Είναι επίσημα πλέον το πιο, για να μην πως τοκοφόρο και παρεξηγηθώ, πολύτεκνο δείγμα τής υπερανθεκτικής στους (εντάξει-δεν-τους-λες-και-τεκτονικούς) μετασχηματισμούς πανίδας του big business κινούμενου σχεδίου στη μεγάλη οθόνη. Βγάζοντας σωστικά απ’ το ψυγείο τής προϊστορίας του τον πιο τεξεϊβερικό ήρωά του ever (όχι, δεν αναφέρομαι στον σκίουρο), αυξάνει εξάλλου για λίγο εκτός του προσδόκιμου και την ποιότητα ζωής του. Φευ, υποκύπτει γρήγορα στο άτεγκτο αξίωμα περί εκφύλισης της κράσης τού όποιου franchise, ορατά στερημένο α) από την προγονική αμεσότητά του β) το σίγουρο πάτημά του στη γη ενός αφηγήματος γ) την πρωτεϊκή επαφή του με το θυμικό ή το funny bone μας. Είναι νόμος της φύσης (των sequel), αλλά τρία στα τρία κακά της μοίρας του; Πολύ πάει.
Απειλούμενο είδος (μαζί με την πηγαία διασκέδασή μας) δείχνει να είναι για πρώτη φορά ακόμη και η σισύφεια άτυπη mascot, που σε γαλαξιακό habitat γι’ αυτή την πέμπτη γενιά των δοκιμασιών της παραμένει το μεγαλύτερο εχέγγυο και καταφύγιο γέλιου. Αλλά, φορτωμένη την επαναδιατύπωση της θεωρίας τού Big Bang, πέφτει θύμα όχι (κλασικά) μόνο της αιώνιας τρεχάλας πίσω απ’ τον καρπό – αντικείμενο του πόθου της μα και του ζορίσματος στα όρια της συντριβής τού Enterprise, αφενός της καταστασιακής πρωτοτυπίας αφετέρου της minimum πειστικότητας (τι οξύμωρο!) που επιβάλλεται να συνέχει ένα sci-fi σύμπαν. Κοινώς, γίνεται άμετρα γαργαλιστικά και επιστημονικοφανώς (υπερ)βολικά τόσο του Looney Tunes σ’ αυτά τα κοσμογονικά για τη ρέστη παρέα… διαστήματα, ώστε η φιγούρα τού Σκρατ χάνει όσο ποτέ άλλοτε κάποιαν από τη βαρύτητά της ως πόλου έλξης και θυμηδίας. Υπάρχει αντίπαλο δέος, αλλά όχι για πολύ. Η επαναγνωριμία μας («αλώνιζε» και στην τρίτη ταινία) με τον force of nature κι ατσίδα Μπακ γίνεται στην ιλιγγιωδώς ασύλληπτη σεκάνς της καταδίωξής του από τη σαρκοφάγα φτερωτή τρόικα των κακών τού φιλμ, ενώ τραγουδάει τον «Κουρέα της Σεβίλλης»! Είναι ένα motion ορόσημο του καρτουνιάρικου 2016, που δυστυχώς αποδεικνύεται το αξεπέραστο high, καθώς το πρώτο από δύο πρωτόφαντα στο όλο series camp… νούμερα (picture τραβεστισμό!) και τσιριμόνιες τού ήρωα, στο πνεύμα τού «Η Ταινία Lego» ή του Μπομπ του Σφουγγαράκη, αποδεικνύεται γρήγορα ότι αδυνατούν να σε κρατήσουν σε τροχιά στην άπιαστη τροπόσφαιρα του fun. Τελοσπάντων όχι με σκάφανδρο την ίντριγκα φιλοτομαρικών survivor κρυπτοκινήτρων déjà vu, τόσο πολυχρησιμοποιημένη ώστε δεν θυμάμαι πια πού «έσκασε» αρχικά (σε κάποιο «Οι Ήρωες του Δάσους» ή «Μαδαγασκάρη»), αλλά κι εν πολλοίς ανερμάτιστη (εφόσον το ζούδι ξεφτιλίζει τους διώκτες του κατά βούληση και για την… πλάκα του) κι εγκαταλειμμένη πρώιμα σε μια ζαμανφού στιχομυθία τού ποδιού. Η κολοκυθούλα στη φασκιά, δε, γίνεται το «wtf?» φιάσκο τού show του και μάλλον όλου του ενενηνταλέπτου.
Ενώ οι οπτικολεκτικές αναφορές δεν… ξεφεύγουν, μαντρώνοντας (αλλά όχι και κάνοντάς σου νέο συκώτι με) το fb, τον ουρανοκατέβατο χωρισμό της Ερυθράς απ’ τον Μωυσή, το «Η Νύφη του Φρανκενστάιν» και δε συμμαζεύεται, το παρεάκι του θηριοτροφείου πορεύεται «κρεμασμένο» από τον πραγματικό προδότη τού CGI και της σκηνοθεσίας εδώ μέσα: το σενάριο. Η υποπλοκή τού μαμούθ Μάνι ως μέλλοντος πεθερού ξεκινάει μεταξύ «Ο Πατέρας της Νύφης» και «Γαμπρός της Συμφοράς» και δεν ξέρει πού (να το) πάει, με τον αραχτό νεανία προκομμένο επιεικώς ελλειμματικά… σκιαγραφημένο. Οι ψυχούλες τίγρεις Σίρα και Ντιέγκο, και καλά παρεξηγημένοι ως killers, αφήνονται εν προόδω απλώς στην μπάντα. Το ντουέτο των οπόσουμ σβουρίζει on cue ανταλλάσσοντας παλαβιάρικα κρυάδες. Κι η τσαούσα γιαγιά τού Μάνι αποδεικνύεται σπαστικά (και αναληθοφανώς σε μια σκηνή χαψιάς) κορακοζώητη. Αν κατορθώσεις να δαμάσεις τα συναισθήματα ενόχλησης που ενδέχεται να σου ξυπνήσουν τουλάχιστον τέσσερα γκαγκ του κώλου (κυριολεκτώ, αφορούν την ανατομία του και τα εξαγόμενά του) και το όσο ποτέ τολμηρό meta υφάκι αναχρονισμών (μια ψηφιακή αντίστροφη μέτρηση για τον Αρμαγεδδώνα και μια αναφορά σε ζόμπι) όπως η γράφουσα, ίσως σημαίνει ότι βρίσκεις κι εσύ πάντα γλυκούλη τον ψευδίζοντα ωκύποδα εγγονό. Και ει μη τι άλλο κολοριστικά κρύσταλλο τη Σάνγκρι Λα (με set μονόκερων κι όλα!) της υπόθεσης, όπου ο φτυσμένος από γκόμενα κεκές θα διπλαρωθεί από νέο έτερον ήμισυ, ένα λάμα – guru θα αναγκάσει το χειλάκι των θιασωτών τού yogalates να σκάσει, και η απόπειρα απ’ την ομήγυρη να αποτραπεί το επερχόμενο caboom θα κάνει τους ειδικούς στη Μαγνητική να σκίσουν τα πτυχία τους.
Θα τα καταφέρει αυτό το οικοσύστημα να επιβιώσει; Εγώ πάντως όχι από ένα ακόμα μουσικοχορευτικό ξεφάντωμα ως κατακλείδα σε animation, μετά απ’ το οποίο τουλάχιστον θ’ ακούσεις επιτέλους Jessie J στο πρωτότυπο. Καθότι ντουμπλάρει τη δις μαμούθ Γερμαδούλα, αλλά της επιβάλλει αφωνία η υποχρεωτική εγχώρια μεταγλώττιση, που τουλάχιστον είναι προσεγμένη (μόνη mini παραφωνία ο Γιάννης Μπέζος, η προβοσκίδα τού μετάλλου τού οποίου ξεχωρίζει ψιλοενοχλητικά, αντίθετα από το βοκαλιστικό πέλος τού Πέτρου Φιλιππίδη, που είναι αγνώριστος), όπως και η μετάφραση (με εξαίρεση ένα «τα βγάζω πέρα», που από αυτοπαθητικό ρήμα έγινε ενεργητικό) και το 3D (μολονότι χωρίς στερεοσκοπικές εξάρσεις). Αλλά είπαμε: ένα αστέρι πέφτει πέφτει… Είναι ένα μικρό βήμα μπροστά στο ψηφιοπενάκι για τον άνθρωπο, ένα μεγάλο βήμα πίσω για τα mastodon και σία pets της Blue Sky. Δεν τρώμε βελανίδια…
ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;
Μία ακόμα ανταπόδειξη της θεωρίας της εξέλιξης των κεφαλαιούχων blockbuster «μίκι μάους», όπως και το αμέσως προηγούμενο (η Ιωάννα Παπαγεωργίου διαφώνησε). Η αγέλη των πολύ ανηλίκων δεν θα κακοπεράσει, των λιγότερο τέτοιων και των συνοδών τους είναι πολύ πιθανό να ψιλοαπογοητευθεί αν έχει διασκεδάσει στο εν λόγω zoo chic Πλειστόκαινου παλιότερα. Οι φίλοι των toon με απαιτήσεις θα κάνουν χαρούλες κυριότατα χάρη στην οπτική παράμετρο. Όσοι δεν αντέχουν το φορετό δέρας τής ελληνικής γλώσσας ή τον cosmos τού είδους, εννοείται ότι πρέπει να αποφύγουν πάση θυσία τη σύγκρουση.
Της Βικτωρίας Μιχαήλ, σε συνεργασία με το freecinema.gr
Βρείτε το freecinema.gr στο facebook
Θα πάω όπως και δίποτε! Τα προηγο'υμενα ήταν εκπληκτικά και είχαν πάρα πολύ γέλιο.