Οι απαγωγείς είναι οι κακοί σε μια υπόθεση ομηρείας. Όπως υπονοείται σαφέστατα εδώ, όμως, ο εχθρός ενός άτυχου θύματος που κρατείται με τη βία μακριά από την οικογένεια του, μπορεί μερικές φορές να βρίσκεται εντός της. Όχι επειδή κάποιος συγγενής έχει παίξει ρόλο στην απαγωγή αυτή καθαυτή, αλλά γιατί ενώ φαινομενικά μπορεί να δώσει τη λύση, απαξιοί πλήρως να ασχοληθεί με το πρόβλημα. Τα χρήματα δεν αποτελούσαν ποτέ τροχοπέδη στις επιθυμίες του Τζον Γκέτι, αφού είχε στην κατοχή του όλα τα λεφτά του κόσμου, όπως εύστοχα αναφέρει ο τίτλος της ταινίας. Τα αρχικά λύτρα των 17.000.000 δολαρίων (πριν αρχίσουν οι σοβαρές… εκπτώσεις), τα οποία απαιτούσαν οι μαφιόζοι που άρπαξαν τον εγγονό του, μπορεί να ακούγονται αστρονομικά σαν μέγεθος, όμως, για τον πλουσιότερο άνθρωπο που είχε εμφανιστεί στον πλανήτη μέχρι τότε, τα χρήματα αυτά ήταν σχεδόν τίποτα. «Έχω δεκατέσσερα εγγόνια, και αν ενδώσω στις απαιτήσεις των απαγωγέων, τότε θα βαρεθώ να πληρώνω τους επόμενους που θα κάνουν το ίδιο», ισχυρίστηκε ο παππούς Γκέτι, πριν θέσει ουσιαστικά εαυτόν εκτός υπόθεσης, αφήνοντας τη νύφη του να βγάλει τα κάστανα από τη φωτιά.
Η ταινία του Ρίντλεϊ Σκοτ έχει χτίσει ένα παράξενο hype, που όμοιό του δεν πρέπει να έχει ξαναεμφανιστεί στα κινηματογραφικά χρονικά. Η απόφαση της αντικατάστασης του Κέβιν Σπέισι από τον Κρίστοφερ Πλάμερ, εξαιτίας της εμπλοκής του πρώτου στην γνωστή πλέον υπόθεση σεξουαλικών σκανδάλων, και το γύρισμα εκ νέου (σε χρόνο ρεκόρ!) όλων των απαιτούμενων σκηνών, δεν είναι κάτι που συμβαίνει κάθε μέρα. Θα είναι άδικο, πάντως, να μείνει στη συνείδηση του κόσμου ως «εκείνη η ταινία που την ξαναγύρισαν», μιας και ο ογδοντάχρονος πλέον Σκοτ καταφέρνει - στο δεύτερό του φιλμ μέσα στη 2017! - να παρουσιάσει ένα αξιοπρεπέστατο δείγμα adult entertainment, είδος που λείπει όχι μόνο γενικά στις μέρες μας, αλλά και από την πρόσφατη φιλμογραφία του σκηνοθέτη ειδικότερα, μιας και τα τελευταία χρόνια οι κακές του ταινίες υπερτερούν σημαντικά έναντι των καλών.
Η ασπρόμαυρη φωτογραφία της Ρώμης της εναρκτήριας σεκάνς, με την αθώα περιπλάνηση του μικρού Γκέτι στους δρόμους της πόλης, μπορεί και να είναι ένα είδους φόρου τιμής στον Φελίνι, διακόπτεται όμως από το συμβάν της απαγωγής. Μόλις γίνεται γνωστό το απαιτούμενο ποσό των λύτρων, ακολουθεί η απάθεια του μεγιστάνα παππού μπροστά στο συνταρακτικό γεγονός, και κάπου εκεί, μετά τα σύντομα (ευτυχώς) flashback που έχουν σαν στόχο να ρίξουν φως στις σχέσεις των μελών της οικογένειας Γκέτι, (αλλά περισσότερο χαλάνε το ρυθμό της αφήγησης), μπαίνει στο κάδρο η μητέρα του θύματος. Η Γκέιλ Χάρις (έξοχη η Μισέλ Γουίλιαμς στον πρωταγωνιστικό, ουσιαστικά, ρόλο της ταινίας) είχε ήδη χωρίσει με τον σύζυγο της, ήταν όμως αυτή που έμελλε να κουβαλήσει το σταυρό του μαρτυρίου από την αρχή μέχρι το τέλος της υπόθεσης, έχοντας δίπλα της τη μοναδική βοήθεια που της παρείχε ο πεθερός της, στο πρόσωπο του ειδικού στις βρωμοδουλειές, πρώην πράκτορα της CIA Φλέτσερ Τσέις (Μαρκ Γουόλμπεργκ), ο οποίος αναλαμβάνει να ανακαλύψει ποιος κρύβεται πίσω από την απαγωγή και εν συνεχεία να πράξει τα δέοντα.
Ο Σκοτ, παρά την εκ των προτέρων γνωστή κατάληξη της ιστορίας, καταφέρνει (χάρη και στις σεναριακές ελευθερίες της δραματοποίησης των γεγονότων) να κρατήσει το ενδιαφέρον σχεδόν αμείωτο, επικεντρώνοντας στα διάφορα κόλπα που σκαρφίζονται οι δύο επίδοξοι σωτήρες του νεαρού Γκέτι, καθώς προσπαθούν να αντιπαρέλθουν με οποιονδήποτε τρόπο την έλλειψη των απαιτούμενων χρημάτων. Την ίδια ώρα, ο γηραιός Γκέτι απολαμβάνει τη μοναξιά της έπαυλής του, κάπου στην Αγγλία, έχοντας για μόνη συντροφιά του μια τεράστια συλλογή από έργα τέχνης, στα οποία επένδυε την περιουσία του. Η υποψία του πως ο εγγονός του έστησε ο ίδιος την απαγωγή του για να κερδίσει μερικά εύκολα χρήματα, έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην απόφασή του να παραμείνει παγερά αδιάφορος στο δράμα του. Κατά βάθος, όμως, όπως τουλάχιστον αποδίδεται εδώ από τον Πλάμερ (που σε κάθε περίπτωση μοιάζει να είναι γεννημένος για τον ρόλο), δεν ήταν παρά ένας άπληστος άνθρωπος που λογάριαζε τα πάντα σε χρήμα και μόνον. Αντιμετώπιζε τους ανθρώπους, ακόμη και τους πιο κοντινούς του, σαν αγαθά που πουλιούνται κι αγοράζονται οποιαδήποτε στιγμή, σε μια συγκεκριμένη τιμή. Έπρεπε να λάβει σαν... «δώρο» ένα κομμάτι του σώματος του εγγονού του για ν’ αλλάξει άποψη επί του θέματος, με έναν τραγελαφικό τρόπο που δεν παρέκκλινε σπιθαμή από το ματαιόδοξο του χαρακτήρα του.
Η σκιαγράφηση των Ιταλών κακοποιών είναι αρκετά σχηματοποιημένη, υπάρχουν μια-δύο ευκολίες στην εξέλιξη της ιστορίας, ειδικότερα σε ό,τι αφορά τον ρόλο του Ρομέν Ντουρίς (που υποδύεται έναν εκ των εμπνευστών του σχεδίου απαγωγής), ενώ ελάχιστα μαθαίνουμε για το ίδιο το θύμα, κάτι που όμως έχει γίνει μάλλον σκόπιμα, αφού αυτό που ενδιαφέρει εδώ είναι ο προβληματισμός για την ηθική του χρήματος και το χάος που χωρίζει (διαχρονικά) τους πλούσιους και τους φτωχούς. Κάποια πολιτικά σχόλια που έχουν να κάνουν με τις Ερυθρές Ταξιαρχίες (οι οποίες μπλέκουν με την υπόθεση λόγω... εντοπιότητας, προφανώς) περνάνε ξώφαλτσα, όπως και η σχετική υποπλοκή. Το φιλμ του Σκοτ, όμως, παρά την γεμάτη δίωρη διάρκεια και τις μικρές εδώ κι εκεί αστοχίες, δεν λαθεύει σε αυτό που υπόσχεται. Ψυχαγωγικό σινεμά, δηλαδή, με άρτια παραγωγή (η αναπαράσταση εποχής είναι αψεγάδιαστη) και γυρίσματα σε διάφορα μέρη του κόσμου που προσδίδουν έναν πλούσιο, κοσμοπολίτικο τόνο.
ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;
Ενήλικη, εμπορικών προδιαγραφών ταινία που σέβεται τον θεατή, χωρίς να πουλάει φύκια για μεταξωτές κορδέλες. Δεν πρόκειται για το αξέχαστο αριστούργημα, αλλά για παλαιομοδίτικο σινεμά, χωρίς κυνηγητά και πιστολίδια που ενδεχομένως να είναι το ζητούμενο για την πιτσιρικαρία, αλλά με ένα production value το οποίο αξίζει… όλα τα λεφτά του κόσμου που θα το επιλέξει για την διασκέδασή του.
Του Νίκου Παλάτου, σε συνεργασία με το freecinema.gr
Για την καλύτερη εμπειρία σου θα θέλαμε να σε παρακαλέσουμε να το απενεργοποιήσεις κατά την πλοήγησή σου στο site μας ή να προσθέσεις το enternity.gr στις εξαιρέσεις του Ad Blocker.
Με εκτίμηση, Η ομάδα του Enternity