Το παροιμιώδες level design της Arkane δίνει μετά τη σειρά Dishonored είναι ξανά παρόν, αφού το κάθε επίπεδο αποδεικνύεται δουλεμένο σε χωροταξία μα και ατμόσφαιρα. Ο Talos 1 δεν είναι μέρος για αναψυχή, αλλά σταθμός που επανδρώνεται από επιστήμονες, συνεπώς θα δείτε γραφεία και lounges σε στιλ art-deco, σκοτεινά εργαστήρια που εξυπηρετούν διαφόρους σκοπούς αλλά και θαλάμους που είναι σχεδιασμένοι να φιλοξενούν τους επιστήμονες. Η εξερεύνηση αυτών βοηθά στην εξέλιξη της πλοκής ενώ σε κάθε βήμα, πάνω σε κάθε γραφείο και συρταριέρα υπάρχουν βιβλία, e-mail που καλείστε να διαβάσετε και αντικείμενα που οικοδομούν έναν ολόκληρο κόσμο, τμήμα του οποίου αποτελεί και ο Talos 1. Αν και μπορείτε να εξερευνήσετε σχεδόν τα πάντα -πλην των εναλλακτικών φινάλε της ιστορίας- με ένα playthrough, να είστε σίγουροι ότι αυτό θα σας πάρει περισσότερες από 30 ώρες.
Στο νέο Prey αναλαμβάνουμε το ρόλο του/της Morgan Yu, που βρίσκεται στο διαστημικό σταθμό Talos 1 και καλείται να ερευνήσει τα αίτια της εξάπλωσης ενός είδους εξωγήινου οργανισμού, τους Typhon.
Στο τέλος, το σενάριο και η έκβαση αυτού θα ικανοποιήσουν, χωρίς βέβαια να αποφεύγουν εντελώς τα κλισέ. Μπορεί να μην υπάρχει η τεράστια ανατροπή τύπου “Would you kindly”, τουλάχιστον κατά τη κανονική διάρκεια του τίτλου, όμως είναι οι μικρότερες και συχνότερες ανατροπές που κρατούν το ενδιαφέρον ψηλά. Σίγουρα υπάρχουν μικρές σεναριακές τρύπες και ερωτήματα που μένουν αναπάντητα, πιθανώς για ένα ενδεχόμενο Prey 2, όμως δεν ενοχλούν. Το μόνο μας ουσιαστικό παράπονο, είναι ότι, συγκριτικά με παρόμοιες προσπάθειες της ίδιας και άλλων developers, ο Talos 1 μοιάζει πιο...επιφανειακός, με λιγότερο βάθος σε lore, πιο επίπεδους χαρακτήρες και κίνητρα αυτών. Και ενώ το τελικό plot twist -post-credit μάλιστα, α λα Marvel Cinematic Universe- εξηγεί ως ένα βαθμό γιατί μας μένει αυτή η αίσθηση, εμείς θέλαμε τον Talos 1 λίγο πιο…αξιομνημόνευτο, όπως επίσης και τον πρωταγωνιστή μας.Η περιήγηση του διαστημικού σταθμού περιλαμβάνει αρκετά jump scares, μέσω των μικρότερων Typhon, των Mimics, τα οποία έχουν την τάση να μετατρέπονται σε αντικείμενα του περιβάλλοντος και να επιτίθενται σε ανύποπτο χρόνο. Το πιο κουραστικό στοιχείο του παιχνιδιού ίσως. Ειδικότερα όταν προς το τέλος της ιστορίας έχουμε απομυθοποιήσει, όσο μας επιτρέπεται σεναριακά, τα Typhons, η ύπαρξη ενός δωματίου γεμάτο Mimics δεν προκαλεί τρόμο, κυρίως κούραση και, πιθανώς, ανούσια σπατάλη πυρομαχικών. Πυρομαχικά τα οποία είναι δυσεύρετα, αλλά χωρίς τα αντίστοιχα upgrades δεν είναι και ιδιαίτερα αποτελεσματικά, ενισχύοντας την άποψή μας ότι, τουλάχιστον στην αρχή, η πιο σωστή τακτική είναι αυτή του stealth. Προς το τέλος, όταν τα πυρομαχικά έχουν πληθύνει και τα όπλα αλλά και οι δυνάμεις μας έχουν εξελιχθεί (περισσότερα για αυτό λίγο παρακάτω), ενδείκνυται και ο πειραματισμός με άλλες προσεγγίσεις. Η τάση μας προς το stealth ενισχύεται όταν εμφανίζονται, από τις πρώτες κιόλας ώρες, τα Phantoms. Αυτά είναι πιο επικίνδυνοι εχθροί, ικανοί να οδηγήσουν στην οθόνη του Game Over ακόμα και με δύο χτυπήματα. Κινούνται ταχύτατα και απαιτούν προσεκτικό σχεδιασμό στην αντιμετώπισή τους, είτε αυτή αφορά λογική guns blazing, είτε πιο συγκρατημένη στρατηγική με κρύψιμο και ξαφνικές επιθέσεις ή το στήσιμο παγίδων. Τα ανωτέρω ισχύουν και για τα υπόλοιπα είδη εχθρών που συναντήσαμε στις 30 περίπου ώρες που μας απασχόλησε ο τίτλος της Arkane Studios.
O Talos 1 είναι μια ιδιαίτερη περίπτωση βέβαια, τόσο αισθητικά όσο και λειτουργικά. Το παιχνίδι βασίζεται σε μια εναλλακτική ιστορία, όπου ο J.F. Kennedy δεν δολοφονήθηκε, συνεπώς υπήρξε μεγάλη άνθιση στην εξερεύνηση του διαστήματος. Εξού και το art-deco που κοσμεί μεγάλα τμήματα του σταθμού, αισθητική επιλογή που είναι καταδικασμένη να θυμίζει και αυτή κάτι από Rapture. Και οι ομοιότητες δεν σταματούν εκεί. Όπως οι επιστήμονες της Rapture είχαν ανακαλύψει τα plasmids, στο σύμπαν του Prey και στο μικρόκοσμο του Talos 1, σημαντικότερη ανακάλυψη, πέραν της ύπαρξης των Typhon, αποτελούν τα Neuromods, χημικές ουσίες που επισυνάπτωνται στους νευρώνες του εγκεφάλου και ενισχύουν τους ανθρώπους με μακροζωία, υψηλότερη αντοχή, αλλά και υπερφυσικές δυνατότητες. Οι τελευταίες, ευτυχώς, εξηγούνται αρκετά σεναριακά ώστε να μην υπάρχουν περαιτέρω απορίες, ενώ ανοίγουν με πολλούς τρόπους την εξερεύνηση στα επίπεδα του παιχνιδιού, επιτρέποντας τη πρόσβαση σε κλειστά δωμάτια ακόμα και από γκρεμισμένες πόρτες, ή τη μετακίνηση εμποδίων στο διάβα μας χάρη στην υπερφυσική, επίκτητη φυσικά, δύναμη που μπορεί να αποκτήσει ο χαρακτήρας.
Σαν να μην έφταναν αυτά, νωρίς εντός του παιχνιδιού παραλαμβάνουμε και το Gloo Gun, ένα όπλο που πετάει μια ουσία σαν πολυουρεθάνη που σταθεροποιείται μετά από λίγο και έχει πολλαπλές χρήσεις. Σβήνει φωτιές, ακινητοποιεί για λίγο χρονικό διάστημα τους αντιπάλους, ή δημιουργεί σκαλοπάτια στα οποία μπορούμε να πατήσουμε για να φτάσουμε σε δύσβατα σημεία εντός των επιπέδων. Σε συνδυασμό με το ευφάνταστο level design, και τις δυνάμεις που μας δίνουν τα Neuromods, η εξερεύνηση γίνεται εμμονή και μας προκαλεί να δούμε όσο το δυνατόν περισσότερο από το διαστημικό σταθμό, εμπλουτίζοντας ταυτόχρονα τις γνώσεις μας για τον εναλλακτικό κόσμο του Prey. Τα υπόλοιπα όπλα λειτουργούν ως οφείλουν, χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα, με μόνο μας πραγματικό σκάλωμα την αρχικά μειωμένη τους αποτελεσματικότητα που καθιστά κάποια upgrades αναγκαία, αν θέλουμε να βασιστούμε σε αυτά.
Το μόνο μας ουσιαστικό παράπονο, είναι ότι, συγκριτικά με παρόμοιες προσπάθειες της ίδιας και άλλων developers, ο Talos 1 μοιάζει πιο...επιφανειακός, με λιγότερο βάθος σε lore, πιο επίπεδους χαρακτήρες και κίνητρα αυτών.
Επιτυχία της Arkane Studios αποτελεί ο τρόπος που μας δίνονται τα main και side quests κατά τη διάρκεια της περιήγησης μας στον Talos 1. Η συνάντηση μας με τους περισσότερους NPCs είναι αναγκαία για τη συνέχιση της ιστορίας και τα side quests που μας δίνουν αποτελούν τον κυριότερο λόγο να επισκεφθούμε εκ νέου περιοχές που έχουμε αφήσει πίσω μας. Στην πλειοψηφία τους, τα side quests είναι δεμένα με το main story σχεδόν οργανικά. Μπορούμε φυσικά να τα παρακάμψουμε, αποφεύγοντας αρκετό backtracking, αφήνοντας όμως έτσι πίσω μας ουσιαστικά ανεξερεύνητες πτυχές του σύμπαντος του Prey, αλλά και πολύτιμα items και Neuromods. Αναβαθμίσεις δηλαδή που θα κάνουν τη ζωή μας ευκολότερη αργότερα, όταν τα πράγματα σκουρύνουν.Η Cry Engine, σε αυτήν της την υλοποίηση, αποτέλεσε πολύτιμο σύμμαχο, ειδικότερα στην έκδοση των υπολογιστών που είχαμε στη διάθεσή μας. Οι εκδόσεις για κονσόλες βέβαια υποφέρουν από αργό loading μεταξύ των περιοχών, που ενώ κατά τις πρώτες ώρες δεν ενοχλεί, όσο εξελίσσεται η ιστορία και μας αναγκάζει να περνάμε γρήγορα περιοχές για να επιστρέψουμε σε προηγούμενες, αδιαμφισβήτητα θα καταντήσει κουραστικό. Εξαιρώντας το παραπάνω, η απόδοση του παιχνιδιού αποδείχθηκε σταθερότατη ακόμα και σε gaming laptop σε high settings, αποδεικνύοντας έτσι τη δουλειά που έγινε σε αυτόν τον τομέα από την Arkane Studios. Η θυσία αφορά στην απτή ποιότητα, η οποία σε καμία περίπτωση δεν εντυπωσιάζει, στέκεται όμως αξιοπρεπώς χωρίς να ενοχλεί. Σε αυτό φυσικά συμβάλλει η ατμόσφαιρα του Talos 1, αλλά και η καλλιτεχνική κατεύθυνση που επέλεξε η ομάδα ανάπτυξης, που θυμίζει βέβαια αρκετά Dishonored, ειδικά στο σχεδιασμό των χαρακτήρων. Tο soundtrack του τίτλου δεν κλέβει τη παράσταση όπως αντίστοιχα έκανε πέρσι τέτοιο καιρό το Doom του ίδιου δημιουργού (Mick Gordon), συνοδεύει όμως σωστά τη δράση σε όλες τις περιπτώσεις, χτίζει περισσότερο την ένταση όπου χρειάζεται και δεν χαρακτηρίζεται παράταιρο.
Η Arkane Studios εκμεταλλεύεται στο μέγιστο βαθμό τη γνώση που έχει αποκτήσει με τα projects που έχει καταπιαστεί όλα αυτά τα χρόνια και χτίζει τελικά κάτι παραπάνω από ένα απλά άρτιο σύνολο. Κλείνει το μάτι στα System Shock και BioShock, τα οποία και αυτά με τις αδυναμίες τους έχουν μείνει στην ιστορία. Σίγουρα, δεν αγγίζει σε ποιότητα τα πιο πάνω παραδείγματα, ούτε είναι καταδικασμένο να μείνει κλασικό όπως αυτά, όμως αποτελεί μια προσεγμένη δημιουργία σε πολλαπλούς τομείς, με replayability, ενδιαφέροντα κόσμο και ένα περιβάλλον που σίγουρα αξίζει την προσοχή σας. Ευχόμαστε, όπως και με το Dishonored, αυτή η κυκλοφορία να μην είναι το ζενίθ των δυνατοτήτων της Arkane Studios, αλλά να δούμε ακόμα καλύτερα πράγματα στο μέλλον.
Ως μεγάλος φαν του Dishonored είμαι πολύ ενθουσιασμένος με το prey!