένου ότι ο τίτλος χρειαζόταν αρκετό polishing, και η αλήθεια είναι ότι μετά από ένα playthrough και ένα μόνο επίπεδο διαθέσιμο για horde, το λες και φτωχό από πλευράς περιεχομένου. Αυτό, σε συνδυασμό ότι από τις λεπτομέρειες στα γραφικά και τον ήχο, μέχρι τα μικρά bugs και το πώς τα όπλα νιώθουν λίγο «άγευστα» ως προς το βάρος και την αίσθηση, δεν είναι και λίγα για να κάνουν κάποιον να το παρατήσει. Γιατί όταν υπάρχει τριάδα και το επίπεδο δυσκολίας ανεβαίνει, είτε μιλάμε για campaign είτε για horde, τα πράγματα αλλάζουν και πολύ γρήγορα από κάτι αδιάφορο γίνεται ένα είδος ένοχης διασκέδασης. Γιατί ενώ δεν κάνει τίποτα καινοτόμο ή εξαιρετικό, δεν κάνει και κάτι πραγματικά άσχημα. Ούτε game braking bugs, ούτε τραγικά προβλήματα που αλλοιώνουν την εμπειρία.
Έχοντας αναφέρει τα παραπάνω, βέβαια, γίνεται εύκολα κατανοητό ότι η όποια διασκέδαση προσφέρεται εδώ σε συνολική διάρκεια είναι μικρή. Μετά από κάποιες ώρες, όσα προσφέρονται είναι απλά λίγα, και γίνεται ένα μικρό διάλειμμα όταν χρειάζεται κανείς μια «δόση» δράσης. Έχει Pulse Rifles, Xenomorphs και φλογοβόλα, και ορισμένες φορές είναι αυτό που χρειάζεται. Αν αυτή είναι η πρώτη προσπάθεια της Cold Iron και αυτό είναι το ξεκίνημα μιας σειράς (κάτι που tease-άρεται κιόλας μετά το campaign), οι βάσεις είναι σίγουρα εκεί. Αυτό που χρειάζεται είναι μια γενναία δόση περιεχομένου, και αδιαμφισβήτητα μια μεγαλύτερη παραγωγή.
Άσχετο αλλά μπορείτε να μάθετε τι συμβαίνει με το Titanfall 2 και να μας ενημερώσετε ;
Το παιχνίδι εδώ και 1 τρίμηνο είναι με τις μέρες του. Συγνώμη για το εκτός θέματος κείμενο.