H κριτική μας για την ταινία After Yang του Kogonada με τους Colin Farrell, Jodie Turner-Smith, Justin H. Min, Malea Emma Tjandrawidjaja.
Όταν ο αγαπημένος «αδελφός» της μικρής τους κόρης, ένα android ονόματι Γιανγκ, «παύει» να λειτουργεί και βυθίζει την οικογένεια σε θλίψη και προβληματισμό, ο Τζέικ πρέπει να βρει τη λύση, να (επανα)συνδέσει χαμένους (από καιρό) δεσμούς και να καλύψει κενά επικοινωνίας που δεν ήταν ορατά μέχρι πρότινος στον οίκο του.
Είναι τόσο πρωτότυπο το θέμα, το περιεχόμενο και η φόρμα αφήγησης του «Μετά τον Γιανγκ», που ενώ κάπου φαντάζει αφελές ή ευσυγκίνητα διδακτικό, σταδιακά σε παίρνει μαζί του και τοποθετεί στο μυαλό σου σκέψεις για την ανθρώπινη ύπαρξη, τη σημασία της παραμονής μας στη ζωή, την απώλεια αυτής, το μέλλον σε συνύπαρξη με την τεχνολογία και το πώς η τελευταία μπορεί να αναπαράγει ιδέες και βιώματα δικά μας σε robotic «technobeings». Απόλυτα minimal σαν κατασκευή, το φιλμ δεν δείχνει τόσο συναρπαστικό κινηματογραφικά, όμως, προσφέρει μία «εναλλακτική» εμπειρία για το genre του sci-fi, σε σκεπτόμενους θεατές και σε υποστηρικτές μιας meta-new age κοινωνίας, με τις «αρχές» της οποίας ο Κογκονάντα δείχνει πως ταυτίζεται με πραγματική τιμιότητα.
Σε ένα multicultural μέλλον της ανθρωπότητας (στο οποίο κυριαρχεί το ασιατικό στοιχείο), με androids και clones να έχουν εισχωρήσει κανονικότατα στον κοινωνικό ιστό και την καθημερινότητα κάθε μέσης οικογένειας, ο Κογκονάντα μας συστήνει τον Τζέικ, την Κίρα, την Μίκα και τον Γιανγκ. Λευκός, μαύρη, ανήλικη Κινέζα και ένα τεχνητό πλάσμα με χαρακτηριστικά που ταιριάζουν στο μικρό κορίτσι, ώστε να έχει τα σωστά πρότυπα ανατροφής που δεν θα την αποξενώσουν από την κουλτούρα και την προέλευσή της. Ένας κόσμος - «μετεξέλιξη» των κανόνων της πολιτικής ορθότητας του σήμερα, που βαδίζει με νέους όρους κανονικότητας, που θ’ αναζητήσει το «υποκατάστατο» σε κάθε είδους ανάγκη, ώστε να πλάσει την απαιτούμενη ισορροπία. Μια ισορροπία που μοιάζει «ναρκωμένη» και απομακρυσμένη από τα αληθινά συναισθήματα. Το «γέννημα θρέμμα» της Φύσης… μεταμοσχευμένο σ’ ένα μοντέλο βίου όπου Homo sapiens και Techno sapiens μπλέκουν δίχως όρια τις ταυτότητες και τις (ηθικές) ευθύνες όλων.
Η απότομη «παύση» λειτουργίας του Γιανγκ διαλύει την εύθραυστη ισορροπία των σχέσεων της οικογένειας του Τζέικ, ο οποίος αναζητά μια γρήγορη και οικονομική λύση για την επιδιόρθωση του αγαπημένου τους android, πριν… αποσυντεθεί το σώμα του (ένα ενδιαφέρον αλληγορικό εύρημα). Πολλά ερωτήματα ζητούν απαντήσεις και όσο ο Τζέικ διερευνά τις εναλλακτικές που έχει μπροστά του, έρχεται όλο και πιο κοντά στο μεγάλο μυστικό της ύπαρξης του Γιανγκ: μία «τράπεζα μνήμης» που είχε μέσα του, για να καταγράφει (παραβιάζοντας την έννοια των προσωπικών δεδομένων) επιλεγμένες στιγμές από την κάθε μέρα της ζωής του, αξιομνημόνευτα στιγμιότυπα διάδρασης με τους ανθρώπους, με τα συναισθήματά τους. Στοιχεία που επεξεργαζόταν σαν «αναμνήσεις» και, ενδεχομένως, επιχειρούσε να «μιμηθεί» για να νιώσει… πιο άνθρωπος. Σαν μια απόπειρα «αναγέννησης».
Από το σημείο που ο θεατής αντλεί αυτή την πληροφορία και μπορεί να την επεξεργάζεται στο μυαλό του, το «Μετά τον Γιανγκ» γίνεται ένα πολυδιάστατο έργο για την «τεχνητή» κληρονομιά που ορίζει τη σχέση των ανθρώπων (ή μη!) με το πολιτισμικό παρελθόν, το οποίο η σύγχρονη τεχνολογία αποτολμά να διαιωνίζει όχι απαραίτητα βιωματικά ή «εξ αίματος», καταλήγοντας στο πιο τολμηρό ερώτημα που έχει να θέσει ο Κογκονάντα για μια κοινωνία του μέλλοντος όπου, εν τέλει, σχεδόν τίποτα δεν είναι αληθινό! Η σκηνοθεσία του είναι λιτή, μ’ έναν πειθαρχημένο τρόπο που μαρτυρά την αγάπη του για το ασιατικό σινεμά του παρελθόντος (ως δημιουργός video δοκιμίων γύρω από την 7η Τέχνη, έχει ασχοληθεί αρκετά με το ύφος του Γιασουτζίρο Όζου), δεν έχει καμία ροπή προς το φαντεζί θέαμα ή την επίδειξη ικανοτήτων και εντυπωσιασμού. Παραλλάσσοντας μία από τις ατάκες του Γιανγκ, δεν είναι «προγραμματισμένος» να πιστεύει σε κάτι τέτοιο. Θα ήθελε, όμως, να πιστεύει πως (και) ο θεατής μπορεί ν’ αποδεχτεί μια σχέση επαφής μ’ ένα σινεμά απελευθερωμένο από φορμαλισμούς, ικανό να ξεγυμνώσει και ν’ αμφισβητήσει, ακόμα και τη θλίψη. Της θνητότητας.
«There’s no something, without nothing», μας λέει ο Γιανγκ. Και το έργο του Κογκονάντα μόλις σ’ έχει «αδειάσει» με τον πιο αμήχανο τρόπο. Αν και, από την κινηματογραφική αίθουσα, θα βγεις φορτωμένος με σκέψεις. Που μπορούν να καταλήξουν σε μνήμες. Με τη συνοδεία της γαλήνιας και αρμονικής μελωδίας του (μοναδικού) θέματος που έγραψε για το φιλμ ο Ριουίτσι Σακαμότο.
ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;
Σινεμά του φανταστικού, με υπαρξιακές αγωνίες, για ένα πιο διανοούμενο (μα ουχί «εστετίστικο») κοινό. Ακόμα μία παραγωγή της εταιρείας A24, με ότι κι αν συνεπάγεται αυτό (για τους πιο μυημένους στο καινούργιο). Θα υπάρξουν κι εκείνοι που θα το αντιμετωπίσουν σαν μια σκέτη… μπουρδολογία. Είναι θέμα αντίληψης και οπτικής. Για να μην πω… ωριμότητας.
Του Ηλία Φραγκούλη, σε συνεργασία με το freecinema.gr
Για την καλύτερη εμπειρία σου θα θέλαμε να σε παρακαλέσουμε να το απενεργοποιήσεις κατά την πλοήγησή σου στο site μας ή να προσθέσεις το enternity.gr στις εξαιρέσεις του Ad Blocker.
Με εκτίμηση, Η ομάδα του Enternity