Πέντε νεαροί μεταλλαγμένοι, οι οποίοι κρατούνται υπό παρακολούθηση σε απομονωμένη κλινική, αρχίζουν να ταλαιπωρούνται από οράματα που έχουν να κάνουν με το προσωπικό δράμα του καθενός τους. Τελικά, βρίσκονται εκεί για να θεραπευτούν ή για να φυλακιστούν;
Έπειτα από ένα ατελείωτο σερί καθυστερήσεων και αναβολών, ήγγικεν η ώρα για να δουν (επιτέλους!) το «φως» των κινηματογραφικών αιθουσών τούτοι οι «Νέοι Μεταλλαγμένοι». Από τον Απρίλιο του 2018 το πάλευαν (τα γυρίσματα είχαν πραγματοποιηθεί το καλοκαίρι του 2017!), αλλά αφενός το στούντιο της Fox δεν είχε μείνει ικανοποιημένο από το αποτέλεσμα (παραγγέλνοντας reshoots), αφετέρου ξεκίνησε η διαδικασία εξαγοράς του από την Disney, γεγονός που δεν άφηνε περιθώρια ασχολίας με τέτοιες ασήμαντες λεπτομέρειες (ή έργα…).
Αφού το deal ολοκληρώθηκε, το φιλμ μπήκε για τα καλά… στον πάγο, μιας και η Disney αντιλήφθηκε πως (στην προκειμένη) φορτώθηκε ένα βαρίδι από το οποίο έψαχνε τρόπο να απαλλαγεί. Κάπου εκεί ήρθε η πανδημία του COVID-19, τα σινεμά έκλεισαν, οι ταινίες προς διανομή άρχισαν να λιγοστεύουν επικίνδυνα, οπότε τι καλύτερο για τον οργανισμό Disney από το να βγάλει τώρα από τα ράφια αυτούς τους… μπαγιάτικους «Μεταλλαγμένους», πετυχαίνοντας έτσι μ’ έναν σμπάρο δυο τρυγόνια. Και δίνει ανάσα στους κινηματογράφους που δεν έχουν στουντιακό προϊόν να παίξουν και ξεφορτώνεται μία παραγωγή για την οποία δεν πέθαινε εξαρχής. Το άσχημο είναι πως η ταινία επιβεβαιώνει στο ακέραιο τον άγραφο νόμο που λέει πως όταν ένα έργο καθυστερεί να πάρει το πράσινο φως για να διανεμηθεί, κάτι μυρίζει…
Το στόρι, όσο κι αν ακούγεται παράξενο, είναι ένας συνδυασμός από τον «Εφιάλτη στο Δρόμο με τις Λεύκες Νο 3» (1987) και του «Breakfast Club» (1985), όμως στο πλέον αφόρητα βαριεστημένο του, σε βαθμό να δυσκολεύεσαι να το χαρακτηρίσεις υπερηρωικό! Σύμφωνα με αυτό, η ινδιάνικης καταγωγής Ντάνι ξυπνά αλυσοδεμένη σε κλινική, έπειτα από μυστηριώδη επίθεση που την άφησε ως τη μοναδική επιζήσασα του καταυλισμού της. Καθώς κουράρεται από την δόκτορα Ρέγες, πληροφορείται ότι διαθέτει μεταλλαγμένες ικανότητες, όπως άλλωστε και οι υπόλοιποι τέσσερις νεαροί και νεαρές που μοιράζονται μαζί της τον ίδιο χώρο. Η νεανική πεντάδα αρχίζει να γνωρίζεται μεταξύ της, κάποιες κόντρες ξεσπούν ανάμεσα στα μέλη της, καχυποψία εμφανίζεται στον ορίζοντα για το τι ακριβώς είναι τούτο το Ινστιτούτο, ενώ παράλληλα καθένας απ’ αυτούς τους «Μεταλλαγμένους», προσπαθεί είτε ν’ αντιληφθεί, είτε να τιθασεύσει τη super ικανότητα που διαθέτει. Πάντα υπό την υψηλή εποπτεία της κυρίας Ρέγες, η οποία παραδόξως φροντίζει τα πάντα μόνη της, αφού άλλος κανείς δεν υπάρχει εκεί χάμω να τη βοηθήσει.
Γυρισμένο εξ ολοκλήρου μέσα στους τέσσερις τοίχους της κλινικής, το φιλμ καταφεύγει σ’ ένα ενδοσκοπικού τύπου μπλα-μπλα (που λες ότι δεν πρόκειται να τελειώσει ποτέ), το οποίο λειτουργεί ως συστατική επιστολή του κάθε χαρακτήρα (μιας και στο βάθος υπάρχει franchise…). Στοιχεία από horror movie εμφανίζονται σκόρπια εδώ κι εκεί, αποτυγχάνοντας πλήρως να δημιουργήσουν αίσθημα φόβου ή έστω κινδύνου, αφού ουδείς εκ των πέντε δείχνει να απειλείται ουσιαστικά. Μόνο η τελική μάχη του φινάλε σχεδόν θυμίζει υπερηρωικού τύπου ταινία, όμως τα ψόφια CGI (με μία όσο πιο σκούρα χρωματική παλέτα γίνεται) φέρνουν στο μυαλό όχι μόνο το τραγικό ξαδερφάκι του «Χ-Men: Απόκαλιψ» (2016), αλλά εποχές «Spawn» (1997) και βάλε. Χώρια το ακαταλαβίστικο της υπόθεσης, με την μυστηριώδη εταιρεία Essex και τα παράξενα πλάσματα που κάνουν «μπου».
Μέχρι να φτάσει η στιγμή της τελικής κλιμάκωσης, το μόνο που εισπράττει ο θεατής είναι ο βασανιστικός ρυθμός (που σέρνεται ολούθε) και μία διαρκής κλάψα από τους πέντε νεαρούς, μιας και κανείς τους δεν φαίνεται να γουστάρει να είναι ένας εν δυνάμει superhero (όχι άδικα ίσως, καθώς εδώ αντιμετωπίζονται ως… βετεράνοι του Βιετνάμ σε συνεδρίες για μετατραυματικό stress!). Η λεσβιακού τύπου υποπλοκή δεν αποκλείεται να έβγαλε τους executives της Disney από τα ρούχα τους, ο κακός (;) της υπόθεσης ανάθεμα κι αν μπορεί να υπολογιστεί για τέτοιος, ενώ το «νεαρό και ταλαντούχο» καστ βυθίζεται αύτανδρο στην πληκτική σοβαροφάνεια, με την Άνια Τέιλορ-Τζόι να είναι η μόνη η οποία έχει αντιληφθεί που ακριβώς βρίσκεται, δίνοντας στη Ρωσίδα μεταλλαγμένη teenager της μία trash ερμηνεία που δένει ασορτί με όλο το περιεχόμενο.
Οι «Νέοι Μεταλλαγμένοι» είναι μακράν η χειρότερη ταινία της οικογένειας των «Χ-Men» (εάν μπορούμε να τη συμπεριλάβουμε σε αυτές), σε σημείο που κάνει τον αφόρητα πληκτικό «Μαύρο Φοίνικα» (2019) να μοιάζει με γλέντι ψυχαγωγίας και διασκέδασης συγκριτικά. Το teen μελόδραμα που διέπει την πλοκή, και με το οποίο πετυχημένα είχε καταπιαστεί ο σκηνοθέτης Τζος Μπουν στο «Λάθος Αστέρι» (2014), εδώ μοιάζει εκτός τόπου. Το χιούμορ λάμπει δια της απουσίας του, το αποτέλεσμα, δε, σε κάνει να αναρωτιέσαι που στο καλό ξοδεύτηκαν τα περίπου εβδομήντα εκατομμύρια δολάρια του budget. Θα έπρεπε να είχε μείνει στο ράφι.
ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;
«Στην αναβροχιά των στουντιακών τίτλων, καλό και το χαλάζι», θα έλεγε κανείς, όμως εδώ μιλάμε για τεράστια ήττα. Αφόρητα βαρετό φιλμ, που μοιάζει περισσότερο με ξεπέτα τύπου straight to DVD και όχι με μπλοκμπαστερική χολιγουντιανή παραγωγή μελλοντικών φιλοδοξιών για spin-off franchise. Όσο μεγάλο στερητικό σύνδρομο και να έχει κάποιος από τέτοιου είδους φιλμ, δύσκολα θα βρει γιατρειά με τούτο. Αν, μάλιστα, δεν καίγεσαι και τόσο για «Χ-Men», μεταλλαγμένους και τα ρέστα, η αποχή είναι η μόνη πρόταση.
Του Νίκου Παλάτου, σε συνεργασία με το freecinema.gr
Για την καλύτερη εμπειρία σου θα θέλαμε να σε παρακαλέσουμε να το απενεργοποιήσεις κατά την πλοήγησή σου στο site μας ή να προσθέσεις το enternity.gr στις εξαιρέσεις του Ad Blocker.
Με εκτίμηση, Η ομάδα του Enternity