Το επαγγελματικό επίπεδο ερμηνειών ολόκληρου του cast, τα υψηλά production values των cut scenes και το προσεγμένο μοντάζ, πλαισιώνουν ένα αληθοφανές αποτέλεσμα που πείθει 100% και πιάνει τον παλμό της εποχής.
Και, παραδόξως, αυτήν την φορά δεν εξιστορεί την ιστορία κάποιου νέου τύπου που βρίσκει θαλπωρή στους κόλπους της Cosa Nostra - αντιθέτως, ο πρωταγωνιστής αποτελεί την προσωποποιημένη νέμεση της Ιταλικής Μαφίας. O Lincoln Clay, ένας νεαρός Αφροαμερικανός στρατιώτης που επιστρέφει στη γενέτειρα του μετά το φιάσκο του πολέμου στο Βιετνάμ, αναλαμβάνει την αναδιοργάνωση της ασήμαντης, «Μαύρης» Μαφίας. Τα πράγματα όμως παίρνουν άσχημη τροπή όταν ο Clay αρχίζει τις δοσοληψίες με τους «πραγματικούς παίκτες», τους Ιταλούς γκάνγκστερ. Παρά την επιτυχή έκβαση της πρώτης αυτής συνεργασίας, οι μαφιόζοι προδίδουν τον Clay εκτελώντας την συμμορία του και αφήνοντας τον ίδιο ετοιμοθάνατο. O Clay ορκίζεται αιματηρή εκδίκηση, αποκτώντας ενδιάμεσα και τον απόλυτο έλεγχο της New Bordeaux, της ψηφιοποιημένης εκδοχής της Νέας Ορλεάνης στα τέλη της δεκαετίας του 1960. Τα παραπάνω γεγονότα διαδραματίζονται στον πρόλογο, όπου πιθανότατα βρίσκεται και το πιο ενδιαφέρον κεφάλαιο του παιχνιδιού συνολικά. Το σενάριο βασίζεται μεν στην τυπική, τετριμμένη συνταγή του απελπισμένου, “έτοιμοι για όλα” τιμωρού, αλλά λάμπει λόγω του εξαιρετικού αφηγηματικού τεχνάσματος που εντέλει αποτελεί και το ισχυρότερο χαρακτηριστικό του τίτλου: το Mafia III υποτίθεται ότι είναι ένα μεταγενέστερο ντοκιμαντέρ που περιγράφει το ιστορικό πλαίσιο και τα γεγονότα τα οποία έλαβαν μέρος και οδήγησαν τον αφανισμό της Ιταλικής Μαφίας από τον Clay, περιλαμβάνοντας συνεντεύξεις από επιζώντες ντετέκτιβ/αυτόπτες μάρτυρες, απόρρητα αποσπάσματα από ακροαματικές διαδικασίες μελών της CIA αλλά και εμβόλιμα κλιπ από πραγματικά γεγονότα της εποχής (βλ. Βιετνάμ, η δολοφονία του Martin Luther King κ.τ.λ.).
Το επαγγελματικό επίπεδο ερμηνειών ολόκληρου του cast, τα υψηλά production values των cut scenes και το προσεγμένο μοντάζ, πλαισιώνουν ένα αληθοφανές αποτέλεσμα που πείθει 100% και πιάνει τον παλμό της εποχής. Πρόκειται αληθινά για υποδειγματική εκτέλεση που ελπίζουμε να αποτελέσει παράδειγμα προς μίμηση μελλοντικά και για άλλα στούντιο. Η σειρά Mafia πάντα χαρακτηριζόταν από το κινηματογραφικό στιλ της αλλά εδώ πραγματικά παίζει τα ρέστα της, παραπέμποντας ευθέως στις πασίγνωστες ταινίες του Scorcese.
O Lincoln Clay, ένας νεαρός Αφροαμερικανός στρατιώτης που επιστρέφει στη γενέτειρα του μετά το φιάσκο του πολέμου στο Βιετνάμ, αναλαμβάνει την αναδιοργάνωση της ασήμαντης, «Μαύρης» Μαφίας.
Στη δυνατή ατμόσφαιρα συμβάλει βέβαια και το soundtrack 100 και πλέον κομματιών που χαρακτηρίζουν την γενιά του ’60 περισσότερο από οποιεσδήποτε εικόνες ή λέξεις: από την τεστοστερόνη του Born to Be Wild των Steppenwolf, το καταθλιπτικό Paint It Black των Rolling Stones και το ξεσηκωτικό Respect της Aretha Franklin μέχρι την α λα 60s εκτέλεση του I Fought the Law των Clash. Στα θρυλικά σχήματα περιλαμβάνονται ακόμα, μεταξύ άλλων, οι CCR, Jim Bonney, Animals, Jefferson Airplane, Cream, Beach Boys…η λίστα δεν έχει τελειωμό. Μπορεί αυτά τα ονόματα να μην λένε και πολλά στο νεότερο κοινό αλλά για όλους τους υπόλοιπους δεν προκαλούν τίποτε λιγότερο από ρίγη ενθουσιασμού.Τι κρίμα που η ομάδα ανάπτυξης δεν είχε παραπάνω χρόνο αλλά και εμπειρία για να εμπλουτίσει το παιχνίδι και με λίγη παραπάνω ουσία. Το Mafia III προκαλεί πλήξη με το επαναλαμβανόμενο gameplay και μονάχα η υπόσχεση του επικείμενου, λυτρωτικού φινάλε για τον Clay μπορεί να κρατήσει κάπως το ενδιαφέρον. Οι δημιουργοί του τίτλου ατυχώς προτίμησαν να διευρύνουν λίγο τους ορίζοντες τους, στοχεύοντας σε πιο sandbox σχεδίαση τύπου GTA, λιγότερο γραμμική πορεία στην ιστορία του Clay. Η υλοποίηση είναι τόσο άτσαλη και άτονη που καταρρακώνει εντέλει ακόμα και την πλοκή - η απευθείας σύγκριση με το Mafia II (ακόμα και με το Mafia I σε μερικές περιπτώσεις) ζημιώνει ανεπανόρθωτα το κύρος του παιχνιδιού.
Η άνοδος του Clay στο έγκλημα από την αρχή έως το τέλος περιλαμβάνει το ίδιο, μονότονο τροπάρι, χωρίς την παραμικρή διαφοροποίηση έστω και για τους τύπους. Η πόλη χωρίζεται σε υποπεριοχές-προάστια στις οποίες δρουν φιλικά προσκείμενοι στον Lincoln γκάνγκστερ (μεταξύ των οποίων βρίσκεται και ο Vito Scarletta, ήρωας του Mafia II). Το κεντρικό σκεπτικό είναι ότι ο Clay ενορχηστρώνει, με τη βοήθειά τους, επιθέσεις σε σημεία-κλειδιά της Ιταλικής Μαφίας με απώτερο σκοπό να παρενοχλήσει και τελικώς να αναγκάσει σε εμφάνιση κάποιον υπαρχηγό της οργάνωσης στην περιοχή. Η εκτέλεσή του ή στρατολόγησή του (η μοίρα του πέφτει στα χεριά σας) σάς φέρνει ένα βήμα κοντύτερα στον επόμενο…και πάει λέγοντας. Επαναλάβετε τη διαδικασία αρκετές φορές ώστε να εκνευρίσετε κάποιο «μεγαλύτερο ψάρι» και να έρθει να σας βρει και αυτό με τη σειρά του για να το ξεπαστρέψετε με συνοπτικές διαδικασίες και να προωθήσετε παράλληλα και λίγο την ιστορία.
Και αυτό είναι όλο. Όλα τα objectives βασίζονται πρακτικά στην ίδια ακολουθία. Ο Clay μεταβαίνει σε κάποια βάση, την καθαρίζει αθόρυβα ή προκαλώντας μακελειό και περνά στην επόμενη. Μερικές φορές μάλιστα το παιχνίδι γίνεται ακόμα πιο παράλογο ζητώντας να επιστρέψετε πάλι σε περιοχή που έχετε ήδη ολοκληρώσει. Το gameplay επαναλαμβάνεται ξανά και ξανά, χωρίς κάποιον περισπασμό ή υπόνοια παράπλευρης δραστηριότητας. Δεν υπάρχει δυνατότητα για παραμετροποίηση της εμφάνισης του ήρωα ή κάποια υποτυπώδης διαχείριση βάσης, δεν θα συναντήσετε mini-games και δεν θα βρείτε τυχαία events στον αποστειρωμένο κόσμο του Mafia III. Δεν υπάρχει καν αλληλεπίδραση στα μαγαζιά που συναντάτε. Η μοναδική ενασχόληση που ίσως ξεκλέψει κάποιες ώρες από το χρόνο σας είναι η συλλογή των διάσπαρτων collectibles, μεταξύ των οποίων συναντάμε και περιοδικά Playboy.
Η άνοδος του Clay στο έγκλημα από την αρχή έως το τέλος περιλαμβάνει το ίδιο, μονότονο τροπάρι, χωρίς την παραμικρή διαφοροποίηση έστω και για τους τύπους.
Πέρα από τις fold-out πικάντικες φωτογραφίες με τα «λαγουδάκια», συμπεριλαμβάνονται και μερικές πολύ ενδιαφέρουσες συνεντεύξεις που έχουν φιλοξενηθεί στις σελίδες του περιοδικού (βλ. The Beatles, Stanley Kubrick). Τουλάχιστον το shooting αποζημιώνει, αν και θα προτιμούσαμε περισσότερα από δύο όπλα ταυτόχρονα. Ο χειρισμός επίσης είναι αρκετά λειτουργικός με εξαίρεση μερικά μικροπροβληματάκια με το σύστημα κάλυψης – συχνά-πυκνά το παιχνίδι δεν έχει ξεκάθαρη γνώμη για το που θέλετε να βρίσκεστε, κυρίως λόγω στενότητας χώρου. Αυτό που δεν μας άρεσε καθόλου ήταν η τεχνητή νοημοσύνη των εχθρών, που δεν έχουν την παραμικρή αντίληψη εξόν του πεδίου ορατότητας τους. Δεν συνεργάζονται μεταξύ τους και είτε θα περιμένουν στάσιμοι στο σημείο κάλυψης τους, είτε θα κατευθύνονται απευθείας πάνω σας, μένοντας εντελώς εκτεθειμένοι στα πυρά σας. Ακόμα χειρότερα λειτουργεί η αστυνόμευση και το σύστημα των αυτοπτών μαρτύρων. Μερικές έξυπνες ιδέες μένουν απλά στα λόγια: θεωρητικά, σε όσο πιο πλούσια συνοικία κινείστε, τόσο πιο άμεση είναι η αντίδραση της αστυνομίας - πρακτικά η διαφυγή εξακολουθεί να είναι χαρακτηριστικά άνετη. Άλλοι μηχανισμοί είναι απλά ανόητοι. Συνεχίστε να σιωπάτε τους μάρτυρες προτού αυτοί ενημερώσουν την άμεσο δράση από κάποιον τηλεφωνικό θάλαμο και δεν θα ανοίξει ποτέ ρουθούνι.Ο χειρισμός είναι αρκετά λειτουργικός με εξαίρεση μερικά μικροπροβληματάκια με το σύστημα κάλυψης - συχνά-πυκνά το παιχνίδι δεν έχει ξεκάθαρη γνώμη για το που θέλετε να βρίσκεστε, κυρίως λόγω στενότητας χώρου.
Τα αναρίθμητα τεχνικά προβλήματα προφανώς αποτελούν επίσης ακανθώδες ζήτημα. Η μηχανή του παιχνιδιού είναι τόσο δύστροπη και ασταθής που αφήνει την εντύπωση πως το σκηνικό της New Bordeaux συγκρατείται μετά βίας με «χαρτοταινία». Οι πλέον εξόφθαλμες ανωμαλίες εντοπίζονται στα graphical glitches, τα οποία θα κάλυπταν ολόκληρο το κείμενο της παρουσίασης αν προχωράγαμε σε ενδελεχή καταγραφή. Θα αρκεστούμε στην απλή αναφορά των πλέον ενοχλητικών: 1) πολύ συχνά, ο ημερήσιος κύκλος εναλλάσσεται στιγμιαία – τη μια στιγμή είναι νύκτα και την επομένη ο ήλιος σάς τυφλώνει με το σχετικό glaring! 2) οι αντανακλάσεις φωτός δεν «βγαίνουν» σωστά με τίποτε, από τα καπό που δείχνουν ψεύτικα από τα contours-περιγράμματα μέχρι τους καθρέφτες που παραλείπουν τα είδωλα των χαρακτήρων, κάτι που πετύχαινε 20 χρόνια πριν το Duke Nukem 3D. 3) τα μοντέλα συχνά μπερδεύονται σε τοίχους, πόρτες και δάπεδα, ενώ ούτε λόγος φυσικά για προσεγμένο clipping, με το κεφάλι του Clay να εξέχει συχνά από τις οροφές των αυτοκινήτων. Υπάρχουν και πιο σοβαρά, game-breaking bugs που δεν αντιμετωπίσαμε στο Enternity αλλά τα πειστήρια τους βρίσκονται καταγεγραμμένα και ανηρτημένα στο YouTube - αναίτια crashes, bugs που βυθίζουν τον Clay μέσα στο έδαφος και ξαφνική κατάρρευση της φυσικής από textures που εμφανίζονται από το πουθενά. Θα χρειαστούν άπειρα patches και hot fixes για να συμμαζευτεί αυτό το μπάχαλο στον κώδικα (και με την προϋπόθεση ότι η 2K δεν θα τα παρατήσει σταδιακά).
Ακόμα και στις σπάνιες περιπτώσεις που όλα λειτουργούν ρολόι, το Mafia III αποτυγχάνει να εντυπωσιάσει. Tα textures είναι χαμηλής ανάλυσης και περιορισμένης λεπτομέρειας, το draw distance απελπιστικά μικρό και τα καρέ ανά δευτερόλεπτο σταθερά κολλημένα στα 30 παρά κάτι. Ο φωτισμός και ο χειρισμός των σκιάσεων όπως προαναφέρθηκε σίγουρα δεν είναι το φόρτε της Hangar 13, οδηγώντας σε παράλογες χρωματικές αλλοιώσεις που χαλούν περαιτέρω την εικόνα του παιχνιδιού. Η οδήγηση τουλάχιστον είναι απολαυστική, με κάθε όχημα να συμπεριφέρεται διαφορετικά λόγω του βάρους-όγκου που διαθέτει. Μας διαφεύγει όμως ο λόγος που δεν ενσωματώθηκε δυνατότητα γρήγορης μετακίνησης στον χάρτη. Ειδικά όταν μακροσκελή κομμάτια οδήγησης οδηγούν σε cut scenes δευτερολέπτων και μετά το παιχνίδι ζητά να επιστρέψετε όπου βρισκόσαστε αρχικά… Ξεχάστε επίσης τα όρια ταχύτητας των προηγούμενων τίτλων της σειράς - μπορείτε να οδηγείτε σαν μανιακοί και κανείς δεν θα σας ενοχλήσει ποτέ.
Βαρετό, τεχνικά ανεπαρκές και γεμάτο bugs και glitches, το Mafia III προδόθηκε όπως και ο Clay από την απληστία - η 2K σίγουρα γνώριζε την ημιτελή κατάσταση του τίτλου αλλά παρόλα αυτά δεν παρέτεινε όσο χρειαζόταν την ανάπτυξή του. Αυτό και μόνο αρκεί για να τη στείλει στον πάτο με τα ψάρια για να κάνει παρέα με όλους αυτούς που έσπασαν την omerta.
Τελικά ακόμα ένα παιχνίδι που περίμενα τόσο καιρό και από αυτά που έχω διαβάσει απογοητεύει,θα το δοκιμάσω σίγουρα στο μέλλον αλλά σε χαμηλή τιμή μόνο. Είναι κατάντια πάντως όλα τα παιχνίδια να είναι open world.Δεν θα με χαλούσε να ήταν στο ίδιο μέγεθος του mafia 2 ή έστω λίγο μεγαλύτερο αλλά να δώσουν λίγο παραπάνω ζωή στον κόσμο του.
Η όλη φάση με τα προβλήματα και ειδικά την επανάληψη, μου θυμίζει έντονα Scarface το οποίο μέχρι σήμερα το υπεραγαπάω. Παρόλα όσα αναφέρεις Νεκτάριε, θα το δοκιμάσω σίγουρα σε μια πτώση τιμής. Με είχε κερδίσει κυρίως από το soundtrack αλλά και τη μαγεία της εποχής το συγκεκριμένο. Παρόλα αυτά είναι κρίμα που ένα τόσο δυνατό χαρτί, βγήκε μέτριο από ότι βλέπω γενικά.