Γιατί φυσικά και πρέπει να υπάρχει κάποια αφορμή για να δικαιολογήσει τη δράση, βρισκόμαστε σε στη σύγχρονη εποχή, αλλά σε μια εναλλακτική πραγματικότητα που μετά τη δεκαετία του ’50 άρχισε να διαφέρει δραματικά από τη δική μας, όπως τη ξέρουμε. Τα κράτη κατέρρευσαν μετά από έναν παγκόσμιο πόλεμο, με τις επιχειρήσεις και τις τράπεζες πλέον να είναι οι κυρίαρχοι του παιχνιδιού, έχοντας υπό τον έλεγχό τους πρακτικά κάθε πτυχή της ανθρώπινης δραστηριότητας. Η Hannah Stone, όπου στην πορεία μαθαίνουμε δεν είναι το πραγματικό όνομά της, είναι μια πρώην στρατιωτικός που φυλακίστηκε για εγκλήματα πολέμου και έχει μια δεύτερη ευκαιρία, δουλεύοντας ως αστυνομικός στο Hong Kong, σε μια ομάδα που απαρτίζεται από μέλη με παρόμοιο background. Η αστυνομία φυσικά ανήκει σε μια εταιρεία που ονομάζεται Dauer Synthetics, και με αφορμή ένα περιστατικό στα κεντρικά της γραφεία, η Stone και η ομάδα της θα βρεθεί στο μέσο μιας συνομωσίας που εμπλέκει ανδροειδή ρομπότ, νίντζα με σύγχρονες πανοπλίες και έναν ιδιωτικό στρατό.
Η όποια ιστορία, αν και έχει πολλές αναφορές και πλούσιο υλικό για να αντλήσει, σε πρώτη φάση δε βγάζει κανένα νόημα, όπως και αν προσπαθήσει κανείς να το δει. Αναφορές που δεν οδηγούν πουθενά, plot twists και αποκαλύψεις που δεν έχουν απολύτως καμία βαρύτητα ή νόημα, και διάλογοι που ακροβατούν ανάμεσα στο cool και το cringe, με γραφή που αγγίζει το «κακό» και ερμηνείες που όχι απλώς αγγίζουν, αλλά το αγκαλιάζουν κιόλας, οι 8-10 ώρες που χρειάζονται για να έρθει σε πέρας η περιπέτεια της Stone πρέπει να καλυφθούν αποκλειστικά από τη δράση και το gameplay. Και εδώ ακριβώς είναι που αρχίζουμε να έχουμε θέματα, γιατί ενώ σε trailers και still captures το Wanted μπορεί να φαίνεται συναρπαστικό, στην πράξη κάτι τέτοιο δεν ισχύει. Κατ’αρχάς, πρέπει να σημειώσουμε ότι καθ’όλη τη διάρκεια της ιστορίας χειριζόμαστε μόνο την Hannah, με τα άλλα 3 μέλη της ομάδας να υποστηρίζουν, κυρίως πυροβολώντας τους αντιπάλους και κάποιες φορές τραβώντας τα πυρά τους για να δώσουν χώρο στην πρωταγωνίστρια. Δεν κάνουν κάποια διαφορά, αφού το ΑΙ τόσο των teammates όσο και των εχθρών είναι απλά κακό.
Η Hannah, από την άλλη, έχει στη διάθεσή της ένα πιστόλι, ένα αυτόματό και μια Katana (γιατί όχι). Με αυτόν τον τρόπο ο τίτλος υιοθετεί μια υβριδική προσέγγιση, ενώνοντας το melee beat’em up με το shooting και προσπαθώντας να δημιουργήσει κάτι καινούριο. Στην πράξη, το melee κομμάτι παραμένει κυρίαρχο, απλά υπάρχει και το shooting με όπλα τύπου αυτόματα, καραμπίνες και RPG, που χρησιμοποιείται περισσότερο συμπληρωματικά, και σε boss fights. Η Katana έχει τον κύριο λόγο, και το πιστόλι πρακτικά λειτουργεί για να δημιουργήσει ευκαιρίες stagger και να επεκτείνει combos. Ο χαρακτήρας ξεκινάει με μόνο 2 combos και θα πρέπει να ξεκλειδώσει όλες τις ικανότητες, ακόμα και κάποιες που θα έπρεπε να είναι ήδη ξεκλειδωμένες από μια αρχή, χρησιμοποιώντας skill points που κερδίζονται εξοντώνοντας εχθρούς και καθαρίζοντας περιοχές. Ακόμα και με όλο το -ομολογουμένως μικρό- skill tree ξεκλείδωτο, τα πράγματα δε γίνονται ιδιαίτερα περίπλοκα, ούτε μετατρέπουν την Hannah σε οδοστρωτήρα που δεν αφήνει τίποτα όρθιο στο πέρασμά του. Τα διαθέσιμα combos είναι κυριολεκτικά τρία στον αριθμό, και από εκεί και μετά απλά το input για την επίθεση με το πιστόλι εναλλάσσει θέσεις ανάμεσα στα combos και τα rolls. Ο τίτλος, με εξαίρεση τα boss fights, ουσιαστικά επιτάσσει έναν τρόπο παιχνιδιού και κάτι τέτοιο γίνεται αντιληπτό αρκετά γρήγορα, και τίποτα δεν αλλάζει την μανιέρα αυτή, μέχρι το τέλος.
Σε καθένα από τα πέντε μεγάλα επίπεδα η δράση ακολουθεί την ίδια διαδρομή κάθε φορά, με διαδρόμους που οδηγούν σε αρένες, κάποιες φορές βάζοντας μερικούς εχθρούς σε μεγάλες αποστάσεις και δυσπρόσιτα σημεία για να δικαιολογηθεί το shooting κομμάτι, και όλο ξανά από την αρχή. Τα checkpoints είναι πολύ μακριά το ένα από το άλλο, και στο ενδιάμεσο μπορεί να υπάρχουν mini bosses τα οποία φυσικά και θα πρέπει να αντιμετωπισθούν ξανά σε περίπτωση game over. Και δε θα ήταν πρόβλημα, αν το ίδιο το gameplay ήταν διασκεδαστικό, κάτι που δυστυχώς δε συμβαίνει. Η Stone είναι ακόμα και στο τελευταίο επίπεδο υπερβολικά εύθραυστη, δεν έχει κάποιο πλούσιο ρεπερτόριο κινήσεων για να της δώσει κάποιο σοβαρό προβάδισμα, και η όλη διαδικασία είναι ένα grind μέχρι το τέλος. Τα πολυδιαφημισμένα mini games κάνουν την εμφάνισή τους ανάμεσα στις αποστολές, αλλά δε φτάνουν τα επίπεδα Like a Dragon/Yakuza και πέραν του αναγκαστικού πρώτου τεστ σε καθένα από αυτά, δεν υπάρχει ιδιαίτερος λόγος για να επιστρέψει κανείς. Εκτός κι αν το karaoke του 99 Luftballons σε ντουέτο με τη Stefanie Joosten είναι ένα από αυτά τα πράγματα που δε γνώριζε κανείς ότι είχε ανάγκη, μέχρι να το ανακαλύψει.
Δυστυχώς, παρά τις εντυπωσιακές κινήσεις και το cool στυλ που προσπαθήσει να βγάλει προς τα έξω, το Wanted: Dead είναι κάθε άλλο παρά cool. Θέλει να κάνει πάρα πολλά πράγματα, χωρίς να εμβαθύνει σε τίποτα, και δε στηρίζεται σε κάτι ουσιαστικά παρά στυλ και αναφορές στη σύγχρονη pop κολτούρα. Ορισμένες φορές όλα έρχονται στη θέση τους και κάνει κλικ, αλλά αυτές οι στιγμές είναι πολύ λίγες και πολύ μακριά μεταξύ τους. Χωρίς όμως ουσιαστικό gameplay για να το υποστηρίξει, τότε απλά δεν έχει ενδιαφέρον, όσο cool κι αν φαίνεται μια ηρωίδα με βιονικό χέρι, katana, jeans και sneakers. Ακόμα και ο Suda51 δυσκολεύεται πολλές φορές να πετύχει τον συνδυασμό στυλ και ουσίας.
Για την καλύτερη εμπειρία σου θα θέλαμε να σε παρακαλέσουμε να το απενεργοποιήσεις κατά την πλοήγησή σου στο site μας ή να προσθέσεις το enternity.gr στις εξαιρέσεις του Ad Blocker.
Με εκτίμηση, Η ομάδα του Enternity