Το point and click adventures δεν είναι ένα είδος που ανθίζει στη σύγχρονη εποχή. Βεβαίως, πριν μερικές δεκαετίες, στα ‘80s και στα ‘90s κυριαρχούσαν στη βιομηχανία των video games και ήταν ο καλύτερος τρόπος αφήγησης μιας ιστορίας, η οποία πάντοτε «μπλεκόταν» με γρίφους. Πολλές φορές αρκετά δύσκολους, που όχι απλά έβαζαν το μυαλό των παικτών να κάνει υπερωρίες, αλλά τους ανάγκαζαν να αναζητούν σε όποιο διαθέσιμο μέσο, κυρίως περιοδικά, πληροφορίες για την επίλυσή τους. Ήταν οι εποχές που μπορεί κάποιος να ξόδευε αρκετές εβδομάδες προσπαθώντας να βρει τι μπορεί να το έχει ξεφύγει, ποια αντικείμενα δεν έχει συνδυάσει μεταξύ τους, τι μπορεί να χρησιμοποιήσει και που. Ρομαντικές εποχές, που πέρασαν – μάλλον ανεπιστρεπτί- χάρη στην τεχνολογία.
Η σειρά Broken Sword είναι μία από εκείνες που έχουν χαράξει τον τίτλο τους με μεγάλα γράμματα στη λεωφόρο του gaming και δεν πρόκειται να σβηστεί ποτέ από το μυαλό των αποκαλούμενων ως «αντβεντσουράδων». Ο πρώτος τίτλος της σειράς ήταν το Broken Sword: Shadow of the Templars, που ήδη μετράει 28 χρόνια ζωής. Ήταν 30 Σεπτεμβρίου του 1996 όταν κυκλοφόρησε για PC και αποτελεί πνευματικό τέκνο του Charles Cecil.
Άραγε, τι γυρεύει ένας Αμερικάνος στο Παρίσι; Έτσι θα μπορούσε να προλογίσει κανείς τον πρωταγωνιστή, George Stobbart, που επισκέπτεται τη γαλλική πρωτεύουσα ως ένας απλός τουρίστας, όμως η μοίρα του επιφυλάσσει πολλές εκπλήξεις. Ενώ απολαμβάνει αμέριμνος τον καφέ του, ένας κλόουν κλέβει την τσάντα ενός ηλικιωμένου άνδρα μέσα σε ένα café και στη συνέχεια τον σκοτώνει με μία βόμβα. Ευτυχώς για τον George είναι μόνο μάρτυρας του εγκλήματος και όχι μια παράπλευρη απώλεια. Κινούμενος από την περιέργειά του, αποφασίζει να διερευνήσει το τι κρύβεται πίσω από τη δολοφονία. Μαθαίνει ότι ο νεκρός ονομαζόταν Plantard, βρίσκει σύμμαχο στο πρόσωπο της φωτορεπόρτερ Nicole Collard και ξεκινώντας να ξετυλίγει το κουβάρι του μυστηρίου, βρίσκεται ακόμα περισσότερο μπλεγμένος σε μια υπόθεση η οποία σχετίζεται με τους Knight Templars και ίχνη διασκορπισμένα στην Ευρώπη και τη Μέση Ανατολή.
Όσοι είχαν ασχοληθεί με την original κυκλοφορία θα διαπιστώσουν από την αρχή το πόσο αναβαθμισμένα είναι τα γραφικά. Η μέρα με τη νύχτα θα έλεγε κανείς- δίχως ίχνος υπερβολής- και λογικό με τη χαώδη χρονικά- τουλάχιστον για τα δεδομένα της τεχνολογίας- απόσταση που χωρίζει την τότε από την τωρινή έκδοση. Αν και, μήπως αυτό το «γυάλισμα» χαλάει τις όμορφες αναμνήσεις; Μήπως αποκαλύπτει τα πάντα και η ομορφιά χαλάει τη μαγεία που έπλαθε με διαφορετικό τρόπο η φαντασία του κάθε gamer; Ισχύει. Αλλά ταυτόχρονα, μπορεί και να μην ισχύει. Το γιατί, δουλέψτε το στο μυαλό σας. Από εκεί και πέρα, για τις νεότερες γενιές, με ένα και μόνο κλικ είναι δυνατή η μεταφορά από τα γραφικά της αρχικής κυκλοφορίας στα σύγχρονα. Σημειώνεται πως, το «κλασσικό» χάνει κατά πολύ σε μεγάλη οθόνη. Αν σας έχει ξεμείνει στο πατάρι καμιά τηλεόραση 14’’ ή 15’’, δώστε της με αφορμή το Broken Sword: Shadow of the Templars – Reforged μια ακόμα ευκαιρία να σας δείξει τα ταλέντα της.
Αν και ένα point and click adventure απολαμβάνεται καλύτερα σε PC με mouse, η δουλειά που έχει γίνει στο κομμάτι του χειρισμού είναι αρκετά καλή, έτσι στο Xbox Series S δεν είχαμε το παραμικρό πρόβλημα και μπορέσαμε να εκτελέσουμε με ακρίβεια και ταχύτητα την κάθε εντολή.
Το βασικό ερώτημα είναι, έχει θέση στη σύγχρονη εποχή το Broken Sword - Shadow of the Templars: Reforged; Υπάρχει κοινό για τέτοιου είδους remasters; Η απάντηση είναι πως μάλλον όχι. Είναι τέτοιοι οι ρυθμοί του σήμερα, που δύσκολα καθηλώνεται κάποιος μπροστά από την οθόνη για κάτι τέτοιο, εκτός αν μιλάμε για τους 40 και άνω, που στις περισσότερες περιπτώσεις θα το κάνουν για λόγους νοσταλγίας. Ασφαλώς, το σενάριο είναι εξαιρετικό, παρόλα αυτά, πόσες και πόσες ιστορίες έχουμε ακούσει από τότε για τους Knight Templars; Πολλές. Εσείς, αντέχετε ακόμα μία σε επανάληψη;
Το είχα παίξει κοντά στην εποχή του και παρόλα αυτά δεν με ψήνει ιδιαίτερα να το ξαναδω. Είναι όντως πολύ περιορισμένο το κοινό που θα ενδιαφερθεί. Βέβαια να πω την μαύρη αλήθεια μου δεν το αγάπησα ιδιαίτερα. Ενα Longest Journey Remaster από την άλλη θα το ξεζούμιζα