Προχωρώντας, το G3 συνδέεται σε κάθε ένα από τα υποστηριζόμενα συστήματα με τον τρόπο του και η Creative φρόντισε να περιλαμβάνει όλα τα απαραίτητα καλώδια στη συσκευασία. Η συσκευή έχει ενσωματωμένο καλώδιο USB-C. Οπότε σε PC και Mac με ανάλογες εισόδους, μπορεί να συνδέεται ως έχει. Στο Switch είναι απαραίτητη η σύνδεση σε θύρα USB-A, άρα σε κάποια από εκείνες που βρίσκουμε στο dock. Για αυτόν ακριβώς το λόγο -αλλά και για να καλυφθούν κάτοχοι PC/Mac που δεν έχουν πρόχειρες θύρες USB-C κι ούτε έχουν ήδη κάποιον προσαρμογέα στη συλλογή τους- περιλαμβάνεται στη συσκευασία λιλιπούτειος προσαρμογέας για μετατροπή από USB-C σε USB-A. Τυπικά, δεν εμποδίζει κανείς το χρήστη να συνδέσει το DAC στη μία και μόνο ανά πάσα στιγμή διαθέσιμη θύρα USB-C που έχει το σύστημα της Nintendo, αλλά κάτι τέτοιο σημαίνει ότι η κονσόλα πρέπει να είναι εκτός dock και εκτός τροφοδοσίας (ή στο dock αλλά εκτός τροφοδοσίας) και πως ο παίκτης έχει να διαχειριστεί ένα κρεμάμενο από κάπου DAC καθώς «κραδαίνει» ένα Switch στα χέρια. Είναι αυτονόητο ότι η όλη ιδέα έχει πρακτική αξία με την κονσόλα σε dock πάντα. Ειδική περίπτωση, από άποψη συνδεσμολογίας, είναι το PS4, αφού το DAC «περιμένει» να παραλάβει ήχο από οπτική ίνα. Το θετικό, βέβαια, είναι πως η συσκευασία του περιλαμβάνει και το απαραίτητο καλώδιο, οπότε κανείς δεν θα αναγκαστεί να ψάχνει ένα καλώδιο που σπάνια έχει πλέον χρησιμότητα σε εύρος περιπτώσεων. Και πάλι απαιτείται σύνδεση σε θύρα USB πάντως, για τροφοδοσία της συσκευής.
Σε κάθε σύστημα αυτά είναι τα αναμενόμενα σενάρια ως προς τη συνδεσμολογία. Δεν είναι όμως τα μοναδικά. Σε όλες τις περιπτώσεις το DAC μπορεί να τραβά ρεύμα από φορτιστή ή άλλη θύρα USB, αλλά να δέχεται ήχο από καλώδιο με mini jack. Βλέπεται, η είσοδος της οπτικής είναι μικτή. Δέχεται οπτική ίνα αλλά και mini jack. Η λύση αυτή είναι μονόδρομος σε PS4 Slim χωρίς οπτική ίνα για παράδειγμα, ενώ είναι μια εναλλακτική και στην περίπτωση του Switch αν υποθέσουμε ότι, για κάποιο λόγο, είναι πιασμένες όλες οι διαθέσιμες θύρες και δεν μπορεί να θυσιαστεί κάτι για να δημιουργηθεί άνοιγμα, αλλά υπάρχει αναλογική έξοδος ήχου. Κι υπάρχει και ένα σενάριο ακόμη. Αν η οθόνη στην οποία καταλήγει η όποια εικόνα έχει έξοδο ήχου για να διαθέτει εκείνον που λαμβάνει από τη συσκευή με την οποία είναι συνδεδεμένη, με passthrough μπορεί να περάσει η ίδια ήχο σε είσοδο του G3. Έτσι, μάλιστα, έχουμε έναν τρόπο να κρατάμε σε ένα μέρος το DAC, αντί να το πηγαίνουμε από το ένα σύστημα στο άλλο όταν έχουμε παραπάνω από ένα. Και, τεχνικώς, αυτός είναι και τρόπος να χρησιμοποιηθεί κάπως με Xbox One, αφού το λογισμικό της κονσόλας δεν παρέχει υποστήριξη ώστε να πιάσει τόπο η απευθείας σύνδεση με USB, παρά μόνο για να δώσει ρεύμα. Δεν είναι και ο μόνος μάλιστα, αφού δοκιμή έγινε και με οπτική ίνα. Το δοκιμάσαμε γενικά αλλά και ειδικά σε Xbox One και όλα λειτούργησαν κανονικά, εκτός, φυσικά, από το voice chat. Ακόμη και το Dolby Atmos για ακουστικά λειτουργεί σωστά. Οπότε μας κάνει μια κάποια εντύπωση που ενώ σε άλλα DAC της η Creative αναφέρεται ότι υποστηρίζεται η κονσόλα της Microsoft και με τον ίδιο ακριβώς περιορισμό μάλιστα, εδώ δεν επικοινωνείται κάτι τέτοιο. Και δεν είναι ότι υποστηρίζεται κάπως αλλιώς, μιας και το ακριβότερό της gaming DAC, το Sound BlasterX G6 λειτουργεί με τον ίδιο ακριβώς τρόπο σε Xbox One (αλλά και στις άλλες κονσόλες). Οπότε η διαφορά είναι πως στα υποστηριζόμενα λειτουργικά υπάρχει δυνατότητα να παραλάβει ήχο από τη θύρα USB απευθείας το DAC, αντί να χρειαστεί ξεχωριστό καλώδιο.
Το ίδιο το DAC έχει δυο κομμάτια καουτσούκ στο κάτω μέρος, ένα σε κάθε μια από τις μικρότερες πλευρές του, για να κάθεται με μια κάποια σταθερότητα στην όποια επιφάνεια καταλήξει. Προφανώς κάτι τέτοιο είναι περισσότερο χρήσιμο σε PC/Mac ή σε οποιοδήποτε στήσιμο με κονσόλα που βασίζεται σε monitor, μιας και η χρήση monitor εξασφαλίζει μια εγγύτητα του παίκτη από αυτό ώστε να έχει νόημα να ρυθμίζει οτιδήποτε χρησιμοποιώντας τους διακόπτες και τις ροδέλες του DAC. Ουσιαστικά η κάθε πλευρά έχει τη… θεματική της, αφού στη μια βρίσκουμε ρυθμίσεις που σχετίζονται με το μικρόφωνο, άρα την είσοδο ήχου, και από την άλλη όλα έχουν να κάνουν με την έξοδο του ήχου, είτε τελικά αυτός πηγαίνει σε ακουστικά είτε οπουδήποτε αλλού. Ξεκινάμε με το πρώτο σετ, λοιπόν, δηλαδή μια ροδέλα κι έναν διακόπτη. Ο διακόπτης ουσιαστικά είναι εκεί για σίγαση ή ενεργοποίηση του μικροφώνου, κάτι που δεν απαιτεί ιδιαίτερη εξήγηση. Η ροδέλα ρυθμίζει την ένταση του ήχου από το μικρόφωνο και μόνο αυτήν συγκεκριμένα. Από την άλλη μεριά έχουμε ακριβώς τις ίδιες μηχανικές επιλογές, ένα διακόπτη μια ακόμη ροδέλα. Το τι κάνει ακριβώς η ροδέλα, όμως, εξαρτάται από τη θέση του διακόπτη. Με το διακόπτη στη θέση Vol, η ροδέλα ελέγχει την ένταση του ήχου που φτάνει στα αυτιά του παίκτη. Με το διακόπτη στη θέση Mixing όμως, η ροδέλα αλλάζει την ισορροπία μεταξύ ήχου του παιχνιδιού και έντασης του game chat, ανάλογα με την περίπτωση και το τι θέλει να ακούγεται περισσότερο ή λιγότερο ο παίκτης. Μένει, στην πάνω πλευρά του G3, ένα πλήκτρο με φωτιζόμενο δακτύλιο. Με το πλήκτρο αυτό ενεργοποιείται το λεγόμενο Footsteps Enhancer Mode. Η περιγραφική ονομασία του mode αυτού είναι απόλυτα ακριβής και ουδεμία σχέση δεν έχει με βελτίωση του ήχου με τα τυπικά ποιοτικά κριτήρια, κάτι που θα περιμέναμε σε άλλα DAC που δεν είναι σχεδιασμένα με το gaming κατά νου. Ουσιαστικά «πνίγει» τις χαμηλές συχνότητες, προωθεί σε διαφορετικό βαθμό μεσαίες και υψηλές. Το σκεπτικό είναι πως ο γδούπος του βηματισμού ενός αντιπάλου τείνει να κινείται χαμηλά σε συχνότητα και μπλέκεται ευκολότερα με το ηχητικό υπόβαθρο. Με το συγκεκριμένο mode η ηχητική ισορροπία είναι… εκτός τόπου και χρόνου (για τα δεδομένα του ήχου γενικότερα) καθαρά με στόχο να ακούγεται από πιο μακριά και πιο καθαρά, παρότι με έκδηλη παραμόρφωση, ο βηματισμός άλλου παίκτη. Η λογική είναι απλή: να αντιληφθεί ο παίκτης όσο πιο γρήγορα γίνεται αν πλησιάζει κάποια απειλή και να προετοιμαστεί καταλλήλως. Συνεπώς το mode αυτό δεν προσφέρεται γενικά κι αόριστα για κάθε είδος παιχνιδιού, είναι δηλαδή σχεδιασμένο να προσφέρει πολύ συγκεκριμένη διευκόλυνση σε πιο ανταγωνιστικούς παίκτες και σε αρκετά συγκεκριμένα είδη. Δεν είναι δηλαδή για «χόρταση». Δεν το λέμε για κακό, όσο για να είναι ξεκάθαρος ο ρόλος αυτής της λειτουργίας. Είναι σχεδιασμένη για να βελτιώνει τα περιθώρια αντίδρασης του παίκτη σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, όχι για να καταπιάνεται, με οποιονδήποτε τρόπο, με την ποιότητα του ήχου.
Επιστροφή στις ροδέλες όμως και στην έλλειψη ενίσχυσης. Ακριβώς λόγω της τελευταίας, κάθε αλλαγή έντασης με τη μια ή την άλλη ροδέλα δεν αλλάζει απλά τη ρύθμιση στο DAC αλλά ελέγχει απευθείας τη ρύθμιση έντασης του συστήματος στο οποίο έχουμε συνδέσει το DAC, είτε πρόκειται για υπολογιστή, είτε για κονσόλα. Αν κατευθυνθείτε στις ανάλογες ρυθμίσεις του εκάστοτε συστήματος και γυρίσετε τις ροδέλες στο DAC, θα δείτε να αλλάζουν οι στάθμες μπροστά στα μάτια σας. Ακριβώς για αυτό οι ροδέλες δεν σταματούν κάπου την κίνησή τους, μπορούν να γυρίζουν για πάντα προς τη μια ή την άλλη κατεύθυνση. Άλλωστε πού θα σταματούσαν από τη στιγμή που ελέγχουν διαφορετικό σύστημα με άλλο ανώτατο και κατώτατο όριο έντασης και άλλα «βήματα» προσαρμογής της; Καλά όλα αυτά αλλά, στην πραγματικότητα, δεν χρειάζεται καν να αγγίξει κανείς οποιοδήποτε διακόπτη, πλήκτρο ή ροδέλα. Άλλωστε, σε άλλα σενάρια χρήσης μπορεί να μην είναι καν εφικτό κάτι τέτοιο. Είναι αρκετά εύκολο να βρει κανείς μακριά καλώδια ήχου, αυτό δεν αλλάζει ότι το καλώδιο USB-C του DAC δεν είναι κοντό και πως οι προεκτάσεις, σε τέτοιες συνδέσεις, δεν είναι πάντα καλή ιδέα. Οπότε μπορεί κάλλιστα να μην γίνεται να χρησιμοποιήσει αυτά τα χειριστήρια ο παίκτης, όσο και να θέλει, αν δεν του το επιτρέπει το στήσιμό του.
Και για να πούμε και την απλή αλήθεια, η διαχείριση μέσω λογισμικού θα αποδειχθεί πρακτικότερη οδός. Υπάρχει φυσικά λογισμικό για PC και Mac. Με την εφαρμογή Sound Blaster Command ο χρήστης μπορεί να ρυθμίσει τα πάντα στο G3, περισσότερα από όσα θα γινόταν αν βασιζόταν στα χειριστήρια που ενσωματώνει η ίδια η συσκευή. Για παράδειγμα, περιλαμβάνει και equaliser, οπότε, με τον κατάλληλο πειραματισμό μπορεί να φέρει το ήχο στα μέτρα του. Όχι μόνο αυτό αλλά να φτιάξει ξεχωριστές ρυθμίσεις EQ για διαφορετικά παιχνίδια, να τις ονομάσει όπως τον βολεύει και να ενεργοποιεί την αντίστοιχη κάθε φορά. Εκτός αυτού η εφαρμογή επιτρέπει και την εφαρμογή διαφορετικών ισορροπιών που διαθέτει η ίδια η Creative, για άλλες χρήσεις, όπως παρακολούθηση ταινιών, μουσικής γενικά, συγκεκριμένων ειδών μουσικής κ.ά. Και μπορούμε να έχουμε ξεχωριστά setups για ακρόαση από ακουστικά και ακρόαση από ηχεία. Έτσι ουσιαστικά ο χρήστης προγραμματίζει και το ένα και μοναδικό πλήκτρο που έχει το G3, από το οποίο δεν μπορεί να αλλάξει τέτοιες ρυθμίσεις έτσι κι αλλιώς. Αν λοιπόν είναι άχρηστο το Footstep Enhancement Mode για κάποιον, εναλλακτικές υπάρχουν.
Πάμε ένα βήμα παραπέρα όμως διότι, τελικά, ούτε το συγκεκριμένο λογισμικό έχει ιδιαίτερο νόημα. Δεν μας άρεσε και πολύ που απαιτούσε οπωσδήποτε επανεκκίνηση μετά την εγκατάσταση για να λειτουργήσει. Πώς να μην απαιτεί από τη στιγμή που, σε macOS τουλάχιστον, επιχειρεί να εγκαταστήσει system extensions που, στην τελευταία έκδοση του λειτουργικού αυτές οι επεκτάσεις μπλοκάρονται αυτόματα -για λόγους ασφαλείας- και απαιτείται συγκεκριμένη διαδικασία, όχι ιδιαίτερα πολύπλοκη αλλά περίεργη για τον απίδευτο ή το μέσο χρήστη, για να μπορέσουν να περαστούν οι απαιτούμενες επεκτάσεις. Θα πει κανείς πως ίσως να μη γινόταν αλλιώς. Ειδικά στην περίπτωση του macOS είναι σίγουρο ότι γινόταν αλλιώς, μιας και ο γράφων χρησιμοποιεί συστηματικά λογισμικό με δυνατότητα για πολυπλοκότερη διαχείριση κάθε πηγής ήχου και το λογισμικό αυτό δεν βασίζεται σε επεκτάσεις συστήματος. Επιπλέον, το macOS έχει λύσεις για τέτοιες περιπτώσεις, που ωστόσο πρέπει να εφαρμόσουν οι developers μιας εφαρμογής. Προφανώς η απαραίτητη δουλειά δεν έχει γίνει ακόμη, δεν αξιοποιείται το νεότερο τεχνικό «καθεστώς» κι έτσι ο χρήστης χρειάζεται να μπλέξει λίγο παραπάνω στην εγκατάσταση. Στα Windows, που δεν είναι σε περίοδο τέτοιων αλλαγών, οπότε το καθεστώς είναι το γνωστό, δεν υπάρχει χώρος για ανάλογο παράπονο η αλήθεια είναι. Ευτυχώς, λοιπόν, που υπάρχει εφαρμογή για iOS και Android με τις ίδιες λειτουργίες και, παραδόξως, ιδιαίτερα φιλικό UI. Σε άλλες περιπτώσεις δεν θα βλέπαμε τόσο θετικά τη χρήση μια τέτοιας εφαρμογής (γιατί ξέρουμε τι μας περιμένει συνήθως και ιδιαίτερα καλό δεν είναι) αλλά στην προκειμένη βολεύει σε κάθε σενάριο χρήσης. Το G3, λοιπόν, έχει υποστήριξη για Bluetooth. Οπότε μπορεί να επικοινωνεί απευθείας με την εφαρμογή για smartphone από αποστάσεις που ειδάλλως θα δημιουργούσαν πρόβλημα διαχείρισης. Η μοναδική απώλεια που (μπορεί να) είναι άξια αναφοράς είναι η δυνατότητα εγγραφής ήχου, κάτι που παρέχεται στην έκδοση της εφαρμογής για PC και Mac.
Πριν κλείσουμε, να επισημάνουμε μερικά «τερτίπια» ανά πλατφόρμα και συνδεσμολογία. Όταν διοχετεύεται ήχος στο G3 μέσω αναλογικού καλωδίου ήχου, όταν ανάβουμε ή σβήνουμε ένα μηχάνημα, δεν υπάρχει καμιά καθυστέρηση στο «συντονισμό» με το DAC που, ουσιαστικά, κάνει τα «δικά» του λειτουργώντας ανεξάρτητα. Με μεταφορά ήχου από USB, σε PC και Mac, η απόκριση είναι επίσης άμεση, με το σύστημα να «θυμάται» χωρίς την παρέμβαση λογισμικού της Creative, τις ρυθμίσεις εισόδου/εξόδου από την τελευταία σύνδεση και το χρήστη να μπορεί να τις πειράξει όπως θέλει έτσι κι αλλιώς, με το ίδιο σκεπτικό που θα το έκανε με άλλες συσκευές ήχου. Ειδικά σε Switch, όμως, όταν ανοίγουμε την κονσόλα το DAC καθυστερεί να «πάρει μπρος» οπότε πρέπει να περιμένουμε για λίγα δευτερόλεπτα. Επίσης, όταν τελικά τα καταφέρνει, ξεκινά στην υψηλότερη ένταση και ένα με δύο δευτερόλεπτα αργότερα προσαρμόζεται στη μειωμένη που μπορεί να είχαμε χρησιμοποιήσει την τελευταία φορά. Τη θυμάται μεν, αλλά θέλει λίγο για να συνεργαστεί σωστά η μια μεριά με την άλλη. Αν ξεχαστείτε, στην επόμενη εκκίνηση του Switch με τα ακουστικά στα αυτιά και τη σκέψη αλλού, σας περιμένει σύντομη μα ηχηρή έκπληξη. Επιπλέον, δεν υποστηρίζεται GameVoice Mix, για αλλαγή ισορροπίας μεταξύ chat και game audio, κάτι που επίσης θεωρούμε ότι είναι πρώτα θέμα της Nintendo και μετά της Creative. Σε PS4, όπως και σε PC/Mac, ο ήχος δεν γυρνά αυτόματα στο DAC αλλά χρειάζεται παρέμβαση του χρήστη ώστε να ξέρει η κονσόλα ότι πρέπει να περνά τον ήχο από οπτική, όχι από HDMI, ενώ απαιτείται το audio format που θα διαλέξουμε στις ρυθμίσεις του συστήματος να είναι PCM. Οι απαραίτητες ρυθμίσεις στο PS4 είναι μακράν οι λιγότερο φιλικές προς το χρήστη αφού απαιτούν παρεμβάσεις του χρήστη σε δυο διαφορετικές κατηγορίες της εφαρμογής Settings, την ώρα που στα Windows όλα γίνονται σε διαφορετικές καρτέλες του ίδιου παραθύρου και στο ίδιο σημείο στα Settings, στο Switch… δεν χρειάζεται να πειράξει κανείς τίποτα (ούτε οδηγίες δεν έχει το εγχειρίδιο της Creative για την περίπτωση του Switch) και σε Mac δεν χρειάζεται καν βουτιά σε System Preferences, αφού όλα τα απαραίτητα γίνονται από ένα εικονίδιο στο Menu Bar.
Αυτές οι ιδιοτροπίες σε κάθε πλατφόρμα προφανώς και δεν είναι θέμα της Creative, αλλά προκύπτουν από την ιδιοσυγκρασία του κάθε λειτουργικού συστήματος, τόσο από άποψη τεχνικού υποβάθρου όσο και από άποψη UI. Η δική της ευθύνη περιορίζεται στις εφαρμογές που ανέπτυξε η ίδια, στις οποίες και αναφερθήκαμε προηγουμένως. Σε όλα αυτά τα περίεργα, λοιπόν, επιβάλλεται να προσθέσουμε και το γεγονός ότι το Sound Blaster G3 της Creative είναι το δεύτερο πιο προσιτό gaming DAC της εταιρείας, αλλά είναι μόλις το δεύτερο, πλην του υπερδιπλάσιας τιμής G6 που υποστηρίζει, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, όλες τις τρέχουσες κονσόλες, παρότι, επισήμως, το Xbox One μένει εκτός. Υποψιαζόμαστε ότι η Creative κρατά αυτήν την επικοινωνιακή στάση διότι χρησιμοποιώντας την αναλογική σύνδεση, ο χρήστης δεν μπορεί να χρησιμοποιεήσει μικρόφωνο για chat και θεωρεί ότι αυτή η έλλειψη είναι αρκετή ώστε να αποφύγει να μιλήσει για περισσότερα συστήματα. Ταυτόχρονα, στην περίπτωση του G6, αυτός ο κατά περίπτωση περιορισμός δεν την εμποδίζει καθόλου και δηλώνει ξεκάθαρα πως υποστηρίζονται, σε διαφορετικό βαθμό, τα πάντα. Αλλαγή πολιτικής; Ίσως. Το σημαντικό είναι πως, σε κάποιο βαθμό, το G3 μπορεί να φανεί χρήσιμο σε όποιο σύστημα και να βρεθεί συνδεδεμένο. Ταυτόχρονα, αν όντως πρόκειται για αλλαγή επικοινωνιακής πολιτικής, δεν βγάζει νόημα να εφαρμόζεται σε ένα μόνο προϊόν της σειράς από gaming DAC της Creative. Έτσι ο κόσμος περισσότερο μπερδεύεται παρά βγάζει άκρη.
Συνολικά, πάντως, το Sound Blaster G3 είναι ό,τι πρέπει για εκείνον που ψάχνει μια λύση που να προσφέρει τις ίδιες λειτουργίες (σχεδόν) σε όλα τα συστήματα που μπορεί να έχει στην κατοχή του, με την πλειοψηφία των σεναρίων να στηρίζεται στην αξιοποίηση του πρωτοκόλλου USB Audio που απλοποιεί τη σύνδεση και τη χρήση χάρη σε αυτοματισμούς. Η δυνατότητα που έχει ο χρήστης να πειράξει τον ήχο όπως θέλει, να ετοιμάσει και να αποθηκεύσεις ξεχωριστές ρυθμίσεις για διαφορετικούς τίτλους κ.λπ. μπορεί να καλύψει μεγάλη μερίδα αναγκών. Λείπουν πιο προηγμένα χαρακτηριστικά, όπως υποστήριξη ήχου υψηλότερης ανάλυσης, πολυκάναλου ήχου (το λέμε και κέρδος αυτό βασικά δεδομένου ότι είμαστε στην εποχή των DTS X και Dolby Atmos), ωστόσο αν ζητούσαμε ένα πράγμα παραπάνω από την Creative για το συγκεκριμένο μοντέλο, θα ήταν μια είσοδος USB για να μπορούμε να χρησιμοποιούμε μικρόφωνα και ακουστικά/headsets που συνδέονται με USB αντί με jack. Ακόμη κι αν αυτό σήμαινε ότι θα κατέληγε λίγο ακριβότερο το τελικό προϊόν. Είναι μια προσθήκη που θα ταίριαζε στην εποχή και δεν προσφέρεται σε άλλο μέλος της ίδιας οικογένειας προϊόντος. Κι αν αυτό δεν βολεύει επειδή δεν θα χωρούσαν οι αναλογικές θύρες ή οτιδήποτε άλλο, μια ακόμη εναλλακτική (ίσως και πιο εύκολη προσθήκη) θα ήταν η δυνατότητα σύνδεσης με Bluetooth headset. Το G3 έχει ήδη Bluetooth για να επικοινωνεί με την εφαρμογή Sound Blaster Command, οπότε… πόσο μακριά να είμαστε από τον επόμενο λογικό στόχο;
Οι σκέψεις μπορεί να είναι πολλές, το Sound Blaster G3 παραμένει, όπως και να ‘χει, μια καλή πρόταση σε DAC που δεν τινάζει την μπάνκα στον αέρα, υποστηρίζει USB Audio, αφήνει το χρήστη να πειράξει τον ήχο του ανάλογα με το κέφι και το θέμα, υποστηρίζει πλήρως όλες τις πλατφόρμες πλην μίας, αφήνει περιθώρια για επιπλέον αλχημείες για να πιάνει τόπο και σε όλες τις άλλες. Λίγο άχαρη είναι η κατάσταση με το λογισμικό για υπολογιστές, καθόλου άχαρη δεν είναι σε iOS και Android και τα υπόλοιπά μας παράπονα δεν είναι καν για θέματα που εξαρτώνται από την Creative. Καλύτερα για την ίδια.
Μην πειραζετε ρυθμισεις EQ και οποιαδηποτε αλλη ρυθμιση αφορα στον ηχο, οπως λειτουργιες gaming, μουσικη, ταινια, καθαρη φωνη κλπ που εχουν οι τηλεορασεις. Γενικα.
Οτιδηποτε ηχητικο ακουτε σε παιχνιδια, ταινιες, σειρες, τηλεοραση και φυσικα στα τραγουδια/μουσικη εχει ηδη περασει απο μιξη ηχου (που περιλαμβανει eq και πολλα αλλα) απο επαγγελματια τεχνικο ηχου πριν βγει στο κοινο. Ειναι ηδη optimised για να ακουστει σε οτιδηποτε ηχειο εχει ο χρηστης. Με το να πειραζεις το eq αλλοιωνεις/χειροτερευεις αυτο που ειχε σκοπο να σου δωσει ο sound designer.
Διαφωνώ.
Δεν υπάρχει βελτιστοποίηση που να είναι αυτόματα και οριζοντίως ιδανική για κάθε ηχείο, κάθε ζεύγος ακουστικών κ.λπ. μπορεί να έχει ο χρήστης. Είναι τεχνικώς αδύνατο. Για αυτό ο μηχανικός θα βασιστεί στο spec της αγοράς, αλλά δεν ελέγχει την ερμηνεία του από τους υπολοίπους κρίκους της αλυσίδας στο hardware. Ισχύει για τον ήχο όπως και για την εικόνα. Κι αυτό χωρίς να μπει καν στην κουβέντα το γούστο του καθενός που είναι εξ ορισμού προσωπική υπόθεση.
Σε πραγματικά hardcore audio setups, δεν βολεύουν καν οι ίδιες ρυθμίσεις ήχου για όλα τα ήδη μουσικής.
Θα συμφωνούσα αν μιλούσαμε για επεξεργασία ήχου για τη μετατροπή του από stereo σε multi ή για τη χρήση DSP effects που είναι τελείως άλλες ιστορίες από το EQ.
''Δεν υπάρχει βελτιστοποίηση που να είναι αυτόματα και οριζοντίως ιδανική για κάθε ηχείο, κάθε ζεύγος ακουστικών κ.λπ. μπορεί να έχει ο χρήστης. Είναι τεχνικώς αδύνατο. Για αυτό ο μηχανικός θα βασιστεί στο spec της αγοράς, αλλά δεν ελέγχει την ερμηνεία του από τους υπολοίπους κρίκους της αλυσίδας στο hardware''
Αυτο ολο ειναι λαθος. Οι μηχανικοι ηχου εδω και πολλα χρονια ακουνε το ηχητικο αρχειο που επεξεργαζονται σε καθε πιθανο τυπο ηχειου-ακουστικου για να ακουγεται καλα οπουδηποτε. Ποσο μαλλον τα τελευταια χρονια που ολο και περισσοτεροι ακουνε μουσικη-βλεπουν σειρες κλπ σε φορητες συσκευες και που πρεπει να ακουγεται καλα και εκει. Το ακουνε σε studio monitor, σε ηχεια στερεο, ηχεια αμαξιου, ηχεια υπολογιστη, σε τρανζιστορ κινεζικα, σε διαφορα κινητα, tablet, laptop, σε ακουστικα ψειρες, in ear, over ear, monitor ακουστικα, gaming ακουστικα, ''audiophile'' ακουστικα και ο,τι αλλο εχουν στην διαθεση τους. Και κανουν το απαραιτητο equalization για να ακουγεται καλα παντου. Για να χρησιμοποιησω την παρομοιωση σου, οχι μονο ελεγχουν ολους τους κρικους της αλυσιδας, αλλα και τις ενωσεις τους. Και οχι, δεν ειναι τεχνικως αδυνατο, γινεται καθημερινα παγκοσμιως.
Τωρα οσο για τα eq presets που βρισκονται σε ολα τα στερεοφωνικα, στις συσκευες σαν αυτη της παρουσιασης, στις καρτες ηχου των pc, στις onboard καρτες ηχου των motherboards και οπουδηποτε αλλου δεν ειναι παρα ενα gimmick, μια παραμετροποιηση που μονο κακο κανει στην ποιοτητα ηχου. To eq δεν ειναι κατι στανταρ για ολα. Καθε ηχητικο αρχειο εχει διαφορετικες αναγκες/προβληματα και θελει το δικο ακριβως eq για να βελτιστοποιηθει. Πχ 2 πανομοιοτυπες κιθαρες που παιζουν ακριβως το ιδιο κομματι μπορει να χρειαστουν τελειως διαφορετικο eq. Το ιδιο ισχυει και για 2 φωνες ή 1 δις αλλα παραδειγματα. Απο τα εκατομμυρια τραγουδια που υπαρχουν, δεν θα βρεις να υπαρχουν 2 οπου εχουν κανει ακριβως το ιδιο eq. 2 τραγουδια. Ειναι αστειο λοιπον ενα preset που καλυπτει ενα ολοκληρο μουσικο ειδος.
Οι μηχανικοι ηχου ηδη εχουν κανει ο,τι eq χρειαζοταν (και πολλα αλλα, αλλα για eq μιλαμε) για καθε επιμερους τμημα αλλα και συνολικα αυτου που ακους. Εκτος κι αν εισαι μηχανικος ηχου ο ιδιος, οτι και να πειραξεις απο eq χαλας την ισορροπια και το κανεις χειροτερο.
Θα συνεχίσουμε να διαφωνούμε διότι το mastering for a format δεν είναι το ίδιο με το mastering for every device in existence. Το mastering θα γίνει με βάση τις παραμέτρους ενός delivery format (media type και hardware type), όχι με βάση τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά των απείρων end devices που διαφέρουν μεταξύ τους. Άλλο να τεστάρουμε σε τύπους hardware, άλλο να τεστάρουμε σε ΟΛΟ το hardware. Και το ότι τεστάραμε σε π.χ. open back headphones και κάναμε τις παρεμβάσεις μας, δεν πάει να πει ότι όλα είναι το ίδιο αλφάδι με οποιαδήποτε open back.
Για την παραμετροποίηση στο user end, φαντάζομαι ότι η σκέψη σου ξεκινά από την επιρροή του digital EQ γενικότερα, αν και σε αυτήν την περίπτωση υπάρχουν καλές λύσεις (και η παρούσα εξ ορισμού δεν είναι μία από αυτές αφού ποτέ δεν είναι σε τέτοια λεφτά). Αλλά από όπου κι αν ξεκινά, άλλο sound profile έχει η συσκευή που θα χρησιμοποιήσω εγώ για να ακούσω, άλλη εκείνη που θα χρησιμοποιήσεις εσύ. Σε αυτό το στάδιο, αν μπλέξεις με EQ (δεν το κάνω ποτέ αλλά αυτό δεν είναι θέμα του review), δεν μπλέκεις για να «κάνεις καλύτερο το σήμα», μπλέξεις για να αντισταθμίσεις αδυναμίες στο sound profile της συσκευής που χρησιμοποιείς. Και είναι άλλη ιστορία τελείως αυτή. Μπορεί να καταλήξει horror show, no doubt. Αλλά δεν είναι μονόδρομος να καταλήξει horror show. Για αυτό λέω για τη μεταφορική αυτήν αλυσίδα.
Επίσης για τις ηχητικές ρυθμίσεις (και τα image presets) σε τηλεοράσεις, συμφωνω. Αλλά για τελείως άλλους λόγους. Οι τηλεοράσεις δεν έχουν καλό ήχο, δεν προσπαθούν καν να έχουν καλό ήχο, οι εταιρείες δεν προσέχουν τα presets τους για να έχουν οποιαδήποτε ελπίδα και, αν μας νοιάζει γενικά ο ήχος, το concept «ακούω από την τηλεόραση» είναι το πρώτο που τρώει άκυρο.
(https://www.landr.com/what-is-mastering) Σελιδα με υπηρεσιες mastering. Αν θες διαβασε τις 2 πρωτες παραγραφους. Αλλιως, ενα μικρο αποσπασμα:
''Think of mastering as the glue, varnish and polish that optimizes playback quality on all devices — from tiny iPhone speakers to massive dance club sound systems''
Οι επαγγελματιες το κανουν, ασχετως αν συμφωνεις ή διαφωνεις. Δεν γινεται mastering και μιξη με βαση τις παραμετρους ενος μονο format, αλλα ολων των format, ειτε μιλαμε για τυπο ηχειων, ειτε μιλαμε για τις ιδιαιτεροτητες μιας streaming service (oπως πχ το loudness level του spotify).
Τωρα, δεν χρειαζεται να γινει reference σε ολες τις συσκευες του πλανητη. Reference σε καθε τυπο συσκευης ομως χρειαζεται και γινεται. Παρομοιες συσκευες εχουν μεταξυ τους παρομοιες ακουστικες ιδιοτητες, τετοιες που δεν χρειαζεται να γινει ξεχωριστα επεξεργασια για την καθεμια τους. Παραδειγμα, ενα ηχειο τηλεφωνου με ενα ηχειο αλλου τηλεφωνου παραγουν ηχο σε συγκεκριμενο ευρος συχνοτητων με μικρες διαφορες. Ή παρομοια ακουστικα. Ή παρομοια ηχεια. Αν ακουγεται ομορφα στο ενα, θα ακουγεται και στο αλλο. Αυτη ειναι η δουλεια των μηχανικων ηχου. Να κανουν κατι να ακουγεται ομορφα παντου, ασχετως του τροπου που το εκαστοτε ηχειο/ακουστικο χρωματιζει τον ηχο.
Φυσικα καθε ηχειο ειναι διαφορετικο και τονιζει διαφορετικες συχνοτητες ανα περιπτωση. Aλλα το να βρει ο μεσος χρηστης τις αδυναμιες του και να κανει διορθωσεις στο παρεχομενο eq ειναι κατι που δεν θα συμβει
Μιλάμε για άλλα πράγματα. Και δεν λέω για το τι κάνουν οι επαγγελματίες με τους οποίους δεν διαφώνησα σε κάτι Εκείνοι κάνουν τη δουλειά τους, άλλοι καλύτερα, άλλοι χειρότερα, όπως σε όλες τις δουλειές και υπάρχει λόγος που προσπαθούν να κρατήσουν το τελικό όσο πιο flat γίνεται. Μεταξύ μας διαφωνούμε για το αν και τι θέση έχει το EQ στο user-end.
Που στην προκειμένη μάλιστα, στο gaming δηλαδή, έχει περισσότερα σενάρια χρήσης από ό,τι στη μουσική. Διότι στη μουσική ο στόχος είναι η πιστότητα (ή το γούστο) ενώ στο gaming ο λάθος ήχος (όπως π.χ. στην περίπτωση του Footsteps Enhancer) δεν προτείνεται ως καλός ήχος αλλά ως βοήθεια στο παιχνίδι. Στο gaming ειδικά μπορεί να χρησιμοποιηθεί και ως accessibility feature. Και κάτι τέτοια είναι πιθανότερο να απασχολήσει το μέσο gamer, από το να απασχολήσει το μέσο φιλόμουσο στη μουσική.
Κι επειδή χρησιμοποιείς το μέσο χρήστη σαν να είναι κριτήριο αντί για στατιστικό μοντέλο ή φαινόμενο, ο χρήστης που θα φτάσει στο σημείο να αναρωτηθεί έστω τι είναι DAC, έχει ήδη ξεφύγει από τον ορισμό του μέσου χρήστη, παρότι, όντως, αυτό δεν σημαίνει ότι ξέρει τι κάνει έτσι και πιάσει στα χέρια DAC με ή χωρίς EQ.
Για να αξιοποιήσω και το link που παρέθεσες, έχει ένα quote:
"It's a bit like photography, you can make the sky bluer, the greens greener".
Και μετά την προβάλλεις σε μια οθόνη κι ελπίζεις. Με τη δική σου στάση, δεν πρέπει να καλιμπράρω ποτέ την οθόνη. Με τη δική μου στάση, εξαρτάται από την οθόνη το αν έχει νόημα να καλιμπράρω ή όχι. Κι αυτό έχοντας ως δεδομένο ότι ο φωτογράφος έκανε την καλύτερη δουλειά όλων των εποχών. Αυτή είναι η διαφωνία μας.
Εγω για το eq ειπα στο αρχικο μου μηνυμα, μην το πειραζετε αν δεν ξερετε. Μην βαζετε eq presets.
Απλα πραματα.
Mετα απαντησα σε πραγματα που ειπες και δεν ισχυουν σχετικα με το πως γινεται και τι δεν μπορει να γινει με το mastering.
Στο θεμα μας, λειτουργιες οπως αυτη που ενισχυουν τον ηχο των βηματων σε παιχνιδι κανοντας αυτοματα boost στις αντιστοιχες συχνοτητες εχουν χρησιμοτητα για καποιον που το επιθυμει. Σιγουρα πολυ μεγαλυτερη απο ενα ελλιπες eq feature που δεν ξερει τι να το κανει ο μεσος χρηστης.
Δεν ειμαι κατα γενικα του να πειραζει καποιος ρυθμισεις για να φερει στα μετρα του κατι. Μονο ΠΟΛΥ κατα της συγκεκριμενης, το πειραγμα του eq και τα καθαρα gimmicky preset. Σε αντιθεση με το παραδειγμα που φερνεις του calibration που ειναι ζητημα ψαξιματος ενος τεταρτου-μισαωρου, για το equalization μπορεις να διαβασεις και να μαθεις απεξω ενα σωρο σχετικα βιβλια με αυτο και να εισαι και παλι ασχετος. Γιατι πρεπει να το μαθεις και πρακτικα με το αυτι, κατι που παιρνει χρονια
«Μην πειραζετε ρυθμισεις EQ και οποιαδηποτε αλλη ρυθμιση αφορα στον ηχο, οπως λειτουργιες gaming, μουσικη, ταινια, καθαρη φωνη κλπ που εχουν οι τηλεορασεις. Γενικα.»
Αυτό δεν σημαίνει «μην το πειραζετε αν δεν ξερετε».
Και το παράδειγμα που έφερα με βάση την εικόνα, το έφερα για να σημειώσω τη λογική που το χαρακτηρίζει. Το πόσο χρόνο χρειάζεται είναι άσχετο με το point μου. Και άσχετο και με το δικό σου κιόλας.
Δεν καταλαβαίνω πώς γίνεται να μην είσαι κατά στο να φέρνει κάποιος κάτι στα μέτρα του, αλλά να είσαι «ΠΟΛΥ κατά» σε κάτι που υπάρχει για να φέρνει κάποιος κάτι στα μέτρα του. Υπάρχουν EQ και EQ, δεν αντιλέγω. Το πόσο τον διευκολύνει ή όχι, εξαρτάται και από τα μέτρα του όσο να πεις. Κι αυτά δεν είναι στο χέρι μου ή στο χέρι σου.
''Αυτό δεν σημαίνει «μην το πειραζετε αν δεν ξερετε»''
Eστω, σημαινει 'μην το πειραζετε' σκετο. Και στο υπολοιπο του μηνυματος εκεινου λεω συνοπτικα το γιατι.
Το παραδειγμα με το calibration το σχολιασα εξαιτιας της δυσαναλογιας του.
''Δεν καταλαβαίνω πώς γίνεται να μην είσαι κατά στο να φέρνει κάποιος κάτι στα μέτρα του, αλλά να είσαι «ΠΟΛΥ κατά» σε κάτι που υπάρχει για να φέρνει κάποιος κάτι στα μέτρα του''
Επειδη ΔΕΝ υπαρχει για αυτο το λογο. Αυτο το συγκεκριμενο κατι, το eq και τα presets του, δεν υπαρχει για να φερεις την εμπειρια στα μετρα σου. Δεν ειναι εκει για αυτο. Υπαρχει ως μια gimmicky faux επιλογη (η και κουμπι καταστροφης ηχητικης ποιοτητας για να γινω δραματικος) που δεν θα σε βοηθησει οσο και να πειραματιστεις μαζι της και που θα κανει μεγαλη ζημια στην ποιοτητα του ηχου σου. Ειτε κανοντας πειραματισμους, ειτε (και ακομα χειροτερα) χρησιμοποιωντας τα default eq presets. Ειδικα δε αν παει καποιος ενα βημα παραπερα και ψαξει στο ιντερνετ να βρει κανα καλο preset απο οσους 'ξερουν'? Εκει να δεις καταστροφη! Ενα γρηγορο google search εκανα σχετικο και ειδα σημεια και τερατα. Αν εχεις ορεξη να διαβαζεις καθομαι και σου γραφω αναλυση συγκεκριμενα τι θα κανουν στον ηχο καποια απο τα eq presets.
Δεν χρειάζεται γιατί, στην προσωπική μου χρήστη, δεν έχω καμία εμπιστοσύνη σε presets και δεν παίρνω αυτόματα τοις μετρητοίς προτάσεις τρίτων για presets διότι δεν έχει καν νόημα χωρίς να ξεκινάμε με δεδομένο ότι εγω κι εκείνος που προτείνει έχουμε ακριβώς το ίδιο hardware, πριν καν μας απασχολήσει η ακοή του καθενός, η αντίληψη, το γούστο, άλλες πιθανές επιπτώσεις κ.λπ.
Δεν είπα να φέρει κάποιος την ποιότητα στα μέτρα του, αλλά την εμπειρία. Και κινούμαστε και σε συγκεκριμένο context εδώ. Not the same thing. Μη μου χρεώνεις πράγματα που δεν υποστηρίζει please. αυτά που υποστηρίζω χρέωσέ τα μου όσο θέλεις.
Και κινούμαστε και σε συγκεκριμένο context εδώ. Το αναγνώρισες παραπάνω σχετικά με μια περίπτωση όπως το Footsteps Enhancer, το συγκεκριμένο DAC ανήκει σε gaming series και έχει άλλες προτεραιότητες. Μες το κείμενο δεν γίνεται ουδεμία πρόταση χρήσης EQ για ποιοτικά θέματα.
Αυτό το προϊόν δεν προτάθηκε για μουσική, δεν αξιολογήθηκε με βάση τι μπορεί να προσφέρει σε μουσική και, γενικότερα, με σενάρια που δεν αποτελούν προτεραιότητά του. Δεν υποστηρίζω καν κάτι για θέμα ποιότητας ήχου στο συγκεκριμένο review ως προς το EQ παρά μόνο για να προειδοποιήσω ότι το διαφημιζόμενο mode δεν είναι φτιαγμένο, ούτε κατά προσέγγιση, για να οδηγήσει σε καλύτερο ήχο, απλά σε βολικότερο ήχο.
Ίσως σε κάποιο άλλο προϊόν να είχε νόημα να πάρεις τόσο πατριωτικά το θέμα. Εδώ ενοχλείσαι για κάτι που λίγο διαφέρει, από άποψη νοοτροπίας, με τη συνειδητή επιλογή εταιρειών να σπρώχνουν τις χαμηλές σε gaming headsets, απλά για το εφέ στο μυαλό του gamer. Ενώ είναι ξεκάθαρα λάθος. Αλλά ο gamer γουστάρει.
Πες μου τουλάχιστον αν το θέμα που έχεις ανοίξει θέλει να είναι ιδεολογική και θεωρητική εξερεύνηση περί ιδανικής οδού και ποιότητας ήχου ή όντως πιστεύεις έχει νόημα όταν μιλάμε για ένα προϊόν σαν αυτό. Γιατί τα περισσότερα που λέμε τόση ώρα νομίζω ότι πέφτουν στην πρώτη κατηγορία.