Το Ghostrunner 2 έρχεται μετά από τρία χρόνια να συνεχίσει την ιστορία του πρώτου μέρους, παραμένοντας πιστό στις action platforming ρίζες του, αλλά φέρνοντας μαζί του και μερικές αλλαγές. Το παιχνίδι είναι πρώτου προσώπου, ο ήρωας ξεκινάει μ’ ένα σπαθί, με το οποίο μπορεί να επιτεθεί, να κάνει parry και στην πορεία έρχονται και άλλα δευτερεύοντα όπλα και abilities για να εμπλουτίσουν το οπλοστάσιο. Όσοι δεν ασχολήθηκαν με το πρώτο παιχνίδι, ενδεχομένως να πάθουν ένα μικρό πολιτισμικό σοκ από την δυσκολία του. Αν ο ήρωάς μας δεχθεί έστω ένα hit, είτε μιλάμε για αντίπαλη κατάνα ή είτε για σφαίρες, τότε χάνουμε αμέσως και έπεται ένα restart-respawn στο πιο πρόσφατο checkpoint. Δεν χρειάζεται να περάσουν πάνω από πέντε λεπτά για να αντιληφθεί ένας νέος χρήστης ότι σε αυτό το παιχνίδι πρέπει να κινείται συνεχώς και να είναι και με τα δύο δάχτυλα έτοιμος να πατήσει τις σκανδάλες για parry ή attack. Στην πορεία θα αντιληφθεί ότι και το παρκούρ μπορεί να ανεβάσει την δυσκολία και να απαιτήσει από τον παίκτη συνδυασμούς που εκ πρώτης όψεως μοιάζουν τρελοί. Υπήρχαν στιγμές όπου και εμείς μπορεί να θέλαμε να σπάσουμε το κοντρόλερ, αλλά όσο προχωρούσαμε στα επόμενα κεφάλαια, τόσο επιμέναμε να βγάλουμε το ακόμη πιο δύσκολο επίπεδο.
Ο λόγος πίσω από αυτή την θετική εξέλιξη είναι ότι οι developers απαιτούν από τον παίκτη γρήγορα αντανακλαστικά και ευλαβική παρακολούθηση και κατανόηση των tips που του δίνουν, χωρίς όμως να τον σπρώχνουν πάνω σε καθαρά άδικες καταστάσεις. Το Ghostrunner 2 είναι δύσκολο και απαιτητικό, αλλά συνεχώς νιώθαμε ότι κάτι κάναμε λάθος και δεν μπορούσαμε να περάσουμε ένα σημείο. Ήμασταν ένα κλικ πιο αργοί, μπερδέψαμε τα κουμπιά, χρησιμοποιήσαμε λάθος δυνάμεις, γενικότερα μπαίναμε συνεχώς σε μία λογική αυτοκριτικής και ας μας ξέφευγε πού και πού ένα μπινελίκι προς την τηλεόραση. Η δυνατότητα του γρήγορου και άμεσου reload αποτελεί κλειδί για την επιτυχία του παιχνιδιού και πραγματικά χαιρόμαστε που αυτό λειτουργεί απροβλημάτιστα, γιατί μιλάμε για έναν τίτλο που μπορεί να απαιτήσει από κάποιον να προσπαθήσει και 10 φορές για να περάσει ένα συγκεκριμένο σημείο. Γενικότερα τα σημεία δράσης λειτουργούν πολύ καλά, σίγουρα υπήρξαν 2-3 στιγμές που ήταν όντως άδικα σχεδιαστικά και θα μπορούσαν να παραλειφθούν, αλλά συνολικά το Ghostrunner 2 μένει κατά κύριο λόγο πιστό στις βάσεις του, έχοντας ανοίξει την αγκαλιά του και σε πιο mainstream κοινό.
Το sequel της One More Level παρουσιάζει ένα δωμάτιο τύπου hub world, όπου ο χρήστης μπορεί να μιλήσει με τους υπόλοιπους χαρακτήρες και να εμβαθύνει το lore ή για να προχωρήσει σε αναβαθμίσεις των ικανοτήτων του μέσω των chips. Τα τσιπάκια βρίσκονται κρυμμένα στον εκάστοτε κόσμο και λειτουργούν ως collectibles, και αν συνυπολογίσουμε τα σπαθιά και τα audio files, θα λέγαμε ότι το παιχνίδι προσφέρει αρκετά μυστικά για ψάξιμο. Η ύπαρξη αυτού του hub λειτουργεί και θετικά αλλά και ελαφρώς αρνητικά. Σίγουρα βοηθάει πολύ στο να κατανοήσουμε περισσότερο του τι γίνεται στον κόσμο του Ghostrunner 2 και αποτελεί θετική εξέλιξη το γεγονός ότι οι developers ήθελαν να εμπλουτίσουν τον κόσμο και την ιστορία του. Αυτό το εγχείρημα βέβαια έμεινε κάπου στη μέση, αφού θεωρούμε ότι κάποια πράγματα χρειαζόντουσαν περισσότερο χρόνο και περισσότερη ποιότητα στη γραφή ώστε να αναπτυχθούν καλύτερα, αφού οι περίπου 8 με 10 ώρες που χρειάζονται για την ολοκλήρωσή του περνάνε νερό. Η ερώτηση για το αν πρέπει κανείς να έχει παίξει το πρώτο Ghostrunner μπορεί να απαντηθεί μ’ ένα “ναι μεν αλλά”, γιατί σίγουρα υπάρχουν στοιχεία που θα βοηθούσαν στην κατανόηση κάποιων σκηνών και διαλόγων. Από την άλλη, μιλάμε για ένα full action παιχνίδι που παλεύει ακόμα να εξελίξει το σενάριό του, οπότε αρκετοί χρήστες θα αρκεστούν στην πληροφορία ότι ο βασικός ήρωας είναι ένας Ghostrunner, ένα τύπου ρομπότ-σαμουράι, και πρέπει να σταματήσει μια νέα απειλή και να προστατέψει το Dharma tower.
Η κατεύθυνση πάντως προς ένα game που δεν είναι απλώς ένα action platformer με μπόλικο splatter είναι σωστή, αν και όπως είπαμε υπάρχει και μία αρνητική χροιά στο hub world. H ένταση και η ταχύτητα πέφτουν απότομα, κάτι που αν συνδεθεί με το γεγονός ότι το Ghostrunner 2 είναι ελαφρώς πιο εύκολο από τον προκάτοχό του, ίσως να ξινίσει στους purists. Σίγουρα νιώθαμε και εμείς ότι κάποιες στιγμές μας έβγαζε ελαφρώς από την ενέργεια και την ταχύτητα του παιχνιδιού, αλλά από την άλλη δεθήκαμε περισσότερο με τους χαρακτήρες και τον κόσμο του. Με μία πιο ενδιαφέρουσα ιστορία και πιο ζωντανούς χαρακτήρες, πιστεύουμε ότι η ενσωμάτωση του hub θα λειτουργούσε καλύτερα και δεν θα νιώθαμε μερικές φορές ότι μας κόβει τον ρυθμό. Η ισορροπία στην δυσκολία είναι πολύ καλύτερη, για το 90% του κόσμου είναι τόσο ώστε να προσπαθήσει να το ολοκληρώσει. Για τους έμπειρους έχει έναν βαθμό δυσκολίας που τουλάχιστον δεν θα τους ωθήσει στο να κάνουν το λεγόμενο “zone out” επειδή “το’χουν χαλαρά” και για το νέο κοινό είναι τόσο δύσκολο όσο πρέπει. Οι περισσότεροι δεν θα το παρατήσουν και ας χάσουν δεκάδες φορές στο ίδιο σημείο, καθαρά εξαιτίας του σχεδιασμού και της ταχύτητας που αναπτύσσεται από περιοχή σε περιοχή. Αυτό είναι μία επιτυχία που έχει να κάνει και με τον σχεδόν άψογο χειρισμό του τίτλου, με μοναδικό μελανό σημείο κάποια spots από τα οποία έπρεπε να γαντζωθούμε όπου σε κάποιες στιγμές δεν λειτούργησε πολύ καλά. Όλα τα υπόλοιπα όμως, τουλάχιστον όσο στεκόμαστε στα πόδια μας, λειτουργούν άκρως ομαλά, σ’ ένα παιχνίδι που μπορεί να απαιτεί από εμάς να πετάξουμε ένα shuriken, να τρέξουμε με παρκούρ πάνω σ’ έναν τοίχο, να μπλοκάρουμε τα αντίπαλα projectiles και να πηδήξουμε στο σωστό timing πάνω στον αντίπαλο ώστε να τον αποτελειώσουμε. Όλα αυτά εξελίσσονται σε πολύ γρήγορο ρυθμό και σ’ ένα επιθετικό περιβάλλον, κάτι που απαιτεί εκ φύσεως έναν σχεδόν άριστο χειρισμό και μία εξαιρετική κάμερα και απόδοση.
Κάποια από αυτά τα στοιχεία έλειψαν δυστυχώς στα τμήματα με τη μοτοσυκλέτα, τα οποία συμπεριλαμβάνουν κάποιες από τις εντυπωσιακότερες σκηνές στο παιχνίδι. Έχουν πετύχει σε σχεδόν απόλυτο βαθμό την ταχύτητα της οδήγησης μίας μοτοσυκλέτας και πραγματικά θα μπορούσε να’ ναι το πιο απολαυστικό σημείο, αν δεν ήταν βουτηγμένο τόσο πολύ σε μία trial and error λογική λόγω της κάμερας. Είναι ένα από τα σημεία που όσο καλοί και προσεκτικοί και αν ήμασταν, θα πεταγόταν ένα εμπόδιο τελευταία στιγμή μπροστά μας, με αποτέλεσμα να χάσουμε και να αναγκαστούμε να θυμόμαστε σε μορφή παπαγαλίας ότι “εδώ πρέπει να κάνω δεξιά, μετά να πηδήξω” κτλ. Αυτό έρχεται σε αντίθεση με την γενικότερη λογική του παιχνιδιού και θεωρούμε ότι είναι θέμα level design αλλά και της κάμερας που δεν μας επιτρέπει να δούμε κάποια πράγματα έγκαιρα μπροστά μας. Θα θέλαμε σ’ ένα μελλοντικό project να δουλευτεί αυτός ο τομέας περισσότερο, γιατί ήδη ενσωματώθηκε ως κάτι βασικό στο παιχνίδι, δεν λειτουργεί σαν ένα απλό side mission ή gimmick για να φρεσκάρει το συνολικό gameplay. Η μοτοσυκλέτα έχει προστεθεί σαν ιδέα ολόσωστα στην λογική του παιχνιδιού και της ατμόσφαιρας, απλά στην πράξη υπάρχουν κάποια σχεδιαστικά λάθη που απαιτούν καλύτερη τεχνική ενσωμάτωση όταν βρισκόμαστε σε στιγμές υψηλής ταχύτητας.
Για το skill tree και τις αναβαθμίσεις που υπάρχουν μέσω των chips αξίζει να αναφέρουμε ότι περισσότερο συνοδεύουν τον ήρωα σε αυτό το ταξίδι, παρά τον ενισχύουν στον υπέρτατο βαθμό. Αρκετές έξτρα ιδιότητες κρύβουν μέσα τους και κάποια penalties όπου ρίχνουν κάποια άλλα στατιστικά, με τον παίκτη ουσιαστικά να παραμετροποιεί τις ικανότητες ενός ήρωα που είναι ήδη ισχυρός για να τον φέρει πιο κοντά στον τρόπο παιχνιδιού του. Σίγουρα τα πράγματα κινούνται σε πιο ενδιαφέρουσες καταστάσεις συγκριτικά με το πρώτο Ghostrunner, βλέπουμε μία ξεκάθαρη εξέλιξη στο gameplay, αλλά πιστεύουμε ότι υπάρχει ακόμη χώρος για περισσότερα πειράματα. Θα θέλαμε επίσης να υπάρχει μεγαλύτερη ποικιλία στο level design σε ό,τι αφορά τα δωμάτια στα οποία εξελίσσονται οι μάχες αλλά και στους ίδιους τους εχθρούς, εκεί είναι ίσως και οι μοναδικές στιγμές όπου νιώθαμε μία ανακύκλωση. Αντίθετα στα boss fights παρατηρείται μεγαλύτερο κοντράστ συναισθημάτων και περισσότερη ποικιλία, κάνοντας αυτές τις μάχες να ξεχωρίζουν μέσα στο Ghostrunner 2.
Με αυτά και με αυτά, ολοκληρώσαμε με τα ιδρωμένα μας χέρια την πιο έντονη εμπειρία του 2023 από άποψη δράσης και δόξα τω Θεώ, χωρίς να έχουμε χαλάσει κάποιο χειριστήριο. Το Ghostrunner 2 είναι ένα παιχνίδι που μας διασκέδασε, μας εκνεύρισε, αλλά στο τέλος το μοναδικό συναίσθημα που μας έμεινε ήταν αυτό της ικανοποίησης ότι το ολοκληρώσαμε. Η One More Level φαίνεται να έχει στο μυαλό της κάτι ακόμα μεγαλύτερο για το franchise και δείχνει να θέλει να το εξελίξει ακόμη περισσότερο, χωρίς να πετάξει από πάνω της το πατροπαράδοτο gameplay που ουσιαστικά δίνει πνοή στο εν λόγω παιχνίδι. Παρ’ ό,τι υπάρχουν κάποιες ατέλειες και κάποια θεματάκια που το κρατούν πίσω, θεωρούμε ότι πολύ δύσκολα θα βρεθεί άλλο παιχνίδι φέτος που να συνδυάζει σε ορισμένα σημεία τόσο αρμονικά την φρενήρη δράση με την υψηλό αλλά κατά κύριο λόγο άκρως δίκαιο βαθμό δυσκολίας. Αν ανήκετε στην κατηγορία που ψάχνετε για έναν γρήγορο action platformer τίτλο σε δυστοπικά cyberpunk περιβάλλοντα, μην φοβηθείτε την πρόκληση και φορέστε άφοβα την στολή του cyberninja.
Για την καλύτερη εμπειρία σου θα θέλαμε να σε παρακαλέσουμε να το απενεργοποιήσεις κατά την πλοήγησή σου στο site μας ή να προσθέσεις το enternity.gr στις εξαιρέσεις του Ad Blocker.
Με εκτίμηση, Η ομάδα του Enternity