Ο Τζον Ράμπο επιστρέφει (γιατί;). Και επιχειρεί να σώσει τη ζωή της έφηβης Γκαμπριέλ, που έχει σαν παιδί του, από τα χέρια μεξικάνικου cartel μαστροπείας.
Δεν θυμάμαι πότε είχε βγει η προηγούμενη ταινία «Rambo» (το 2008, λέει το imdb). Δεν θυμάμαι τι συνέβαινε τότε (λογικό και υγιές το λες), δεν καταλάβαινα τι έβλεπα από τη αρχή ήδη (και σχεδόν μέχρι τέλους!) εδώ, στο πλαίσιο της συνέχειας ενός franchise. Η εισαγωγική σεκάνς μοιάζει λες και έχει βγει από ταινία καταστροφής με θέμα μία ολέθρια πλημμύρα, δεν έχει καμία απολύτως σχέση με το υπόλοιπο έργο και, όπως γρήγορα μπορεί να υποψιαστεί κανείς, ποιος νοιάζεται; Ο Τζον Ράμπο έχει «αποσυρθεί» σε ράντσο στην Αριζόνα και ασχολείται με την εκτροφή αλόγων. Για άγνωστο λόγο, κάτω από ολόκληρη την έκταση του ράντσου, έχει δημιουργήσει ένα τεράστιο δίκτυο από στοές, ίσως επειδή δεν είχε άλλα hobbies στη μέση του πουθενά (πέραν του να σώζει ανθρώπινες ζωές, όπως μας είδαμε στην έναρξη του φιλμ). Μαζί του μένουν μία Μεξικανή παραδουλεύτρα / οικονόμος και η έφηβη Γκαμπριέλ, η οποία τον αποκαλεί «θείο Τζον» κι εμείς σπάμε το κεφάλι μας να θυμηθούμε το γενεαλογικό δέντρο του ήρωα (μην κάνεις τον κόπο, το κορίτσι είναι κόρη παλιού του φίλου και μεγαλώνει μαζί του διότι ο πραγματικός της πατέρας ήταν ένας άκαρδος αλήτης). Στο γενικότερο πλαίσιο της ευγενούς απορίας «τι στο διάβολο συμβαίνει εδώ πέρα;», όλοι αυτοί μαζί μιλάνε μισά μεξικάνικα μισά αγγλικά στο σπίτι, δίχως λόγο και αιτία!
Η Γκαμπριέλ έχει βαλθεί να βρει την ταυτότητα του πραγματικού της πατέρα και μία κάκιστης διαγωγής γνωστή της γίνεται αγγελιοφόρος συγκλονιστικού μαντάτου: εκείνος ζει και βρίσκεται στο Μεξικό. Φυσικά, η άτακτη νεαρά δεν ακούει τον Ράμπο, το σκάει, πάει στο γειτονικό Μεξικό, συναντά τον πατέρα της, ο οποίος τη «φτύνει», η «φιλενάδα» (να σου πετύχει) την πηγαίνει σε νυχτερινό κέντρο διασκέδασης με προφανή κακό σκοπό, εκεί ένας άγνωστος της ρίχνει «κάτι» στο ποτό και… η Γκαμπριέλ καταλήγει στα χέρια φοβερού και τρομερού cartel μαστροπείας! (Όταν σας τα έλεγαν οι μανάδες σας, ότι γίνονται αυτά στα clubs, εσείς δεν τα πιστεύατε…)
Μέχρι να υποψιαστεί ο Τζον Ράμπο ότι η μικρή το έχει σκάσει, η Γκαμπριέλ έχει πέσει θύμα βιασμού, της έχουνε χαρακώσει το πρόσωπο και την κρατάνε αιχμάλωτη και τάβλα από τα drugs, μέχρι να δουν τι άλλο πρωτότυπο θα κάνουν με το κορμί της. Ο Τζον θα περάσει τα σύνορα και σε ρόλο vigilante ντετέκτιβ θα ανακαλύψει τα ίχνη των κακών, όμως θα τα βρει σκούρα διότι… ένας αλλά Ράμπο, αντικειμενικά, δεν τα βάζει με ολόκληρη συμμορία. Πίσω στα πάτρια εδάφη, θα ετοιμάσει (μέσα σ’ ένα γρήγορο montage) τις… άπειρες παγίδες για τους Μεξικάνους εγκληματίες που θα τον αναζητήσουν με τη σειρά τους για να… του αλλάξουν τον αδόξαστο. Μέχρι τότε, το μυαλό σου έχει γίνει μαϊντανός από το «θέαμα» και τις υπερβολές. Που θα αυξηθούν στη συνέχεια…
Το πλέον χείριστο σε τούτο το πέμπτο φιλμ της σειράς «Rambo» δεν είναι ο τραγέλαφος της πλοκής, αλλά το γεγονός ότι αυτό που παρακολουθείς περισσότερο μοιάζει με κάτι σαν «Taken» νούμερο δεκαπέντε, παρά με οτιδήποτε θυμόμαστε (και καλά κάνουμε) από την original ταινία του 1982, που κατόπιν μετατράπηκε σε αντι-βιετναμικό μιλιταριστικό πανηγυράκι λαϊκουργιάς. Εδώ ο Σιλβέστερ Σταλόνε αναλαμβάνει καθήκοντα… Λίαμ Νίσον, προσπαθώντας να σώσει το «κοριτσάκι του» από… μία από τα ίδια, μην αφήνοντας ίχνος ενδιαφέροντος για τον θεατή που (ενδεχομένως) θα μπει περιμένοντας… ένας Θεός ξέρει τι, αφού το κάθε sequel γι’ αλλού αρμένιζε! Η παραγωγή είναι ξεκάθαρα b-μουβάδικη (βλέπε τα γραφόμενα στο «Ο Φύλακας Άγγελος Έπεσε»), χαρακτήρες δεν υφίστανται, η σεναριακή αφήγηση δεν γεμίζει μία κόλλα χαρτί και το τελευταίο μέρος της ταινίας αποτελεί ένα μικρό φεστιβάλ gore-ιάς που αγκομαχάει να έχει και ολίγη από χιούμορ, αλλά απλά παραείναι αναίτια σε βία και εκδικητικότητα.
Η πλειοψηφία του αμερικανικού Τύπου και της κριτικής κατακρεούργησε το φιλμ από μία «αντι-τραμπική» οπτική, θεωρώντας ότι το έργο ασκεί προπαγάνδα κατά των συμμοριών που έχουν μετατρέψει σε άνδρο εγκληματικότητας το Μεξικό, λες και ο Ράμπο διαφημίζει «εμμέσως» το κλείσιμο των συνόρων. Αν το έργο είχε την παραμικρή ουσία, θα πρότεινα να το σκεφτούμε κι αυτό. Αλλά εδώ το πράγμα είναι μόνο για γέλια! Ήμαρτον!
ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;
Παρακαλώ, ας είναι το τελευταίο! Ταινία εκδίκησης, χωρίς να συνδέεται κάπως με τις προηγούμενες ταινίες του franchise, τούτο το πέμπτο «Rambo» δεν δικαιώνει καμία προσδοκία, δεν προσφέρεται ούτε καν για χαβαλέ και σε αφήνει να σαστίζεις μπροστά στην οθόνη για την επιλογή του Σιλβέστερ Σταλόνε να εκτεθεί σε τόσο άσχημο βαθμό, ειδικά μετά από αυτά που τον είδαμε να κάνει στα δύο «Κριντ».
Του Ηλία Φραγκούλη, σε συνεργασία με το freecinema.gr
Για την καλύτερη εμπειρία σου θα θέλαμε να σε παρακαλέσουμε να το απενεργοποιήσεις κατά την πλοήγησή σου στο site μας ή να προσθέσεις το enternity.gr στις εξαιρέσεις του Ad Blocker.
Με εκτίμηση, Η ομάδα του Enternity