Δε χωράει αμφιβολία ότι το Until Dawn είναι αυτό που έβαλε τη Supermassive Games στον χάρτη. Μπορεί να είχε την πορεία της σαν στούντιο μέχρι τότε, και έκτοτε να δοκίμασε την τύχη της σε VR και άλλα project, αλλά αυτό το είδος του interactive storytelling με τα horror/slasher στοιχεία είναι που έδωσαν στο Until Dawn τον ξεχωριστό χαρακτήρα που εν τέλει σε αυτό το είδος είναι που είδαμε και άλλες αξιόλογες προσπάθειες, όπως οι «μικροί» τίτλοι από το The Dark Pictures Anthology. Και ενώ η ανθολογία καλά κρατεί, το The Quarry είναι η επόμενη «μεγάλη» παραγωγή της Supermassive, με τις ομοιότητες να είναι κάτι παραπάνω από προφανείς. Κατά πόσο θα κάνει την ίδια αίσθηση με το Until Dawn, μένει να το δούμε παρακάτω.
Το σενάριο και το σκηνικό πολύ γνωστό για όποιον έχει δει έστω και ελάχιστες ταινίες τρόμου. Μια ομάδα νεαρών μένουν στην κατασκήνωση αφότου τα παιδιά έχουν φύγει, για μια ακόμη βραδιά. Ο αρχηγός της κατασκήνωσης φαίνεται να βιάζεται να τους διώξει, αλλά το χαλασμένο αυτοκίνητο έχει άλλα σχέδια. Πολύ σύντομα το βράδυ πέφτει, και η παρέα θα έρθει αντιμέτωπη με μια απειλή που σίγουρα κανείς δε θα περίμενε ποτέ, στο ειδυλλιακό τοπίο του Hackett’s Quarry. Αξίζει να σημειωθεί εδώ πως το The Quarry είναι πρακτικά μια ερωτική επιστολή στις (βιντεο)ταινίες τρόμου της δεκαετίας του ’80. Από την μουσική και τη σκηνοθεσία, μέχρι μικρά easter eggs, τα πάντα εδώ έχουν φτιαχτεί με αυτήν την αισθητική και τεχνοτροπία στο μυαλό. Και πράγματι, ανάμεσα στο καστ έχουμε όλα τα στερεότυπα. Τον αθλητή, την όμορφη, τον μυστηριώδη και λιγομίλητο, και η λίστα συνεχίζεται. Οι παίκτες αναλαμβάνουν ουσιαστικά τις αποφάσεις και δημιουργούν κατά το δοκούν την ιστορία, η οποία αλλάζει και εξελίσσεται ανάλογα με τις επιλογές που έχουν κάνει καθ’ όλη τη διάρκεια της περιπέτειας. Έχουν γίνει πολλές συζητήσεις στο παρελθόν για την ψευδαίσθηση της επιλογής και πως εν τέλει τα περισσότερα πράγματα είναι προαδιαγεγραμμένα, και σίγουρα σε έναν βαθμό το ίδιο ισχύει και εδώ. Είναι σίγουρα ενδιαφέρον πάντως το γεγονός ότι πολλές από τις «διακλαδώσεις» της ιστορίας έχουν αντίκτυπο πολύ, πολύ αργότερα, και πράγματι, πολλές σκηνές εκτυλίσσονται εντελώς διαφορετικά, ανάλογα με το έχει συμβεί μέχρι τότε.
Αυτό είναι πρακτικά και το μεγαλύτερο «χαρτί» του The Quarry, αφού αν το εξετάσουμε αποκλειστικά και μόνο σε όρους gameplay, τότε δεν έχουμε και πολλά να πούμε. Κλασσική εξερεύνηση τρίτου προσώπου μέσα σε πολύ συγκεκριμένα πλαίσια κάθε φορά (όπου ορίζει η σκηνή), συλλογή από collectibles (που σε έναν βαθμό εξηγούν την ιστορία και δίνουν ένα μικρό «παράθυρο» στις εναλλακτικές επιλογές), QTEs και επιλογές στον διάλογο, κάποιες φορές με χρονικό περιθώριο και κάποιες όχι. Ο κύριος όγκος της προσοχής έχει δοθεί στην παρουσίαση, και το πως η ιστορία εκτυλίσσεται στις οθόνες μας βάσει τον επιλογών που έχουν γίνει. Από τεχνικής σκοπιάς η δουλειά που έχει γίνει είναι εξαιρετική, με μικρά ατοπήματα. Όπως για παράδειγμα το γεγονός ότι το νερό είναι μια από τις χειρότερες υλοποιήσεις που έχουμε δει τον τελευταίο καιρό, ή το γεγονός ότι πολλές φορές τα μοντέλα των χαρακτήρων φαίνεται να μη μπορούν να κοιτάξουν το ένα το άλλο στα μάτια, και φυσικά το γεγονός ότι παρά τον φωτορεαλισμό και την απίστευτη λεπτομέρεια, πολλές φορές τα πρόσωπα των χαρακτήρων είναι απλά περίεργα σε κάποιες γωνίες και λήψεις. Παρ ’όλα αυτά, θα ήταν άδικο να πει κανείς αρνητικά λόγια για τον τεχνικό τομέα, αφού η δουλειά που έχει γίνει σε γενικότερο επίπεδο είναι εξαιρετική.
Τώρα, όσον αφορά την πλοκή και το πως η δράση εκτυλίσσεται, εδώ έχουμε να σταθούμε σε κάποια πράγματα. Σε γενικές γραμμές η ιστορία είναι ενδιαφέρουσα και κρατάει τους παίκτες σε αγωνία ως προς το πως θα εξελιχθεί. Το πρόβλημα είναι ότι αργεί αρκετά να κάνει τα πρώτα ουσιαστικά βήματα, και από εκεί και μετά ο ρυθμός της δράσης είναι προβληματικός. Πηγαίνοντας από χαρακτήρα σε χαρακτήρα, ο χρόνος στον οποίο εστιάζει ο τίτλος κάθε φορά δεν έχει κάποια συνέχεια, ενώ μπορεί να περάσουν ολόκληρες σκηνές όπου θεωρητικά οι παίκτες «χειρίζονται» κάποιον χαρακτήρα, αλλά ουσιαστικά είναι ένα μεγάλο cutscene χωρίς καθόλου gameplay input. Σίγουρα, ο τίτλος προσπαθεί να μιμηθεί μια ταινία, και σε κάποια πράγματα υπάρχουν ασυμβατότητες ως προς τα δύο format, αλλά και πάλι, είναι πράγματα τα οποία θα έπρεπε να έχουν σχεδιαστεί καλύτερα.
Κατά τα άλλα, ένα πλήρες playthrough θα πάρει περίπου κάτι λιγότερο από 12 ώρες, (ο γράφων χρειάστηκε 18-19 ώρες εξερευνώντας κάθε σπιθαμή και με πολύ αργό ρυθμό). Από εκεί και μετά ο τίτλος δίνει κίνητρα για να ασχοληθεί κανείς μαζί του με επιπλέον gameplay modes αλλά φυσικά και το δέλεαρ των collectibles/evidence, εναλλακτικών τελών/σκηνών κλπ. Στο τέλος η εμπειρία που μένει είναι ασφαλώς ευχάριστη, ενώ πολλοί θα μπουν στον πειρασμό για δεύτερο playthrough αμέσως μετά, ούτως ώστε να μαζέψουν ότι έχασαν και να δουν κάποιες από τις εναλλακτικές επιλογές. Οι ερμηνείες είναι πολύ καλές, και η μουσική δένει αρκετά καλά με τη δράση, ενώ γενικότερα αφήνει μια πολύ καλή αίσθηση όταν πέσουν οι τίτλοι τέλους. Κάνει την ίδια αίσθηση με το Until Dawn; Δυστυχώς όχι, και ίσως σε έναν βαθμό να είναι και αναμενόμενο. Δεν το κάνει όμως έναν κακό τίτλο. Ίσως να χρειαζόταν λίγο περισσότερο gameplay και περισσότερο «γυάλισμα» σε μερικά σημεία, αν και γενικά ο χαρακτήρας του και η προσέγγιση της ομάδας ανάπτυξης είναι πολύ εμφανής από τα πρώτα κιόλας λεπτά. Σε κάθε περίπτωση, είναι μια ευχάριστη εμπειρία για ολόκληρη την παρέα.
Για την καλύτερη εμπειρία σου θα θέλαμε να σε παρακαλέσουμε να το απενεργοποιήσεις κατά την πλοήγησή σου στο site μας ή να προσθέσεις το enternity.gr στις εξαιρέσεις του Ad Blocker.
Με εκτίμηση, Η ομάδα του Enternity