Το πολυαναμενόμενο “A Plague Tale: Requiem” είναι sequel του εξαιρετικού “A Plague Tale: Innocence”, που κυκλοφόρησε από τη γαλλική Asobo Studio το 2019. Από πλευράς gameplay, φαίνεται να έχει και αυτό επιρροές από το The Last of Us του 2013. Η κάμερα, τα workbenches για την βελτίωση των όπλων, η συλλογή υλικών για crafting και το γεγονός πως σχεδόν σε όλο το παιχνίδι συνοδεύεστε από κάποιον σύμμαχό σας, θα σας θυμίσουν πολύ έντονα τον τίτλο της Naughty Dog. To A Plague Tale διηγείται την ιστορία της Amicia De Rune και του αδελφού της, Hugo, o οποίος πάσχει από την θανατηφόρα ασθένεια «La Macula». Η ασθένεια του Hugo, εκτός από το γεγονός ότι τον σκοτώνει σιγά σιγά, ελκύει μαύρα ποντίκια προς το μέρος του τα οποία σπέρνουν τον θάνατο και την καταστροφή, την εποχή της πανούκλας στη Γαλλία το 1348. Ο πρώτος τίτλος απέσπασε πολύ θετικά σχόλια για την αφήγησή, το gameplay και τα γραφικά του, δεδομένου πως είχε πολύ μικρό budget. Πρέπει να σημειώσουμε πως έγινε η μέγιστη δυνατή προσπάθεια να αποφευχθούν spoilers για το πρώτο μέρος στο review μας, παρόλα αυτά αν δεν έχετε παίξει το A Plague Tale: Innocence, διαβάστε το παρακάτω κείμενο με επιφύλαξη. Η Asobo Studio, με την στήριξη της Focus Interactive, άφησαν πίσω τους τα PlayStation 4, Xbox One και Nintendo Switch, αναπτύσσοντας το sequel με σαφώς βελτιωμένη ποιότητα γραφικών, ήχου και δυνατοτήτων που υποστηρίζονται μόνο από τις κονσόλες της τρέχουσας γενιάς και τα σύγχρονα PC.
@enternitygr Μεγάλο το πρόβλημα με τα 30fps στα σύγχρονα videogames, συμφωνείτε; #gaming #tiktokgaming #videogames #30fps #GothamKnights #APlagueTaleRequiem ♬ original sound - Enternity GR
Τα γεγονότα του A Plague Tale: Requiem ξεκινούν έξι μήνες μετά από εκείνα του πρώτου παιχνιδιού, με την Amicia, την μητέρα της, Beatrice, και τον Lucas να προσπαθούν να βρουν θεραπεία για την κατάσταση του Hugo. Παίζοντας, δύο στοιχεία γίνονται πάρα πολύ ξεκάθαρα από τα πρώτα δευτερόλεπτα. Το πρώτο, είναι η σαφώς βελτιωμένη ποιότητα των γραφικών. Ο κόσμος του Requiem είναι γεμάτος με χρώματα, κινήσεις στο background και φυσικά αρκετή λεπτομέρεια στα πρόσωπα των χαρακτήρων. Είναι όμορφο οπτικά σχεδόν σε όλα τα σημεία του. Ο κόσμος και το περιβάλλον τοπίο είναι προσεκτικά σχεδιασμένα. Οι σκιές και ο φωτισμός είναι άπταιστης ποιότητας. Επιπλέον, σε σημεία που εμφανίζονται ποντίκια, είναι ξεκάθαρο πως η ποσότητά τους στην οθόνη έχει αυξηθεί σε πολύ μεγάλο βαθμό. Η ποιότητα της φωτιάς που ανάβει η Amicia για να αποφύγει τα ποντίκια έχει βελτιωθεί στο μέγιστο και οι σκιές που προκαλούν οι διάφορες πηγές φωτός είναι ξεκάθαρες και ρεαλιστικές. Τα παραπάνω θα αποτελούσαν μια πολύ επαρκή δικαιολογία για την απόφαση της εταιρείας να μην λανσάρει τον τίτλο σε κονσόλες προηγούμενης γενιάς.
Παρόλα αυτά, δυστυχώς, το τίμημα που πληρώθηκε για την οπτική αναβάθμιση είναι πολύ μεγάλο. Ο τίτλος δημιουργεί συχνά την ψευδαίσθηση του «ανοιχτού κόσμου» ενώ ουσιαστικά το μονοπάτι που μπορείτε να ακολουθήσετε ως παίκτες είναι πολύ συγκεκριμένο, με τις περισσότερες περιοχές να είναι πάρα πολύ γραμμικές. Σε διάφορα σημεία σε πόλεις παρατηρούμε πληθώρα από κτίρια και λεπτομέρειες, αλλά πολύ λίγους NPC στον δρόμο, οι οποίοι απλά στέκονται ακίνητοι δίχως να εξυπηρετούν κάποιο σκοπό, πέραν του να σας μπλοκάρουν ένα μονοπάτι. H ποιότητα των προσώπων των χαρακτήρων που δεν συμμετέχουν ενεργά στην ιστορία, είναι κάτω του μετρίου, σε αντίθεση με τα πολύ προσεγμένα χαρακτηριστικά στα πρόσωπα των πρωταγωνιστών. Αλλά το μεγαλύτερο πρόβλημα, το οποίο είναι και η μαύρη κηλίδα του τίτλου, είναι το frame rate.
Η Asobo Studio επέλεξε να μην συμπεριλάβει επιλογές γραφικών στο A Plague Tale: Requiem. Ο τίτλος τρέχει στοχεύοντας τα 30fps στα PlayStation 5, Xbox Series X και Xbox Series S. Φυσικά, αυτό δεν ισχύει σε PC. Βλέποντας τις επίσημες απαιτήσεις συστήματος, είναι ξεκάθαρο πως οι κονσόλες τρέχουσας γενιάς θα μπορούσαν να θέσουν ως στόχο τα 60fps σε ανάλυση 1080p. Μάλιστα, όπως αναφέρουμε παραπάνω, ο τίτλος «στοχεύει» τα 30fps χωρίς να τα έχει κλειδωμένα μονίμως. Όταν εμφανίζεται αυξημένος αριθμός ποντικιών ή μεγάλες εστίες φωτιάς, κάτι το οποίο είναι σχετικά συχνό, γίνεται ξεκάθαρο πως τα frames πέφτουν, δημιουργώντας οριζόντιες γραμμές στην οθόνη που μειώνουν τις επιδόσεις. Οι στιγμές αυτές δεν κρατάνε πολύ, αλλά είναι αρκετά έντονες για να μας υπενθυμίσουν την εποχή των PlayStation 3 και Xbox 360. Ταυτόχρονα, ενώ η ποιότητα είναι πραγματικά εξαιρετική, δεν ξεπερνά τίτλους που έχουν ήδη κυκλοφορήσει και τρέχουν άνετα στα 60fps, κάνοντας την επίδοση του τίτλου περίεργη και… απαράδεκτη. Άλλωστε, οι εκφράσεις «4K» και «60fps» ήταν μέρος του βασικού elevator pitch για τα PlayStation 5 και Xbox Series X. Το να αναλύουμε εν έτει 2022 επιδόσεις τίτλου που δεν μπορεί να κρατήσει τα 30fps σε PlayStation 5 είναι τουλάχιστον μη αποδεκτό.
Το δεύτερο στοιχείο που γίνεται ξεκάθαρο από τα πρώτα δευτερόλεπτα, είναι ο συγχρονισμός στα χείλη των χαρακτήρων. Το πρώτο μέρος της ιστορίας είχε γαλλικό συγχρονισμό στα χείλη, καθώς το A Plague Tale είναι ιστορία που γράφτηκε στα γαλλικά. Δεδομένου πως ο κύριος ανταγωνιστής του πρώτου τίτλου είναι ο αγγλικός στρατός, πως το παιχνίδι λαμβάνει χώρα στην Γαλλία και πως το lipsync ήταν στα γαλλικά, ένα μεγάλο μέρος των παικτών (και ο συντάκτης) επέλεξε την γαλλική γλώσσα για να απολαύσει τον τίτλο του 2019. Το A Plague Tale: Requiem όμως, υιοθετεί αγγλικό συγχρονισμό στα χείλη των χαρακτήρων κατά την διάρκεια των cutscenes. Tαυτόχρονα έχει αλλάξει η Αγγλίδα voice actress της Amicia, η οποία είναι η πρωταγωνίστρια! Τα συναισθήματα για αυτή την απόφαση της Asobo είναι… ανάμεικτα στην καλύτερη,. Σε κάθε περίπτωση, ο συντάκτης αυτού του review, αν και δεν γνωρίζει γαλλικά, πιστεύει πως η γαλλική γλώσσα είναι πολύ καλύτερη για να απολαύσετε τον τίτλο, με πολύ περισσότερο συναίσθημα που ταιριάζει στην κάθε στιγμή της αφήγησης. Επιπλέον, οι Γάλλοι voice actors παραμένουν ίδιοι από τον πρώτο τίτλο.
Έχοντας ξεπεράσει λοιπόν το διπλό σοκ των πρώτων δευτερολέπτων, συνεχίζουμε με την ιστορία. Η αφήγηση του A Plague Tale: Requiem παραμένει στο υψηλό επίπεδο του πρώτου τίτλου. Υπάρχει έντονη εστίαση στην προβολή της εξέλιξης της Amicia και των υπόλοιπων χαρακτήρων, με την ίδια να μην λυπάται πλέον να ζήσει και να πεθάνει για τον μικρό της αδερφό. Τα συναισθήματα από τα κεντρικά πρόσωπα της ιστορίας είναι έντονα ενώ είναι ξεκάθαρη η ατσάλινη -πλέον- αποφασιστικότητα της Amicia ως προς το που είναι διατεθειμένη να φτάσει για να σώσει πρώτα τον Hugo και μετά τον υπόλοιπο κόσμο. Η ιστορία σύμφωνα με την ομάδα ανάπτυξης θα σας πάρει περίπου 15-18 ώρες για να την τελειώσετε, αλλά από την δική μας εμπειρία αυτό το νούμερο μπορεί να ανεβεί αρκετά αν αναλωθείτε στο να ψάχνετε καλά το περιβάλλον. Ένα μικρό παράπονο στην αφήγηση είναι πως «αργεί» λίγο να φτάσει (και να ξεπεράσει) τα επίπεδα του A Plague Tale: Innocence, με τα πρώτα κεφάλαια του παιχνιδιού να δείχνουν την Amicia να χάνει τον χρόνο της σε ασήμαντους στόχους.
Η εξέλιξη του χαρακτήρα της Amicia, συνοδεύεται από πολλές προσθήκες στο gameplay. Τα πρώτα «βαρετά» κεφάλαια δεν προσθέτουν στο οπλοστάσιο κινήσεων της πρωταγωνίστριας. Μετά το περίπου 20% της ιστορίας, πολύ περισσότεροι τρόποι να αποφεύγετε ποντίκια και εχθρούς. Επιπλέον, υπάρχει πληθώρα από τρόπους με τους οποίους μπορείτε να σκοτώσετε αυτούς που σας καταδιώκουν. Η Amicia μπορεί να προσεγγίσει με τρείς διαφορετικούς τρόπους τους αντιπάλους της. Ο πρώτος είναι το stealth, το οποίο παραμένει σε εξαιρετικά επίπεδα. Μπορείτε να κρυφτείτε σε ψηλή βλάστηση, να απομνημονεύσετε τις περιπολίες φρουρών και να κινηθείτε ανάλογα. Μπορείτε να πετάξετε πέτρες σε αντικείμενα, ή βάζα προκειμένου να προκαλέσετε θόρυβο για να απομακρύνετε αντιπάλους. Επιπλέον, σας δίνεται θα βρείτε μαχαιράκια με τα οποία η Amicia μπορεί να σκοτώσει αθόρυβα έναν φρουρό ή να ανοίξει πόρτες και άλλα σημεία ενδιαφέροντος που περιέχουν αντικείμενα.
Ο δεύτερος τρόπος είναι να χρησιμοποιήσετε το μεγάλο πλέον οπλοστάσιό της για να σκοτώσετε εχθρούς, κάτι που δεν υπήρχε ως επιλογή στον πρώτο τίτλο. Η πρωταγωνίστρια αποκτά βαλλίστρα και πολύ περισσότερους τρόπους να κάνει ζημιά με τις πέτρες της σφεντόνας, του αγαπημένου της όπλου. Ο τρίτος τρόπος είναι η αλχημεία. Δημιουργώντας υλικά από πράγματα που βρίσκετε στον κόσμο, μπορείτε να βάλετε φωτιά σε σημεία ή εχθρούς, να δελεάσετε ποντίκια να τους φάνε, να δημιουργήσετε ομίχλη ή να τυφλώσετε κάποιον προκειμένου να σωθείτε. Η αλχημεία χρησιμοποιείται κυρίως για να αποφύγετε ποντίκια, τα οποία αν πιάσουν την Amicia την σκοτώνουν αμέσως. Τα ποντίκια δεν πάνε όπου υπάρχει φως, οπότε η πρωταγωνίστρια μπορεί να είναι ασφαλής σε οποιαδήποτε πηγή φωτός. Συνεπώς, μπορείτε να δημιουργήσετε «ignifer» το οποίο βάζει φωτιά σε ότι χτυπήσετε με την φλεγόμενη πέτρα της σφεντόνας σας. Υπάρχει το «extinguis» το οποίο σβήνει φωτιές και το «episanguis» που δελεάζει τα ποντίκια να μετακινηθούν στην τοποθεσία που θα το πετάξετε. Στο αλχημικό οπλοστάσιό σας έχει προστεθεί και το «tar» με το οποίο μπορείτε να δημιουργήσετε φωτιές στο έδαφος, ή να κάνετε μια φωτιά εκτυφλωτικά λαμπερή για να απομακρύνετε ακόμη περισσότερο τα μαύρα τρωκτικά που διψούν για την σάρκα σας.
Ανάλογα με τον τρόπο προσέγγισης του παίκτη στην μάχη, η Amicia εξελίσσει ένα εκ των τριών διαφορετικών ειδών μάχης: Prudence (όταν επιλέγετε stealth), Aggression (όταν επιλέγετε μάχη) και Alchemy (όταν επιλέγετε τρόπους που περιλαμβάνουν υλικά που φτιάχνετε). Όσο πιο πολύ εξελίσσεται μια ικανότητα, η Amicia αποκτά δυνατότητες αποκλειστικές για αυτήν. Ο Hugo, πάσχοντας ακόμη περισσότερο καιρό από την θανατηφόρα «La Macula» μπορεί να ελέγξει πλέον ορδές από ποντίκια, να τα μετακινήσει και να τα χρησιμοποιήσει εναντίον των αντιπάλων. Επιπλέον, μπορεί να συνδεθεί ψυχικά μαζί τους για να βλέπει την τοποθεσία των εχθρών μέσα από τοίχους και άλλα εμπόδια. Παρόλα αυτά, σε κάθε κεφάλαιο, υπάρχει μια μπάρα μέτρησης του άγχους του Hugo. Αν αυτή η μπάρα φτάσει στο τέλος, ο αδελφός της Amicia δεν μπορεί να ελέγξει ξανά ποντίκια μέχρι το επόμενο. Όσο προχωράτε στον κόσμο του A Plague Tale: Requiem, θα ανακαλύπτετε workbenches, στα οποία μπορείτε να χρησιμοποιήσετε εργαλεία που βρήκατε για να βελτιώσετε την σφεντόνα, την βαλλίστρα και την ικανότητα της Amicia στα είδη αλχημείας.
Το A Plague Tale: Requiem αξιοποιεί πλήρως τις δυνατότητες του PlayStation 5. Το πολύ λεπτομερές Haptic Feedback σας κάνει να αισθάνεστε κάθε βήμα σας, με διαφορετικούς παλμούς ανάλογα με το έδαφος και την βροχή. Τα Adaptive Triggers ζορίζουν και χαλαρώνουν ανάλογα με το όπλο και το αξεσουάρ που χρησιμοποιείτε την κάθε στιγμή. Ο ήχος του παιχνιδιού είναι εξαιρετικός και υποστηρίζεται πλήρως η λειτουργία 3D audio η οποία ξεκαθαρίζει την κατεύθυνση του κάθε ήχου που ακούγεται. Άψογης ποιότητας είναι και το soundtrack, με μουσική που θα σας συνοδεύει στο ταξίδι σας στην Γαλλία του 1348.
Κλείνοντας, έχουμε να πούμε πως παρόλο που το sequel δεν επαναπροσδιορίζει το είδος του, είναι ένα ενδιαφέρον και καλό παιχνίδι το οποίο προσθέτει ουσία στην ιστορία του πρώτου μέρους διατηρώντας την ποιότητα της αφήγησης σε υψηλό επίπεδο αλλά και το ενδιαφέρον για τους πρωταγωνιστές. Αν μπορείτε να αποδεχτείτε τις εκπτώσεις που έγιναν προκειμένου να παραχθεί ένα καλύτερο οπτικό αποτέλεσμα, τότε δεν πρέπει να λείπει από την συλλογή σας. Παρόλα αυτά αισθανόμαστε πως συνολικά, η Asobo Studio, πήρε κάποιες αποφάσεις στον τεχνικό τομέα του παιχνιδιού οι οποίες πάνε το κατά τα άλλα πολύ καλό A Plague Tale: Requiem ένα βήμα μπροστά και πέντε πίσω.
Κονσόλες ; Αφού σε χβοχ πάει εξήντα έτσι δεν είναι ; Τι φάση ;
Στις κονσόλες πάει ταβάνι 30fps, εκτός από τις 120Hz περιπτώσεις που πάει 40fps. Αλλά και αυτά τα 30 υποφέρουν υπό περιπτώσεις...
Thanks για διευκρίνιση καθώς είχα πλάνη .
Δεν ήσουν και ο μόνος. Η εταιρεία δεν είχε δηλώσει ΠΟΥΘΕΝΑ τα options για το display. Σε next-gen only game, θεωρήσαμε αυτονόητο (κακώς) πως θα έχουμε τουλάχιστον ένα τυπικό dynamic 4K/60 vs 4K/30, αλλά απλά δεν υπήρχε καμία επιλογή για ρύθμιση πέραν του HDR