Η Square-Enix είχε αρκετά χρόνια να κυκλοφορήσει ένα παιχνίδι στρατηγικής, όμως κάλυψε με πολλαπλά παιχνίδια τα κενά των προηγούμενων ετών. Μια από τις σημαντικότερες κυκλοφορίες είναι το The DioField Chronicle, ένα παιχνίδι με το κλασικό ύφος της εταιρείας σε ένα ολοκαίνουριο σύμπαν, με νέους κανόνες και φρέσκια προσέγγιση. Πρόκειται για ένα παιχνίδι στρατηγικής-τακτικής σε πραγματικό χρόνο, ένα σύστημα που η Square-Enix ονομάζει “RTTB” (Real-Time Tactical Battle) με ονομασία εμφανώς εμπνευσμένη από το διάσημο ATB (Active-Time Battle) του Final Fantasy.
Η κάμερα βρίσκεται ψηλά και κοιτάζει προς τα κάτω υπό γωνία, με τον παίκτη να έχει υπό τον έλεγχό του πολλές μονάδες στρατιωτών τις οποίες διατάζει και κινεί σε πραγματικό χρόνο πάνω στις πίστες. Είναι μια πολύ ενδιαφέρουσα προσέγγιση που κρατάει την αμεσότητα ενός παιχνιδιού στρατηγικής πραγματικού χρόνου χωρίς τη διαχείριση μεγάλων στρατών, κτηρίων κλπ που συχνά απαιτεί το είδος – περισσότερα παρακάτω. Εξίσου σημαντικό ρόλο παίζει και η εισαγωγή στοιχείων RPG στο μίγμα, αφού ο παίκτης μπορεί να εξοπλίσει τους στρατιώτες με όπλα και αξεσουάρ, με τα τελευταία να επηρεάζουν διάφορα στατιστικά (από την άμυνα έως την επίθεση ή το HP). Οι χαρακτήρες ανήκουν σε μία από τέσσερις κλάσεις: Soldier, Cavalier, Sharpshooter, Magicker. Αντίστοιχα, πρόκειται για ιππότες, ιππείς, τοξότες και μάγους, με κάθε κλάση να διαθέτει ένα skill tree που ο παίκτης μπορεί να εξελίξει μέσω πόντων που συγκεντρώνει από τις αποστολές.
Μέσα στο skill tree υπάρχουν διάφορες ικανότητες που ξεκλειδώνονται και οι χαρακτήρες θα μπορούν να τις χρησιμοποιούν μέσα στη μάχη. Η αλήθεια είναι πως η μάχη βασίζεται πολύ σε αυτές, αφού προσφέρουν ποικίλα οφέλη. Η παράταξη του παίκτη έχει μια τετράδα χαρακτήρων που επιλέγει (ανεξαρτήτως συνδυασμού κλάσεων) και μετά από λίγες ώρες παιχνιδιού μπορεί να φτιάχνει ζευγάρια, μέσω των οποίων ο βασικός μαχητής κληρονομεί τα abilities του δεύτερου, όμως ο δεύτερος παίρνει λιγότερο XP από κάθε αποστολή. Αυτό επιτρέπει μερικούς ενδιαφέροντες συνδυασμούς, καθώς π.χ. ο Cavalier μπορεί να συνδυαστεί με έναν Soldier και να λειτουργεί ως ένα πολύ ευκίνητο tank για την ομάδα, το οποίο περνάει πίσω από τις γραμμές των εχθρών και τραβάει την προσοχή. Μπορεί ένας Sharpshooter να συνδυαστεί με έναν Magicker και να παρέχει βοήθεια από μακριά, τόσο μέσω επιθέσεων σε πολλούς εχθρούς μαζί όσο και μέσω heals προς την ομάδα, δίχως να διακινδυνεύει να βρεθεί στην πρώτη γραμμή.
Αντίστοιχα, τα abilities προσφέρουν ακόμη μεγαλύτερη ευελιξία. Για παράδειγμα, ο Soldier διαθέτει μια ικανότητα που τον κάνει να τραβάει την προσοχή όλων των εχθρών εντός εμβέλειας και αυξάνεται η άμυνά του. Ένα άλλο ability επιτρέπει πολλαπλά χτυπήματα σε έναν εχθρό κι αν σκοτωθεί, τότε το cooldown μηδενίζεται. Η πρώτη Magicker που έρχεται στην ομάδα, μπορεί να κάνει μαζικό heal μέσα σε έναν κύκλο ή να ρίξει βροχή μετεωριτών σε μια μεγάλη έκταση, συνδυάζοντας ρόλο αμυντικού και επιθετικού mage σε ένα. Βέβαια, τα abilities δεν χρησιμοποιούνται ασταμάτητα, αφού υπάρχει η μπάρα EP από την οποία αντλούν για να εκτελούνται, ενώ υπάρχει cooldown ανά κίνηση που ταυτόχρονα απαγορεύει την χρήση οποιασδήποτε άλλης κίνησης, οπότε δεν γίνονται δύο απανωτές. Οι παίκτες αναπληρώνουν το EP με διάφορους τρόπους μέσα στη μάχη, κυρίως μέσω αντικειμένων που διαθέτουν (αν μπουν προετοιμασμένοι) ή μαγικών σφαιρών μέσα στην πίστα. Υπάρχουν και τα Magilumic Orbs στη διάθεση του παίκτη, ουσιαστικά summons περιορισμένων χρήσεων ανά μάχη που κάνουν τρομερή ζημιά στους εχθρούς.
Οι απλές επιθέσεις των χαρακτήρων δεν πρέπει να υποτιμούνται, αφού μπορούν να αποβούν μοιραίες και το σύστημα μάχης βοηθάει πολύ σε αυτό. Οι πισώπλατες επιθέσεις κάνουν περισσότερη ζημιά, οπότε ο παίκτης θα πρέπει να τοποθετεί με τέτοιο τρόπο τις μονάδες του ώστε οι ισχυρότεροι να εκμεταλλεύονται τις πλάτες των εχθρών, κάτι που δεν είναι πάντα εύκολο δεδομένου ότι οι εχθροί μπορεί να έρχονται από παντού κι ο χρόνος δεν σταματάει. Οι μοναδικές στιγμές που ο χρόνος παγώνει είναι όταν ο παίκτης ανοίγει το μενού για να επιλέξει μια κίνηση (οι απλές επιθέσεις γίνονται αυτόματα), να χρησιμοποιήσει ένα αντικείμενο κλπ. Όταν ο χρόνος είναι παγωμένος, μπορεί επίσης να ορίσει ένα μονοπάτι τριών σημείων για τον κάθε χαρακτήρα, ώστε να τους φέρει ακριβώς εκεί που θέλει. Κάτι τέτοιο είναι χρήσιμο όχι μόνο για επίθεση, αλλά και για άμυνα, αφού οι εχθροί μπορεί να κάνουν επιθέσεις μεγάλης κλίμακας και ο κάθε χαρακτήρας να πρέπει να ξεφύγει από αλλού. Υπάρχουν και πλήκτρα για μαζική επιλογή όλων ή μερικών χαρακτήρων κι επίσης η κίνηση δεν είναι απαραίτητο να γίνεται επιλέγοντας τρία σημεία – αν επιλεχθεί ένα, τότε απλώς θα μεταβούν προς εκεί χωρίς ενδιάμεσες στάσεις.
Παίζοντας σε κονσόλα, ο χειρισμός φάνηκε κάπως παράξενος στην αρχή, όμως γρήγορα συνηθίζεται. Όταν ο παίκτης μπει σε ρυθμό και γνωρίζει τη σειρά των μαχητών του, τότε με ένα πλήκτρο αλλάζει κυκλικά τους μαχητές, πατάει ένα ακόμη για να ανοίξει το μενού επιλογών και άλλο ένα για να επιλέξει. Ο δεξιός μοχλός είναι πάντα διαθέσιμος για να αλλάζει τη γωνία και το zoom, οπότε αν το περιβάλλον στέκεται εμπόδιο σε μια καλή επίθεση, εύκολα ξεπερνιέται. Επίσης, ο μικρός αριθμός μαχητών διευκολύνει τον χειρισμό, αφού δύσκολα θα είναι διάσπαρτοι στον χάρτη οπότε η οργάνωση είναι εύκολη υπόθεση. Κατά κύριο λόγο, ο παίκτης θα τους μετακινεί όλους μαζί μέχρι ένα σημείο, θα τους μοιράζει γύρω-γύρω για μια μάχη και αφού τελειώσει, τους ξαναμαζεύει με ένα πλήκτρο και συνεχίζει. Μακριά από τις μάχες, οι παίκτες εξερευνούν το αρχηγείο της ομάδας, όπου υπάρχουν εγκαταστάσεις όπως εργαστήριο για ανάπτυξη των Magilumic Orbs κι ένα μαγαζί για όπλα και εξοπλισμό. Οι εγκαταστάσεις μπορούν να αναβαθμιστούν για να προσφέρουν περισσότερα, κυρίως νέα side quests ή νέο εξοπλισμό προς αγορά.
Στο αρχηγείο, επίσης, συσφίγγονται οι σχέσεις μεταξύ των μελών της ομάδας. Η πρωταγωνιστική τριάδα αποτελείται από τον Andrias (ο μοναδικός που χειρίζεται ο παίκτης εκτός μάχης), την Izelair και τον Fredret, τρεις μισθοφόρους που κατά τύχη σώζουν ένα σημαντικό πρόσωπο από επίθεση ληστών κι ύστερα προσκαλούνται να υπηρετήσουν στο σώμα των Blue Foxes του δούκα Hende. Από εκεί και μετά, η ομάδα σταδιακά υποδέχεται νέα μέλη και μεγαλώνει, όπως η πολύ ενδιαφέρουσα Waltaquin. Στην αρχή, φαίνεται πως πρόκειται για μια τυπική, ιπποτική ιστορία. Ο Andrias είναι ο καλόκαρδος ηγέτης, η Izelair μια διάσημη ξιφομάχος από ισχυρή οικογένεια κι ο Fredret ο τυπικός ιππότης που βάζει την τιμή πάνω απ’ όλα. Ο Iscarion που έρχεται σύντομα στην ομάδα, είναι ένα μυστήριο ενώ η Waltaquin αποδεικνύεται μια από τις πιο ενδιαφέρουσες προσωπικότητες της ιστορίας – μια μάγισσα που οι χαρακτήρες βρίσκουν να αμύνεται ενάντια σε ορδές εχθρών, όταν η οικογένειά της έχει ήδη σκοτωθεί. Αργότερα, προστίθενται κι άλλοι χαρακτήρες όμως κυρίως, η ιστορία αφορά τους παραπάνω. Φυσικά, οι μάσκες αρχίζουν και πέφτουν μετά από λίγες ώρες, αφού δεν είναι όλα όπως δείχνουν και τα βασικά συστατικά -μαγεία, αυτοκρατορία, ιππότες- ίσως δώσουν μια ιδέα στους φίλους άλλων παιχνιδιών της Square-Enix ως προς το τι έρχεται. Μέσα στις περίπου 30 ώρες που διαρκεί το παιχνίδι, έρχονται τα πάνω κάτω και το τέλος ειδικά, αφήνει ξεκάθαρα ανοιχτή την πόρτα για ένα sequel στη σειρά.
Ένα κομμάτι που θα μπορούσε να είχε κάνει περισσότερα, είναι οι σχέσεις μεταξύ των χαρακτήρων. Υπάρχουν σκηνές που ο παίκτης μπορεί να δει μόνο αν μιλήσει σε χαρακτήρες μετά από μια αποστολή, βλέποντας το σύμβολο πάνω από το κεφάλι τους, οπότε είναι εφικτό να χαθούν σκηνές που δίνουν περισσότερο βάθος στην ιστορία, τον κόσμο και τους χαρακτήρες. Δεν υπάρχουν, όμως, επιλογές διαλόγου που κατευθύνουν τις σχέσεις των χαρακτήρων ή τα γεγονότα, κάτι που συχνά εντοπίζεται σε παιχνίδια του είδους. Δεν μπορεί ο Andrias να γίνει φίλος -εκτός των ορίων της ιστορίας- με τον Fredret σε σημείο που να βελτιώνεται η συνεργασία τους στο gameplay, ούτε μπορεί να επιδιώξει μια ερωτική σχέση. Δεδομένου ότι απουσιάζει και το permadeath (οι χαρακτήρες, αν σκοτωθούν εντός αποστολής, απλώς δεν ξανασηκώνονται ή γίνεται game over για την αποστολή), η εικόνα που δίνεται στο κομμάτι αυτό είναι πιο χλιαρή, σε αντίθεση με το βαθύ σύστημα μάχης. Οι αποστολές, χωρισμένες σε επτά chapters, δεν διαρκούν και πάρα πολύ (χοντρικά, 10 λεπτά η καθεμία αν όχι λιγότερο), οπότε ο παίκτης δεν χρειάζεται να δεσμεύεται για ώρες αν θέλει να κάνει πρόοδο. Ειδικά όταν εξοικειωθεί με το παιχνίδι και κάποιες τακτικές δουλεύουν «στον αυτόματο», μπορεί να αυξάνει την ταχύτητα του παιχνιδιού με ένα κουμπί και να τελειώνει σε ακόμη λιγότερο χρόνο. Πέραν των βασικών αποστολών που προχωρούν την ιστορία, υπάρχουν επιπλέον αποστολές που προσφέρουν χρήματα και υλικά, ώστε ο παίκτης να βελτιώσει π.χ. τα Magilumic Orbs και τον εξοπλισμό του.
Εδώ βρίσκεται και ένα βασικό πρόβλημα του παιχνιδιού: βασικές και μη, οι αποστολές δεν έχουν τεράστια ποικιλία. Για τις 30 περίπου ώρες που διαρκεί το παιχνίδι, αυτό μπορεί να αποδειχτεί κουραστικό για κάποιους, αν και το σύστημα μάχης μαζί με την ενδιαφέρουσα πλοκή, πιθανότατα θα κρατήσουν τους παίκτες ως το τέλος. Θα επιχειρήσουν, όμως, να παίξουν όλα τα side quests; Μάλλον όχι. Τα γραφικά του παιχνιδιού είναι εντυπωσιακά, από πολλές απόψεις. Εντός μάχης, το περιβάλλον μοιάζει με διόραμα και στα όρια του χάρτη φαίνεται πως πρόκειται για ένα μοντέλο. Από κοντά, βέβαια, είναι ρεαλιστικό, δημιουργώντας πολύ όμορφες σκηνές μέσα στο gameplay. Πίσω στην Elm Camp, τη βάση των Blue Foxes, η προοπτική αλλάζει κι η κάμερα έρχεται πίσω από τον Andrias, ο οποίος περιπλανιέται στον τρισδιάστατο χώρο. Τα μοντέλα χαρακτήρων και του περιβάλλοντος είναι ποιοτικά και, σε ορισμένες φάσεις, εντυπωσιακά καλοφτιαγμένα, όμως τα animations δεν είναι τόσο δυναμικά και η βάση γενικώς είναι μεγάλη όμως δίχως πολλή κόσμο. Σε θέμα απόδοσης, παίζοντας σε Xbox Series X υπάρχουν επιλογές για Performance και Resolution mode, με το πρώτο να κρατάει την ανάλυση στα 1080p και το δεύτερο στα 2160p, με κοινό στόχο τα 60fps. Παίζοντας σε Resolution mode, δεν εντοπίστηκαν πτώσεις σε καρέ οπότε εναλλάσσοντας μεταξύ των δύο, το Resolution επικράτησε.
Το soundtrack επιμελήθηκαν οι Ramin Djawadi (Iron Man, Game of Thrones, House of the Dragon, Gears of War 4/5) και Brandon Campbell (Game of Thrones, Warcraft, Gears of War 5), με ορισμένα κομμάτια που τραβούν το ενδιαφέρον (π.χ. στις μάχες) όμως γενικά «θάβεται» κι είναι αμαρτία. Οι ηθοποιοί κάνουν πολύ καλή δουλειά με τους χαρακτήρες τους, αλλά έγινε μια παράξενη επιλογή από τους δημιουργούς: δεν λένε όσα γράφονται στα κουτάκια, οπότε αν κάποιος απλά ακούει, θα χάσει πολύ υλικό. Βέβαια, δεδομένου αυτού, είναι ευκολότερο να επιλέξει κανείς τον ιαπωνικό ήχο (όπως κι έγινε εν τέλει εδώ), αφού ούτως ή άλλως θα διαβάζει πολύ.
Τελικά, είναι το The DioField Chronicle η επιτυχία που θα ήθελε η Square-Enix; Κατάφερε να φτιάξει έναν φανταστικό, καινούριο κόσμο με μια ωραία πλοκή και συμπαθητικούς χαρακτήρες, όπως κι ένα τέλος που αφήνει τα πράγματα ανοιχτά. Το σύστημα μάχης είναι αυτό που θα κρατήσει τους περισσότερους ως το τέλος, με το πλήθος τακτικών που μπορεί να σκεφτεί κανείς και τους συνδυασμούς. Αυτό που θα κουράσει, είναι η επαναλαμβανόμενη δομή των αποστολών, όπως και η έλλειψη κοινωνικών στοιχείων που θα εξέλισσαν τις σχέσεις των χαρακτήρων και κατ’ επέκταση, το gameplay. Σε γενικές γραμμές, είναι μια πολύ αξιόλογη προσπάθεια που οι φίλοι των παιχνιδιών στρατηγικής δεν πρέπει να προσπεράσουν.
Για την καλύτερη εμπειρία σου θα θέλαμε να σε παρακαλέσουμε να το απενεργοποιήσεις κατά την πλοήγησή σου στο site μας ή να προσθέσεις το enternity.gr στις εξαιρέσεις του Ad Blocker.
Με εκτίμηση, Η ομάδα του Enternity