Ένα τρένο με κατεύθυνση το Μπουσάν θα μετατραπεί σε ασταμάτητο εφιάλτη όταν ένας μυστήριος ιός αρχίσει να μεταμορφώνει όλους τους επιβάτες σε αιμοδιψή ζόμπι. Την ίδια στιγμή που ολόκληρος ο κόσμος βρίσκεται στο χείλος της Αποκάλυψης, ένας πατέρας θα κάνει τα πάντα προκειμένου να σώσει την κόρη του από το μολυσματικό κακό.
Ένεση αδρεναλίνης για το (για πολλούς εξαντλημένο, πια) είδος των ταινιών με ζόμπι, το «Το Εξπρές των Ζωντανών Νεκρών» αποτελεί μια από τις καλύτερες και πιο ευφάνταστες προσθήκες των τελευταίων ετών, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά το genre - γέννημα θρέμμα του μεγαλοφυούς μυαλού του «πατέρα» Τζορτζ Ρομέρο, παρά τις κάποιες δακρύβρεχτες αστοχίες που εντοπίζονται κάπου προς το τέλος του φιλμ (πώς να το κάνουμε, οι Ασιάτες αγαπάνε το μελό τους…).
Λειτουργώντας ως συνέχεια στο animation του Γιεόν με τίτλο «Seoulyeok» (2016), το οποίο περιστρέφεται γύρω από τις προσωπικές ιστορίες κάποιων από τους ανθρώπους που βρέθηκαν στο επίκεντρο του ξεσπάσματος της πανδημίας ζόμπι στη Σεούλ, το «Εξπρές» διαφοροποιείται αισθητικά, μεταφέροντας ουσιαστικά τη δράση από τον ανοιχτό χώρο της πόλης στο κλειστοφοβικό εσωτερικό ενός τρένου, διατηρώντας (αν όχι ενισχύοντας) τη διάθεση του σκηνοθέτη για ταξικό σχολιασμό κατά τρόπο παρόμοιο με εκείνον του Μπονγκ Τζουν-Χο στο θαυμάσιο «Snowpiercer» (2013).
Ο Σεόκ-γου (Γκονγκ) είναι ένας διαζευγμένος χρηματιστής που δεν έχει χρόνο για τίποτε άλλο πέρα από τη δουλειά του, γεγονός που αποτελεί μόνιμο πρόβλημα στη σχέση του με την κόρη του Σου-αν (Κιμ). Όταν μια μέρα η μικρή εκδηλώσει την επιθυμία να επισκεφθεί τη μητέρα της στο Μπουσάν, ο πατέρας της θα συμφωνήσει σχεδόν απρόθυμα, κανονίζοντας να πάρουν το τοπικό εξπρές προκειμένου να τη συναντήσουν. Λίγο μετά την επιβίβασή τους, ο κόσμος όπως τον ξέρουν παύει πλέον να υπάρχει, με τις τηλεοράσεις να κάνουν λόγο για μαζικές αναταραχές και νεκρούς από μια περίεργη ασθένεια η οποία μετατρέπει τους ανθρώπους σε λυσσασμένους «δολοφόνους». Σύντομα, ο μυστηριώδης ιός θα μεταδοθεί με τρομακτική ταχύτητα και μέσα στα βαγόνια του τρένου, με τους επιβάτες να παλεύουν με νύχια και με δόντια (κυριολεκτικά) για την επιβίωσή τους. Τώρα έχει φτάσει η στιγμή για τον Σεόκ-γου, να αποδείξει έμπρακτα πόσο σημαντικές είναι για τον ίδιο η ασφάλεια και η σωτηρία της Σου-αν.
Δεδομένου ότι οι Ασιάτες είναι «μανούλες» στις πάσης φύσεως φιλμικές γκοριές και στο εξεζητημένο splatter, το «Εξπρές» εξαρχής εγγυάται ότι θα διασκεδάσει ακόμη και τους πιο απαιτητικούς οπαδούς του είδους, με μπόλικες δόσεις αίματος, αφρισμένης δίψας για σάρκα και γερές δαγκωματιές, που μπορεί να φαντάζουν αναμενόμενα συνοδευτικά μιας ταινίας με ζόμπι, δεν τα συναντά όμως εύκολα πια, τουλάχιστον με τέτοιο νεύρο και ένταση όπως συμβαίνει εδώ. Το αδιαμφισβήτητο ατού του φιλμ του Γιεόν είναι η περιρρέουσα ατμόσφαιρα κλειστοφοβίας που διαχέεται σταδιακά από το ένα βαγόνι στο άλλο, την ίδια στιγμή που οι μολυσμένοι σκορπίζουν τον τρόμο και τον θάνατο δίχως έλεος. Εμφανής από την πρώτη κιόλας στιγμή και η διάθεση για κοινωνική κριτική, η οποία οπτικοποιείται έξυπνα και καθόλα λειτουργικά με τον διαχωρισμό των επιβατών σε Business και Economy Class, κάτι που φαινομενικά ίσως και να μην επισημαίνει πολλά, προοδευτικά όμως (και όσο ο θεατής αρχίζει να αναγνωρίζει τους χαρακτήρες με βάση τη θέση τους) ταυτίζεται ιδανικά με τον ευρύτερο συμπεριφορικό σνομπισμό που χαρακτηρίζει την κοινωνία της Νότιας Κορέας.
Σε τεχνικό επίπεδο, το «Εξπρές» στερείται των εντυπωσιακά καλοφτιαγμένων CGI των χολιγουντιανών παραγωγών, κάτι που ευτυχώς δεν αφαιρεί από την ατμόσφαιρα του μετα-Αποκαλυπτικού ολέθρου, με το μοναδικό φάουλ να εντοπίζεται κάπου προς το τέλος, όταν το φιλμ εκτροχιάζεται μελοδραματικά και κάπως σε «πετάει εκτός» κλίματος, σε σχέση πάντα με όλα όσα έχουν προηγηθεί. Έστω, αφήνοντας στην άκρη τον κλισεδιάρικο επίλογο, είναι σίγουρο πως μέχρι τότε θα έχεις περάσει χάρμα, γιατί τούτη η ταινία βρίσκει πάντα τρόπους να σε εκπλήσσει, τόσο με τις ενέργειες των πολυμήχανων ηρώων της, όσο και με την ίδια τη σκιαγράφησή τους, η οποία ξεφεύγει από το στενό πλαίσιο εκπροσώπησης των απολύτως καλών και των απολύτως κακών, πολύ απλά γιατί σε τέτοιες καταστάσεις η ανθρώπινη αντίδραση αποτελεί μέγα προσωπικό μυστήριο. Εν προκειμένω, το «Εξπρές» αντλεί την πρωτοτυπία του από την ίδια τη χωρική του φύση και τη δημιουργία ενός εσωτερικού σινεματικού μικροκόσμου που έρχεται σε επιτυχημένη αντιδιαστολή με το «έξω», όπως συνήθως συμβαίνει με τα φιλμ αυτού του υπο-είδους, με μόνη διαφορά το γεγονός πως ο Γιεόν στρέφει το ενδιαφέρον μας σε ένα περιορισμένο group ανθρώπων, τη στιγμή που η φρίκη μοιάζει να έχει χτυπήσει ολόκληρη τη χώρα (πιθανότατα και ολόκληρο τον κόσμο), όχι μόνο για να εξυπηρετήσει το σενάριό του αλλά και για να μας υπενθυμίσει ότι σε καταστροφικά συμβάντα, αυτό που πραγματικά αφορά είναι το προσωπικό ένστικτο επιβίωσης. Οι μαζικές απώλειες είναι για την τηλεόραση.
ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;
Αν αγαπάς τις ταινίες με ζόμπι, τότε είναι σίγουρο πως το «Το Εξπρές των Ζωντανών Νεκρών» θα σε ικανοποιήσει απόλυτα, χάρη στη φρενήρη δράση του, την απόλυτη αίσθηση αιματηρού εγκλεισμού και τις ευφάνταστες τακτικές διαφυγής των κεντρικών ηρώων, ενώ είναι σίγουρο πως η ταύτισή σου με την ομάδα των «καλών» (αν υπάρχει τέτοια, δηλαδή) θα σε κάνει να χειροκροτήσεις θριαμβευτικά όταν κάποιος, μέσα σε όλον αυτόν τον σαματά, πάρει το μάθημα που του αξίζει. Το τέλος θα σου αφήσει ανάμεικτα συναισθήματα αφού λειτουργεί κάπως σαν αναγκαίο κακό, παρ’ όλα αυτά το φιλμ του Γιεόν αποτελεί μια fiesta από καλό gore. Κύρια αστοχία, η εγκληματικά μεγάλη καθυστέρηση της διανομής του στη χώρα μας, με το «Εξπρές» να έχει «πειρατευτεί» δίχως έλεος από τα τέλη του 2016! Ειλικρινά, έχει μείνει κανένας σκληροπυρηνικός fan του genre που δεν το έχει δει ακόμη;
Της Βαρβάρας Κοντονή, σε συνεργασία με το freecinema.gr
Για την καλύτερη εμπειρία σου θα θέλαμε να σε παρακαλέσουμε να το απενεργοποιήσεις κατά την πλοήγησή σου στο site μας ή να προσθέσεις το enternity.gr στις εξαιρέσεις του Ad Blocker.
Με εκτίμηση, Η ομάδα του Enternity