Για να τα πάρουμε όμως όλα με τη σειρά, αξίζει να αναφέρουμε ότι το Dragon Ball: The Breakers αποτελεί ένα απόλυτα multiplayer game με την ιστορία να επικεντρώνεται κυρίως σ’ ένα μικρό offline session που λειτουργεί απλώς ως mini tutorial. O χρήστης δημιουργεί τον δικό του χαρακτήρα μέσω ενός character creator και στην πορεία συναντάει τον Trunks o οποίος προσπαθεί να τον σώσει μέσω της γνωστής μηχανή του χρόνου. Μέσα σε λίγα λεπτά, ο παίκτης συνειδητοποιεί ότι έχει έναν αρκετά αδύναμο χαρακτήρα, ο οποίος μπορεί απλώς να χρησιμοποιεί κάποια όπλα και μία εσωτερική δύναμη για μικρό χρονικό διάστημα. Οι developers προσπάθησαν μέσω ενός απλού σεναρίου να μάθουν τις βασικές κινήσεις στους παίκτες και να καταλάβουν ότι εδώ πέρα υπάρχει ένα παιχνίδι αρκετά διαφορετικό από τα συνηθισμένα.
Με την ιστορία να έχει ένα καθαρά συνοδευτικό χαρακτήρα, ο χρήστης μεταφέρεται κατευθείαν σ’ ένα hub world και είναι ουσιαστικά έτοιμος να πέσει στη μάχη του multiplayer. To στήσιμο του Dragon Ball: The Breakers είναι αρκετά ξεκάθαρο. Επτά παίκτες αναλαμβάνουν τον ρόλο των survivors, επτά αδύναμων χαρακτήρων που πρέπει μέσα σε περίπου 15 λεπτά να βρουν έναν τρόπο να δραπετεύσουν από έναν κόσμο που απειλείται από έναν super villain o οποίος ελέγχεται από έναν όγδοο παίκτη. Μέσα σε αυτό το asymmetrical survival σκηνικό που στήθηκε στον κόσμο του Dragon Ball, oι survivors καλούνται να χρησιμοποιήσουν τα όπλα και τα items όπως π.χ. το ραντάρ ή τις Dragon Ball ώστε να χαράξουν μία κοινή στρατηγική, είτε για να κερδίσουν στα ίσα τον παίκτη που ελέγχει έναν εκ των Cell, Frieza και Buu, είτε να συλλέξουν όλα τα assets ώστε να βάλουν μπρος την χρονομηχανή και να δραπετεύσουν. Μπορούμε ήδη να σας αποκαλύψουμε ότι η στρατηγική του να δραπετεύσουμε μέσω της μηχανής του χρόνου είναι πολύ πιο εύκολη από το να αναβαθμίσουμε το fighting level του χαρακτήρα μας μέσω του Dragon Change και να αντιμετωπίσουμε τον εκάστοτε Cell στα ίσα, τουλάχιστον στην αρχή. H μεταμόρφωση του χαρακτήρα μας μέσω του Dragon Change σ’ έναν ισχυρό χαρακτήρα ουσιαστικά υπάρχει για να αποσπάσει την προσοχή του raider και όχι ως απειλή προς εκείνον. Υποτίθεται ότι δεν πρέπει όλοι οι survivors να ορμήσουμε πάνω στον Cell όταν εμφανιστεί η μηχανή του χρόνου. Κάποιοι πρέπει να τον πολεμήσουν, οι υπόλοιποι πρέπει να ενεργοποιήσουν την χρονομηχανή και να δραπετεύσουν. Μόλις τελειώσει η ενέργεια των survivors που πολεμούν τον raider, oι ρόλοι μπορεί να αλλάξουν με τους υπόλοιπους συμπαίκτες και ιδανικά δεν χρειάζονται περισσότερο από 2-3 άτομα για να πολεμήσουν ταυτόχρονα τον raider με σκοπό να τον καθυστερήσουν. Όλα αυτά, βέβαια, περιγράφουν ένα ιδανικό σενάριο και προϋποθέτουν ότι υπάρχει μία ομάδα με την οποία μπορούμε να συνεργαστούμε σωστά, γιατί με τα random encounters τα πράγματα είναι λίγο δύσκολα.
Ο λόγος που υπάρχουν αυτές οι δυσκολίες βρίσκεται στην φύση του παιχνιδιού η οποία προφανώς και επιβραβεύει μία ομάδα που θα συνεννοείται π.χ. μέσω headsets. Oι developers έδωσαν πολλές δυνάμεις στον raider, δηλαδή στον παίκτη που ελέγχει ένα villain, με σκοπό οι υπόλοιποι να νιώσουν ότι πράγματι αντιμετωπίζουν μία τεράστια απειλή. Οι κακοί της υπόθεσης περνάνε από διάφορα στάδια σκοτώνοντας απλούς NPCs αλλά και survivors, με σκοπό να φτάσουν την τελευταία τους πανίσχυρη μορφή σχετικά γρήγορα και να κερδίσουν τους αδύναμους αντιπάλους τους. Πράγματι, ένα από τα στοιχεία που μας άρεσε στο Dragon Ball: The Breakers είναι το πόσο σωστά έχουν περάσει αυτή την horror-like απειλή στον τίτλο, παρ’ ό,τι μιλάμε για ένα παιχνίδι που βασίζεται σε πολύχρωμο και goofy anime εικαστικό. Σαν survivor νιώθαμε την απειλή να μεγαλώνει όταν ακούγαμε τον Cell ή τον Buu να έρχεται κοντά μας. Ο raider έχει φυσικά στην κατοχή του τρανταχτές επιθέσεις, ενώ μπορεί να καταστρέψει ολόκληρες περιοχές της πίστας με μεγάλη ευκολία. Ο πανίσχυρος κακός της υπόθεσης θέλει απλώς να σκοτώσει άμεσα τους survivors ή εφόσον συγκεντρωθούν τα κατάλληλα εφόδια και κατασκευαστεί η μηχανή του χρόνου, να την διαλύσει γρήγορα ώστε να κερδίσει φυσικά τον αγώνα.
Κάπου εδώ πρέπει να πούμε ότι πέρα από την δυσκολία του να συντονιστεί αυτό το concept όταν δεν υπάρχει άμεση επικοινωνία μεταξύ των survivors, μεγάλα εμπόδια μας βάζει ο χειρισμός και ειδικά η κάμερα. Οι survirοrs έχουν την δυνατότητα να μεταμορφωθούν μέσω του Dragon Change σε χαρακτήρες που βασίζονται στις υπερδυνάμεις αγαπημένων ηρώων όπως μεταξύ άλλων Piccolo και Goku. Κάτι που σημαίνει ότι αυτομάτως θα μπορούμε για λίγα δευτερόλεπτα να πετάξουμε και γιατί όχι, να αντιμετωπίσουμε τον Frieza που μας κυνηγάει. Κάπου εδώ έρχεται η στιγμή των άγαρμπων κινήσεων του χαρακτήρα μας και της άναρχης κάμερας να μας χαλάσουν την εμπειρία, με αποτέλεσμα να γινόμαστε παιχνιδάκι στα χέρια του αντιπάλου μας. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να χάσουμε αρκετές φορές εξαιτίας του μέτριου χειρισμού και της προβληματικής κάμερας, βάζοντάς μας σε ακόμη πιο μειονεκτική θέση απέναντι σ’ έναν πανίσχυρο αντίπαλο. Μετά από αρκετές ώρες μάθαμε να ζούμε με αυτό το πράγμα και προφανώς τα πήγαμε καλύτερα, αλλά δεν αλλάζει το γεγονός ότι σε αυτά τα παιχνίδια δεν θα έπρεπε να μαθαίνουμε να παίζουμε με προβληματικούς μηχανισμούς, αλλά να μαθαίνουμε το παιχνίδι μέσω καλού και στιβαρού gameplay. Δεν θέλουμε να φανούμε υπερβολικοί, αλλά το σύστημα μάχης του τίτλου είναι αρκετά προβληματικό και καθόλου διασκεδαστικό.
Τα γραφικά και ο ήχος επίσης παίζουν σε χαμηλό επίπεδο έχοντας πάντα ως γνώμονα το τι βλέπουμε αυτή την περίοδο στις οθόνες μας. Πρόκειται για έναν τίτλο που μοιάζει σαν να βγήκε στις αρχές του PS4 και του Xbox One, αντιμετωπίζοντας πάντως ελάχιστα lags και μόλις ένα crashάρισμα του τίτλου μετά από αρκετές ώρες. Στο Xbox Series X δεν αντιμετωπίσαμε τεχνικά προβλήματα και αν εξαιρέσουμε τις αναμονές που ξεπερνούσαν μερικές φορές τα 5 λεπτά ώστε να γίνει το matchmaking, η εμπειρία ήταν απροβλημάτιστη. Πέρα από το γεγονός ότι το Dragon Ball: The Breakers φωνάζει ότι θα ήθελε περισσότερες πίστες και content, η απουσία του crossplay και cross-platform γίνεται αρκετά αισθητή κάποιες ώρες και μέρες, μη μπορώντας κάποιες φορές να ξεκινήσουμε έναν απλό αγώνα.
Εννοείται πώς από ένα asymmetrical survival game της Bandai που στηρίζεται σε leveling και επιβραβεύσεις για τα online επιτεύγματά μας, δεν θα μπορούσαν να λείψουν τα paid contents και τα in-game currencies. Το Dragon Ball: The Breakers έχει διαφορετικά currencies: τα tickets και Zeni, τα οποία μπορούμε να μαζέψουμε μέσω του παιχνιδιού χωρίς να πληρώσουμε, και τα TP Tokens. Με τα Tickets και τα Super Warrior Spirits μπορούμε να ανεβάσουμε και να αναβαθμίσουμε τις ικανότητές μας, ενώ τα κλασικά Zeni μας επιτρέπουν να αγοράσουμε διάφορα items και cosmetics μέσω του in-game shop. Τα TP Tokens είναι τα premium coins για τα οποία πρέπει να ανοίξουμε το πραγματικό μας πορτοφόλι για να τα αγοράσουμε και τα οποία μπορούμε επίσης να χρησιμοποιήσουμε στα in-game shops ή για να αποκτήσουμε τα Transpheres του Spirit Siphon. Το Spirit Siphon βασίζεται σ’ ένα κλασικό gacha σύστημα των mobile εφαρμογών, όπου ανοίγουμε σε στυλ κλήρωσης Transpheres μέσω των tickets, ώστε να βρούμε ήρωες με πολλά αστέρια και να αναβαθμίσουμε τον χαρακτήρα μας. Δεν είναι το χειρότερο gacha σύστημα που έχουμε δει, αλλά το Dragon Ball: The Breakers απαιτεί αρκετό grinding, μιας και τα tickets και τα Zeni που λαμβάνουμε μέσω των daily και weekly challenges είναι λίγα. Είναι πολύ κοντά στη λογική του free-to-play, αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το παιχνίδι απαιτεί από τους χρήστες να το αγοράσουν κανονικά, ενώ στις κονσόλες απαιτείται και η εκάστοτε συνδρομή ώστε να μπορεί να παιχτεί online. Με αυτά τα δεδομένα, η free-to-play λογική δεν ακούγεται καλά στα αυτιά μας όταν ο τίτλος δεν διατίθεται δωρεάν.
Δεν θα είχαμε όμως ούτε με αυτό μεγάλο πρόβλημα, αν το Dragon Ball: The Breakers ήταν γενικότερα πιο διασκεδαστικό σαν παιχνίδι ή για να το θέσουμε ορθά, μας παρουσίαζε το παιχνίδι που είναι πραγματικά στον πυρήνα του. Η ιδέα ενός asymmetrical survival game με τους ήρωες του Dragon Ball, σ’ ένα περιβάλλον που ακροβατεί ανάμεσα σε χιούμορ και horror είναι πραγματικά εξαιρετική, γιατί είναι κάτι διαφορετικό απ΄ αυτό που έχουμε συνηθίσει στον κόσμο του Dragon Ball. Η υλοποίηση αυτής της ιδέας πάσχει δυστυχώς σε πολλά πρακτικά και καίρια σημεία, όπως μεταξύ άλλων gameplay, περιεχόμενο, επιθετική pay-to-win λογική και σε οπτικοακουστικό υλικό. Μπορεί να ακούγονται αρκετά τα μέτωπα που παραμένουν ανοιχτά και θέλουν δουλειά, αλλά πολλά απ’ αυτά μπορούν να διορθωθούν σχετικά εύκολα και αυτό είναι ίσως το μοναδικό πραγματικό παραθυράκι που θα αφήσουμε για την ώρα ανοιχτό. Αυτή την εποχή πάντως, θεωρούμε δύσκολο να προσελκύσει ακόμη και το κοινό του Dragon Ball Xenoverse 2, ένας τίτλος που έχει 6 χρόνια στην πλάτη του και που σίγουρα φιλοξενεί κόσμο που θα’ θελε να δοκιμάσει κάτι διαφορετικό στον κόσμο του online Dragon Ball μετά από τόσες σεζόν Xenoverse 2.
Βέβαια, από την στιγμή που το Dragon Ball: The Breakers στηρίζεται πάνω στο μοντέλο του live service game, αν υποστηριχθεί και διορθωθεί σχετικά γρήγορα, μπορεί σε μερικούς μήνες να κάνουμε άλλη κουβέντα για τον τίτλο, γιατί έχει ένα μεγάλο πλεονέκτημα απέναντι στον διαδικτυακό ανταγωνισμό του. Ενώ άλλες εταιρείες πασχίζουν να διορθώσουν μία βαρετή ιδέα χωρίς να έχουν την υποστήριξη ενός δυνατού ονόματος, η ομάδα της Dimps κρατάει ήδη μία ενδιαφέρουσα ιδέα στα χέρια της η οποία βασίζεται σ’ ένα πασίγνωστο και άκρως επιτυχημένο franchise. Οι developers πρέπει απλώς να βρουν τον τρόπο να διορθώσουν τα κακώς κείμενα του τίτλου γρήγορα και μεθοδικά πριν απογοητευτούν οι πάμπολλοι hardcore fans του Dragon Ball και τότε ίσως να έχουμε ένα πραγματικά διασκεδαστικό asymmetrical multiplayer game που θα κεντρίσει το ενδιαφέρον πολλών διαδικτυακών communities.
Για την καλύτερη εμπειρία σου θα θέλαμε να σε παρακαλέσουμε να το απενεργοποιήσεις κατά την πλοήγησή σου στο site μας ή να προσθέσεις το enternity.gr στις εξαιρέσεις του Ad Blocker.
Με εκτίμηση, Η ομάδα του Enternity