Νέοι ορίζοντες ξετυλίγονται μπροστά στα μάτια του πολυταξιδεμένου Βίκιγνκ, Eivor. Ο πρωταγωνιστής του Assassin’s Creed Valhalla άφησε τον γνώριμο τόπο του για να γνωρίσει την Αγγλία και πλέον μπορεί να επισκεφθεί (με τα αναμενόμενα λουτρά αίματος να ακολουθούν) την Ιρλανδία. Τη χώρα όπου, εκείνη την εποχή, οι παγανιστές βρίσκονταν απέναντι από τους χριστιανούς που σιγά-σιγά αποκτούσαν περισσότερο έδαφος. Όπως είναι προφανές, κάπου εκεί χωράει κι ο Eivor. Όταν αποδεχτεί την πρόσκληση της Azar, μιας εμπόρου στο Ravensthorpe, θα ταξιδέψει στη μακρινή Ιρλανδία με σκοπό να βοηθήσει ένα βασιλιά συγγενή του να κερδίσει την εύνοια του τοπικού ηγέτη. Οι βασιλιάδες της Ιρλανδίας, βέβαια, δεν είναι τόσο… μεγαλειώδεις όσο ο τίτλος αφήνει να εννοηθεί. Περισσότερο δρουν ως δήμαρχοι κι ο Barid «έχτισε το Δουβλίνο» όπως αναφέρει ο ίδιος όμως η βασιλεία του περιορίζεται στη συγκεκριμένη περιοχή. Το παλιό Δουβλίνο δείχνει εντυπωσιακό, όπως και οι γύρω περιοχές όπου τα καταπράσινα λιβάδια και οι λόφοι γεμίζουν το χώρο.
Εκ πρώτης όψεως, κάποια σημεία δείχνουν διαφορετικά από της Αγγλίας, αλλά οι λεπτομέρειες είναι εκείνες που πραγματικά κάνουν τη διαφορά. Κατά βάση, πρόκειται για πανομοιότυπα τοπία, με αχανείς παρθένες εκτάσεις και κάποια παλιά ερείπια ή απομεινάρια πολέμων, αλλά κυρίως, διαφέρουν στα της κουλτούρας και θρησκείας. Οι παγανιστές κέλτες, με τα μυστηριώδη μνημεία και χώρους λατρείας, τραβούν αμέσως την προσοχή με τον ιδιαίτερο σχεδιασμό τους. Οι βάλτοι, τα κάστρα, τα μικρά χωριά – υπάρχουν αρκετά ενδιαφέροντα στοιχεία στο περιβάλλον αλλά δεν πρόκειται για κάποιο εντελώς διαφορετικό τοπίο συγκριτικά με της Αγγλίας. Οι παίκτες, τουλάχιστον, δε χρειάζεται να περιμένουν πάρα πολύ για να ταξιδέψουν στα ιρλανδικά εδάφη. Η Azar εμφανίζεται, όπως ειπώθηκε πριν, στην κατασκήνωση του Eivor και δε χρειάζεται ο παίκτης να έχει τερματίσει το παιχνίδι (όπως απαιτούν διάφορα άλλα DLC), απλώς να έχει φτάσει στην Αγγλία. Προτείνεται ένα Power Level της τάξεως του 55 ώστε να μπορεί να αντιμετωπίσει τους κινδύνους της νέας χώρας. Ωστόσο, δεν πρόκειται για μια σύντομη περιπέτεια – διαρκεί περισσότερο από ένα τυπικό παιχνίδι της εποχής μας. Οι βασικές αποστολές απαιτούν περίπου 10-12 ώρες κι αν κάποιος θελήσει να εξερευνήσει πλήρως τις περιοχές της Ιρλανδίας για κάθε θησαυρό, όπλο, πανοπλία και skillbooks, η διάρκεια τουλάχιστον διπλασιάζεται.
Τα νέα πράγματα που φέρνει στο «τραπέζι» είναι τα trade posts, τα οποία ο παίκτης πρέπει να κατακτήσει και να τους δώσει ξανά ζωή. Με τη σειρά τους, αυτά προσφέρουν νέα resources που χρησιμοποιούνται για την απόκτηση νέου εξοπλισμού κάθε είδους. Κατά τα άλλα, δυστυχώς δεν προσπαθεί κάτι τολμηρό στον τομέα του gameplay, ίσως διότι κάποιος παίκτης μπορεί να το ξεκινήσει πολύ νωρίς στο γενικότερο πλαίσιο του παιχνιδιού, οπότε δεν θα έπρεπε να τον ξενίσει. Αυτό είναι καλό και κακό, ανάλογα το πόσο διασκέδασε κανείς με τα όσα προσέφερε το παιχνίδι κι αν έψαχνε μια δικαιολογία για να περάσει μια ντουζίνα ώρες ακόμη στον κόσμο τού Eivor. Με διαφορά, η πιο ενδιαφέρουσα πτυχή του Wrath of the Druids είναι η ιστορία του. Παρότι αρχικά ξεκινάει ως μια τυπική ιστορία βασιλέων μπλεγμένων σε πολιτικά παιχνίδια όμως γρήγορα μεταμορφώνεται σε κάτι εντελώς διαφορετικό. Οι παγανιστές σιγά-σιγά βλέπουν την επιρροή τους να μειώνεται και ο χριστιανισμός να κερδίζει τη χώρα, γεγονός που τους κάνει να αντιδράσουν με όχι και τόσο καλό τρόπο – δολοπλοκία και θάνατος βρίσκονται πίσω από τα πλάνα τους. Είναι αποφασισμένοι να μην εξαφανιστούν, με όποια θυσία απαιτηθεί.
Μπλεγμένος σε ένα πόλεμο με πολλά μέτωπα και βαθιές ρίζες στη χώρα, ο Eivor αναλαμβάνει να αντιμετωπίσει όσους λειτουργούν εις βάρος των ανθρώπων του, όσο κατανοητά κι αν είναι τα κίνητρά τους. Είναι πράγματι ωραία η ιδέα του να ζει ο παίκτης τον αφανισμό μιας θρησκείας, το τέλος μιας εποχής, έστω και υπό το ψευδό-ιστορικό πρίσμα των Assassin’s Creed. Αν μη τι άλλο, αποτελούν συχνά το έναυσμα ώστε κάποιος να ασχοληθεί περισσότερο με την πραγματική εξέλιξη των γεγονότων που ενέπνευσαν την ιστορία του παιχνιδιού. Είναι επίσης αρκετά προσγειωμένη με κάποια φανταστικά στοιχεία τα οποία δε θα αποκαλυφθούν εδώ, δηλαδή διατηρεί το ύφος του βασικού παιχνιδιού. Ξανά, η μετάφραση της πλοκής σε gameplay είναι κάπως βασική με εξαιρέσεις. Ο παίκτης, για ακόμη μια φορά, θα κυνηγήσει μια μυστική οργάνωση ενώνοντας κομμάτια του «παζλ» που θα τον οδηγήσει σε κάθε μέλος. Ο τρόπος με τον οποίο γίνεται αυτό θυμίζει παλιά Assassin’s Creed κι όχι μόνο, μιας και πολλές φορές δεν υπάρχουν ξεκάθαρες οδηγίες όπως «πήγαινε εκεί, σκότωσε τον Χ» και ο παίκτης πρέπει να δίνει βάση στα στοιχεία που συγκεντρώνει. Δίνει διαφορετική πνοή σε ένα απλό και χιλιοπαιγμένο concept, που κατά τα άλλα, δεν παίρνει άλλα τέτοια ρίσκα: η πλειοψηφία των αποστολών παραμένουν εντελώς βασικές κι αφορούν εξερεύνηση ή δολοφονία κάποιου.
Εκεί, την κατάσταση σώζουν κάπως οι δρυίδες, οι πιο ενδιαφέροντες νέοι βασικοί εχθροί που θα αντιμετωπίσει ο Eivor. Ο μυστικισμός παίρνει πρώτη θέση σε κάθε αναμέτρηση, καθώς χρησιμοποιούν ποικιλοτρόπως φωτιά, δηλητήριο και παραισθησιογόνα για να βάλουν τον πρωταγωνιστή σε μια κατάσταση ζάλης, όπου πραγματικότητα και φαντασία γίνονται ένα. Χάρη σε αυτά (και λίγα ακόμα κολπάκια) οι μάχες μαζί τους είναι πάντοτε φρέσκες και διασκεδαστικές, αναγκάζοντας τον παίκτη να σκέφτεται γρήγορα και να δρα γρηγορότερα, αν θέλει να φύγει ζωντανός – οι δρυίδες είναι ύπουλοι, ισχυροί και σπάνια απομονώνονται. α νέα abilities που μπορεί να αποκτήσει κάποιος, όπως και οι θησαυροί που κρύβονται σε ορισμένα μνημεία, έχουν αρκετό ενδιαφέρον. Για παράδειγμα, το Irish Wolfhound που συνοδεύει τον παίκτη στη μάχη είναι ένας αξιολάτρευτος τετράποδος σύντροφος με δολοφονικά σαγόνια και δαιμονιώδεις αντοχές. Μπορεί κάλλιστα να επιτεθεί και να απασχολήσει εχθρούς όσο ο παίκτης ασχολείται με τους πιο επικίνδυνους εξ αυτών.
Υπάρχουν επίσης νέα όπλα και πανοπλίες, από δρεπάνια και δόρατα έως αιγυπτιακές και κέλτικες πανοπλίες. Πολλά δείχνουν πιο εξωτικά από ότι του κυρίως παιχνιδιού, με τη δικαιολογία ότι το Δουβλίνο αποτελεί μεγάλο εμπορικό κόμβο και η πραμάτεια εμπόρων από όλο τον κόσμο εμφανίζεται στα σεντούκια και τα ράφια.
Αποτελεί το Wrath of the Druids μια καλή δικαιολογία για επιστροφή στο Assassin’s Creed Valhalla; Ανάλογα. Όσοι δεν κουράζονται από τη δομή του βασικού παιχνιδιού θα βρουν ποιοτικό, αν και αρκετά γνώριμο, περιεχόμενο εδώ που θα τους απασχολήσει ακόμη και για δεκάδες ώρες. Όσοι ψάχνουν κάτι φρέσκο ή τολμηρό, τουλάχιστον στο κομμάτι του gameplay, δε θα το βρουν. Με διαφορά, το πιο ενδιαφέρον σημείο του πρώτου μεγάλου expansion είναι η πλοκή και η πραγματική ιστορία πίσω από τα γεγονότα που εκτυλίσσονται.
Βαθμολογία: 7/10
Για την καλύτερη εμπειρία σου θα θέλαμε να σε παρακαλέσουμε να το απενεργοποιήσεις κατά την πλοήγησή σου στο site μας ή να προσθέσεις το enternity.gr στις εξαιρέσεις του Ad Blocker.
Με εκτίμηση, Η ομάδα του Enternity