Για να βρεις το μυστικό, πρέπει να πας… πίσω.
Βέβαια, σε μια περίοδο απόλυτης Marvel-οποίησης και αποβλάκωσης των μαζών (ειδικά σε σχέση με το genre του φανταστικού), είναι πολύ τολμηρό αυτό που επιχειρεί ο Σπίλμπεργκ με το «Ready Player One». Εκ πρώτης όψης (και εκ της πιο ασφαλούς «ανάγνωσης») προσφέρει ένα nostalgia trip που μοιάζει με trivial παιχνίδι. Είναι απολαυστικό να εντοπίζεις τις (κυρίως κινηματογραφικές) αναφορές που κάνει στο παρελθόν, όμως, ακριβώς όπως όλοι πέφτουν στην παγίδα του τελευταίου level πριν από την αποκάλυψη του Easter egg, έτσι κινδυνεύεις να παραπλανηθείς και να χάσεις την ουσία του έργου. Ακριβώς επειδή και το ίδιο το έργο έχει levels. Ακριβώς όπως και εσύ, άλλωστε!
Το «Ready Player One» δεν είναι μια απλή βόλτα «down the memory lane». Πρέπει να ιδωθεί σαν μια πολυεπίπεδη αλληγορία για τη σημασία της διαμόρφωσης της μνήμης μέσω προϊόντων που καταναλώνουμε καθημερινά εξαιτίας της ύπαρξης της pop κουλτούρας. Προϊόντων / δειγμάτων ενός πολιτισμού που βασίστηκε στη μόρφωση, τη γνώση, τη σκέψη και την έμπνευση. Όλα αυτά μαζί παρήγαγαν «προϊόντα» κατανάλωσης που πορεύτηκαν μαζί μας, προκάλεσαν εσωτερικές διεργασίες, μας σύστησαν πρωτόγνωρα συναισθήματα, μας «έπλασαν» σε έναν μεγάλο βαθμό (και) ως οντότητες, άπαξ και προσανατολιστήκαμε προς αυτά για να «φυγαδευτούμε» από την πραγματικότητά μας. Διόλου τυχαία, ως κινηματογραφιστής, ο Σπίλμπεργκ βασίζει την ταινία του επάνω στην Ιστορία του σινεμά και σε γιγάντιες (#diplhs) φιγούρες που μας προκάλεσαν δέος στη μεγάλη οθόνη, από το 1933 έως και το 1999 (τουλάχιστον, αν η μνήμη μου δεν με απατά, με όλον αυτόν τον όγκο πληροφορίας και homage που κατακλύζει το φιλμ), δημιουργώντας ένα puzzle στοιχείων που «παίζονται» και από τον ίδιο τον θεατή, με στόχο να συμπληρώσει την πλήρη «εικόνα» του νοήματος / μυστικού τού έργου.
Μοιραία, ο Σπίλμπεργκ (αν και χρησιμοποιεί πολλά αναγνωρίσιμα σύμβολα και χαρακτήρες από τον κόσμο του gaming) δείχνει να καταδικάζει την εξέλιξη των παιχνιδιών, τα οποία προσεγγίζουν όλο και περισσότερο ένα σύμπαν virtual reality και απομόνωσης του χρήστη, που ξεκινά να παίζει έχοντας επιλέξει τον δικό του τρόπο φυγής, για να καταλήξει «αιχμάλωτος» μιας φαντασίωσης δίχως στοιχειώδη χαρακτηριστικά παιδείας και κουλτούρας. Ευτυχώς, δεν το κάνει με διδακτικό τρόπο για να αποτρέψει τα παιδιά (του μέλλοντος) από το να καταφεύγουν στα video games (η ταινία, άλλωστε μοιάζει κι αυτή με ένα νοητό game «αλληλεπίδρασης» για τον θεατή), αλλά κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για την αποφυγή επόμενων γενεών δίχως κανένα μορφωτικό επίπεδο, βουτηγμένων στην τυφλή βία. Για να μην πω σχεδόν αποκλειστικά στη βία.
Για τον Σπίλμπεργκ το σινεμά είναι μόρφωση. Και για να αποκωδικοποιήσεις πραγματικά το «Ready Player One» πρέπει να έχεις κάποιες βάσεις, ένα ικανό database βιωμένης πληροφορίας, που θα σου επιτρέπει να συνεχίζεις το παιχνίδι στο κάθε επόμενο level και να μην μένεις πίσω απορώντας μέσα σου… «γιατί γελάνε οι υπόλοιποι θεατές στην αίθουσα, τι διάβολο είδανε;». Αυτό είναι το κυρίως ρίσκο που παίρνει ο Σπίλμπεργκ σήμερα. Αλλά το κάνει με τόση αγάπη και σεβασμό προς την Τέχνη του, που ακόμη κι εκείνοι οι οποίοι δεν θα «πιάσουν» τις αναφορές με τη μια, πιθανότατα να τις αναζητήσουν κατόπιν της προβολής. Με τον τρόπο που ένα παιδί στο παρελθόν άνοιγε μια εγκυκλοπαίδεια. Με την ευκαιρία να ζήσει τη μαγεία όλης αυτής της νοσταλγίας που προτείνει τούτο το έργο. Με την ελπίδα το «τέλος του παιχνιδιού» να οδηγήσει ξανά στην κινηματογραφική αίθουσα και το αληθινό μέγεθος της αξίας του σινεμά. Της αξίας που είχε και στη… δική του νιότη.
Με έναν περίεργο τρόπο, το «Ready Player One» μοιάζει με ένα μακρινό «αδελφάκι» του «Hook» (1991)! Στα 45 του τότε ο Σπίλμπεργκ, αισθανόταν πως αφήνει οριστικά πίσω του το παιδί που θα ήθελε να μείνει για πάντα. Το άφηνε για χάρη της αληθινής ζωής. Είχε ήδη γίνει πατέρας, είχε χωρίσει, είχε μόλις κάνει έναν δεύτερο γάμο, είχε αποκτήσει μια τεράστια περιουσία και επεδίωκε περισσότερο χρήμα, δόξα και βραβεία. Πράγματα διόλου… παιδιάστικα. Εκείνη η ταινία ήταν ένα «ξόρκι» που γύρισε από φόβο. Τον φόβο της ενηλικίωσης, με μια ελπίδα γυρισμού στην «ονειροχώρα», την ελπίδα της φυγής σε κάποιο απομεινάρι του μικρού παιδιού που θα αναζητούσε κάποτε ξανά, μέσα του. Στα 72 του σήμερα, ο Σπίλμπεργκ μπορεί πια να φοβάται κάτι άλλο. Την οριστική «φυγή», την απώλεια της ζωής. Και το «Ready Player One» μπορεί να μοιάζει με μια διαθήκη σοφίας του ανθρώπου που έχτισε ακλόνητα και αξεπέραστα θεμέλια αυτής της «λαϊκά» αποκαλούμενης pop κουλτούρας. Του ανθρώπου που το 1975 άλλαξε την πορεία του σινεμά. Της θέασής του από τις μάζες, όσο και της λειτουργίας της βιομηχανίας του. Κυριολεκτικά. Με μια κοπέλα που βούλιαζε βίαια στο νερό και ελάχιστες μουσικές νότες που μας αναστατώνουν ακόμα. Ο Σπίλμπεργκ φοβάται πως μαζί με τη ζωή που πρόκειται να χάσει (κάποια στιγμή), θα τελειώσει και η αγάπη για το σινεμά. Και μας πηγαίνει εκεί που οφείλουμε να γυρίσουμε σαν πολιτισμός. Για τη δική μας διάσωση. Πίσω. Όχι, όμως, μονάχα πίσω στη φυγή (που προσφέρει το σινεμά)…
Η πραγματικότητα είναι… υπαρκτή. Και η ζωή αξίζει περισσότερο από το κινηματογραφικό παραμύθι. Καλώς ή κακώς, νικάει το παραμύθι. Και το κάθε game. Προτού η… ηλικιακή πραγματικότητα σου θυμίσει ό,τι έχασες εκεί έξω, να θυμάσαι και να αγαπάς. Την ύπαρξή σου, έναν ακόμη άνθρωπο στη Γη, έστω, αυτά που θεωρείς ότι σε έκαναν τον άνθρωπο που είσαι, τη γνώση μέσω των εμπειριών σου στη ζωή. Πριν ξαναπάς πίσω… από εκεί που ήρθες. Σε αυτό το πελώριο συμπαντικό… τίποτα.
ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;
Πολύ μεγάλη ταινία. Ανθολογίας και αναφοράς. Ένα είδος πολιτιστικής διαθήκης για τη σχέση του σινεμά με τον άνθρωπο και το απαραίτητο background της κουλτούρας που (είθισται να) κουβαλά μέσα του. Ο Στίβεν Σπίλμπεργκ των αρχών της καριέρας του βρίσκεται (και πάλι) εδώ. Με μια «αμόλυντη» ποιότητα αγάπης και αφιέρωσης στην 7η Τέχνη. Όπως αυτός τη γνώρισε, την αφηγήθηκε και την εξέλιξε. Τολμηρές οι προθέσεις αυτές σε μια περίοδο της ανθρωπότητας στην οποία η μόρφωση χάνεται όλο και περισσότερο και η άγνοια προς το παρελθόν προφητεύει κάτι καταστροφικό για το μέλλον. Προσωπικά, με συγκινεί η σκέψη της ύπαρξης μιας τέτοιας ταινίας σήμερα. Περισσότερο κι από την ίδια την ταινία! Λυπάμαι τους ανθρώπους που δεν θα καταλάβουν ή δεν θα πάρουν τίποτα από αυτό το έργο. Δεν έχουν φαντασία. Δεν έχουν κουλτούρα. Και, ενδεχομένως, ούτε καν ζωή.
Του Ηλία Φραγκούλη, σε συνεργασία με το freecinema.gr
Για την καλύτερη εμπειρία σου θα θέλαμε να σε παρακαλέσουμε να το απενεργοποιήσεις κατά την πλοήγησή σου στο site μας ή να προσθέσεις το enternity.gr στις εξαιρέσεις του Ad Blocker.
Με εκτίμηση, Η ομάδα του Enternity