Η ανακοίνωση της επιστροφής του Rage ξάφνιασε. Όχι τόσο γιατί δεν περιμέναμε μετά την μέτρια αποδοχή του πρώτου τίτλου να εξελιχθεί σε franchise, αλλά γιατί γνωρίζουμε ότι η id Software αυτόν τον καιρό εργάζεται στο sequel του Doom (2016). Αργότερα ήρθαν και περισσότερες λεπτομέρειες, όπως το γεγονός ότι τον κύριο όγκο της ανάπτυξης σηκώνει η Avalanche του Mad Max, σε συνεργασία φυσικά με την id. Οπότε έμενε απλά να περιμένουμε. Η αλήθεια είναι ότι το σκηνικό του post-apocalyptic δεν μας είχε λείψει. Πρόσφατα είδαμε σε παρόμοια θεματική και το Far Cry: New Dawn, οπότε ελπίζαμε τουλάχιστον σε μια καλύτερη και πιο ουσιαστική υλοποίηση αυτήν τη φορά. Και το Rage 2 δεν απογοητεύει. Ο κόσμος που έχει χτίσει η Avalanche μοιάζει σε πρώτη όψη πιο αναρχικός, πιο άστατος. Όπως θα περίμενε κανείς από έναν πλανήτη που χτυπήθηκε από κομήτη έστω και αν έχουν περάσει χρόνια από αυτό το συμβάν. Οι -τρόπον τινά- κοινωνίες που έχουν σχηματιστεί στο χάρτη διακατέχονται από την ίδια τρέλα που έχουμε δει ξανά στα Borderlands αλλά και στο πρώτο Rage. Κατά την περιπλάνησή μας δεν νιώσαμε ποτέ ότι τα μάτια μας κουράζονται από έρημο ή μονότονο περιβάλλον. Αντίθετα συναντήσαμε βουνά, ερημικά τοπία, βάλτους αλλά και περιοχές με ζούγκλα και αρκετή βλάστηση, που συνθέτουν μια όμορφη συνολικά ποικιλομορφία που εκτιμούμε.
Η προαναφερθείσα εκτίμηση πέφτει κατακόρυφα όταν συναντάμε τις δραστηριότητες που καλούμαστε να ολοκληρώσουμε στον πλούσιο αυτόν -σχεδιαστικά- κόσμο. Κυριολεκτικά από την πρώτη ώρα της ενασχόλησής μας έχουμε συναντήσει και τα πέντε διαφορετικού τύπου sidequests που συναντάμε διαρκώς μέχρι τον τερματισμό του Rage 2, με αποτέλεσμα η κούραση και η βαρεμάρα να έρχονται γρήγορα. Συναντάμε τυχαίες περιπλανώμενες ομάδες εχθρών που μας επιτίθενται, εγκαταλελειμμένες «κιβωτούς» που το ξεκλείδωμά τους προσθέτει νέες δυνατότητες στη στολή μας, στρατηγικά τοποθετημένες συμμορίες που πρακτικά έχουν κλείσει τους δρόμους που πρέπει εμείς να ανοίξουμε. Και αν κάποιες από αυτές τις δευτερεύουσες αποστολές μπορούν να παρακαμφθούν, προτείνουμε σίγουρα η εξερεύνηση όλων των κιβωτών να αποτελέσει την πρώτη προτεραιότητα, προκειμένου να ξεκλειδώσουν οι δυνάμεις σας και, κατά συνέπεια, το gameplay, για να δείξει το πραγματικό του πρόσωπο. Βλέπετε η κληρονομιά της id Software κατορθώνει να αποτελεί και το καλύτερο στοιχείο του Rage 2, το gunplay. Όντας δύο κλικ πιο αργό σε ταχύτητα από το Doom της id, προσφέρει τις καλύτερες στιγμές του κατά τη διάρκεια της μάχης. Το περιβάλλον ακόμα και στους πιο κλειστούς χώρους είναι σημαντικά πιο ανοιχτό από το κλειστοφοβικό Doom, ενώ οι ενέσεις έμπνευσης της Avalanche σε σχεδιασμό όπλων, ποικιλία αυτών αλλά και τις δυνάμεις της ίδιας της στολής του Ranger που κληροδοτείται στον πρωταγωνιστή διαφοροποιούν σημαντικά την εμπειρία της μάχης. Τα Nanotrites, τα οποία ξεκλειδώνουμε στις «κιβωτούς» συνδυάζονται με τη στολή του πρωταγωνιστή μας και του δίνουν «υπερδυνάμεις». Για παράδειγμα, έχουμε Kinetic Blast, που αρκετά προβλέψιμα «σπρώχνει» εχθρούς και αντικείμενα, ή τη δυνατότητα μόλις πεθάνουμε να ανακτήσουμε ένα ποσοστό της ζωής μας και να συνεχίσουμε τη μάχη.
Με το που φοράμε τη στολή του Ranger γνωρίζουμε το assault rifle ως πρώτο όπλο και μαθαίνουμε τα βασικά περί shooting, αλλά και χαρακτηριστικά της στολής όπως το overdrive mode που επιτρέπει damage πολλαπλάσιο του συνηθισμένου. Όμως αργότερα και με την εξερεύνηση αποκτούμε το απολαυστικό shotgun και άλλες επιλογές που προσθέτουν ποικιλία και στρατηγική προσέγγιση στο gameplay, όπως το Firestorm revolver, το οποίο τοποθετεί σφαίρες στους εχθρούς, οι οποίες εκρήγνυνται σε δεύτερο χρόνο, αλλά και το Gravity Dart launcher που πρακτικά επηρεάζει το βαρυτικό πεδίο του παιχνιδιού και επιτρέπει πολλούς πειραματισμούς με σώματα αντικειμένων και εχθρών. Επιπλέον ξεχωρίσαμε τα Ηyper cannon και Charged Pulse cannon τα οποία θυμίζουν οποιαδήποτε παρόμοια όπλα έχετε δει σε τίτλους της id Software. Η μονοτονία των side missions ευτυχώς δεν μεταφέρεται στις κύριες αποστολές. Αντιθέτως οι τελευταίες προσθέτουν πολλή περισσότερη ποικιλία στο gameplay, αφού δεν περιορίζονται στη λογική του «πήγαινε εκεί και ενεργοποίησε ένα διακόπτη, επίστρεψε πίσω» και κρατούν το ενδιαφέρον του παίκτη παρά τη μέτρια ιστορία. Συγκεκριμένα μόνο δύο φορές νιώσαμε κουρασμένοι κατά τη διάρκεια κάποιας κύριας αποστολής, ενώ μόνο σε μια περίπτωση, που πρέπει να αποτελεί και κάποιου είδους ρεκορ για τίτλο της Bethesda, ο χαρακτήρας μας έπεσε μέσα από textures και χρειάστηκε να φορτώσουμε εκ νέου το save μας.
Μιας και φτάσαμε στον τεχνικό τομέα, αξίζει να σταθούμε λίγο στην επιλογή της Avalanche όσον αφορά στις ενισχυμένες κονσόλες, Xbox One X και PlayStation 4 Pro. Αντί να έχουμε ανάλυση 4K (ή στο περίπου), όπως συνηθίζουν τελευταία οι developers, ή πιο ενισχυμένο τεχνικό τομέα, έχουμε 60 καρέ το δευτερόλεπτο. Απλά και σταθερότατα. Και ειδικά στη γρήγορη δράση που χαρακτηρίζει το Rage 2, πρόκειται για μια επιλογή των developers που αποζημιώνει σε κάθε περίπτωση. Έχουμε μεν να αντιμετωπίσουμε λίγη θολούρα παραπάνω, ιδιαίτερα οι κάτοχοι τηλεοράσεων 4K, αφού το anti-aliasing μπορεί να φτάσει μέχρι κάποιο σημείο εξομάλυνσης, όμως η γρηγορότερη δράση μεταμορφώνει με τέτοιο τρόπο το gameplay που δεν χωρά κουβέντα για το τι προτιμούμε τελικά. Στο campaign συναντούμε και τους πιο δουλεμένους δευτερεύοντες χαρακτήρες, οι οποίοι έχουν τα δικά τους κίνητρα για να μας βοηθήσουν και, το πιο σημαντικό, κατορθώνουν να μας τα περάσουν χωρίς κουραστικούς, μακρόσυρτους διαλόγους. Μοναδική παραφωνία σε ένα γενικά καλό καστ χαρακτήρων αποτέλεσε η Lily Prowley, η οποία, αν και εμφανίζεται από την αρχή της ιστορίας, συμμετέχει ελάχιστα στην πορεία του πρωταγωνιστή μας και την ξαναβλέπουμε στο τέλος, ως από μηχανής θεότητα, να σώζει τη κατάσταση.
Αυτόνομα, το campaign διαρκεί περίπου δώδεκα ώρες, αν συνυπολογίσουμε και τις δύο περίπου ώρες που απαιτούνται για την εύρεση των απαραίτητων «κιβωτών» στις οποίες αναφερθήκαμε προηγουμένως. Είναι η τεράστια ποιοτική διαφορά του campaign όμως, σε σχέση με το υπόλοιπο περιεχόμενο στον κόσμο του Rage 2, που «μικραίνει» τον τίτλο. Πιο ενδιαφέροντα side quests θα έδιναν περισσότερο ζουμί στον ψηφιακό κόσμο της Avalanche, περισσότερη ουσία στην ενασχόλησή του παίκτη με το παιχνίδι και, φυσικά, περισσότερη αξία στο Rage 2 σαν σύνολο. Ακόμα και η χρήση των οχημάτων μοιάζει στο τέλος διεκπεραιωτική, απλά για να φτάνουμε από το σημείο Α στο σημείο Β, αντί να χρησιμοποιηθούν για να εξερευνήσουμε τον ανοικτό κόσμο που μας προσφέρεται.
Συνολικά το Rage 2 δεν απογοητεύει. Είναι σημαντικά καλύτερο από τον προκάτοχό του ακόμα και αν έρχεται με πολύ λιγότερο hype. Οι -τουλάχιστον- δώδεκα ώρες που διαρκεί σίγουρα προσφέρουν διασκέδαση, ενώ ακόμα και αν τα side quests δεν έχουν να προσφέρουν πολλά στο lore, αποτελούν αφορμές για ακόμα περισσότερους πυροβολισμούς. Και, τουλάχιστον μέχρι την έλευση του επόμενου τίτλου της id, διασκεδαστικότερο shooting δύσκολα θα βρείτε στην αγορά.
Για την καλύτερη εμπειρία σου θα θέλαμε να σε παρακαλέσουμε να το απενεργοποιήσεις κατά την πλοήγησή σου στο site μας ή να προσθέσεις το enternity.gr στις εξαιρέσεις του Ad Blocker.
Με εκτίμηση, Η ομάδα του Enternity