Η σειρά Tales μετρά πλέον 30 χρόνια. Είναι μια από τις μακροβιότερες σειρές RPG φαντασίας, όπως και η σειρά Mana που ξεκίνησε μόλις δύο χρόνια νωρίτερα, όμως συχνά παραβλέπεται στις συζητήσεις περί τίτλων του είδους. Πρόκειται για franchise που άνθισε σε μια πολύ διαφορετική εποχή από την τωρινή και, παρόλο που το πιο πρόσφατο κεφάλαιό της (το Tales of Arise του ’21) ήταν ένα πολύ αξιοπρεπές βήμα σε μια πιο μοντέρνα εποχή, δεν κατάφερε να έχει σημαντικό αντίκτυπο στο mainstream κοινό. Οι πωλήσεις του ίσα που ξεπέρασαν τα τρία εκατομμύρια αντίτυπα, νούμερο διόλου ευκαταφρόνητο, όμως προφανώς και επισκιάζεται από πολύ μεγαλύτερα ονόματα της “νέας” γενιάς. Σήμερα, 4 ολόκληρα χρόνια μετά, το IP της Bandai Namco επιστρέφει με ένα remaster. Το Tales of Graces κυκλοφόρησε το 2009 για το Nintendo Wii (μόνο στην Ιαπωνία) και το 2012 για το PlayStation 3, και είναι ένα από τα πιο αναγνωρίσιμα games του franchise.

Το Tales of Graces φέρει μια αρκετά ενδιαφέρουσα και (σχεδόν) αξιομνημόνευτη ιστορία, εν μέρει coming-of-age και κομματάκι μια ενδοσκόπηση στη φιλία, στην πίστη και στη φιλοδοξία, με χαρακτήρες που σίγουρα δεν ξεχωρίζουν ιδιαίτερα από το καστ άλλων games του είδους, αλλά που καταφέρνουν να χαρίσουν ένα άνω του μετρίου σενάριο με ανατροπές που ξεφεύγουν από κλισέ και σκηνοθετικές ευκολίες. Σε αυτό βοηθά και το χρονικό άλμα που γίνεται σχετικά νωρίς στο παιχνίδι, με την εισαγωγή να μας γνωρίζει τους πρωταγωνιστές σε νεαρή ηλικία και στη συνέχεια μεταφερόμαστε 7 χρόνια αργότερα, όπου οι χαρακτήρες τους, όπως και οι μεταξύ τους σχέσεις, είναι προφανώς σε πολύ διαφορετική κατάσταση. Η πλοκή κρύβει αρκετά μυστήρια, τα οποία αποκαλύπτονται βήμα – βήμα, με ένα εξ’ αυτών να εμφανίζεται πολύ νωρίς στην ιστορία: ο Asbel, ο πρωτότοκος γιος που προορίζεται για ηγέτης του χωριού του, γνωρίζει τη Sophie, ένα κορίτσι με αμνησία που πεθαίνει λίγο αργότερα, όμως 7 χρόνια μετά, ο Asbel τη συναντά ξανά. Στο σύνολό της, η ιστορία διαρκεί γύρω στις 40 ώρες. Η νέα έκδοση του παιχνιδιού επιτρέπει την προσπέραση των cutscenes, πράγμα πολύ απαραίτητο μια και μιλάμε για φαινομενικά απεριόριστους διαλόγους, μεταξύ των οποίων υπάρχουν πολλές άχρηστες πληροφορίες και παιδιαρίστικο χιούμορ. Οι 40 ώρες ακούγονται πολλές αν αναλογιστούμε τα παραπάνω, όμως εδώ έρχονται να σώσουν την κατάσταση ορισμένα πολύ σημαντικά χαρακτηριστικά του gameplay.

Πρώτο και κύριο είναι το σύστημα μάχης. Το γνώριμο στυλ της σειράς δηλώνει το παρόν σε περιορισμένου μεγέθους πεδία μάχης, μέσα στα οποία μπορούμε να χειριστούμε όποιον χαρακτήρα θέλουμε (από όσους είναι στο party μας ανάλογα με το σημείο που βρισκόμαστε στην ιστορία), δίνοντας εντολές στους υπόλοιπους για την τακτική που επιθυμούμε να ακολουθήσουν, ανάλογα με τον αντίπαλο. Κάθε χαρακτήρας φέρει το δικό του Chain Capacity - stat που φορτίζει με την αποφυγή εχθρικών χτυπημάτων ή με την επίτευξη critical επιθέσεων - το οποίο ορίζει τις special επιθέσεις και τα combos που είναι διαθέσιμα ανά πάσα στιγμή. Πρόκειται για τα Assault και Burst Artes, η χρήση των οποίων απαιτεί σωστή στρατηγική, τόσο ως προς την εκμάθησή τους, όσο και ως προς την εκτέλεσή τους. Πέραν τούτων, υπάρχει το Eleth Mixer που επιτρέπει το μαγείρεμα γευμάτων για διάφορα buffs εν μέσω μάχης, αλλά και η ικανότητα Dualize που συνδυάζει δύο εντελώς διαφορετικά αντικείμενα, με αποτέλεσμα καινούργια με “πειραγμένα” στατιστικά. Αυτά τα δύο είναι σημαντικά χαρακτηριστικά για τον πειραματισμό που υφίσταται στον τίτλο, μια και αποφέρουν πολλούς ξεχωριστούς τρόπους ανάπτυξης τακτικής, μα ταυτόχρονα μπορούν και να μη χρησιμοποιηθούν καθόλου και ποτέ και να μην επηρεάσουν την εμπειρία στο ελάχιστο. Αυτό δεν είναι απαραίτητα κακό, μια και πρόκειται για αρκετά περίπλοκους μηχανισμούς που απευθύνονται στους hardcore fans του τίτλου και της σειράς, αλλά η αλήθεια είναι πως κρύβουν μέσα τους μεγάλο κομμάτι του συνόλου.

Χάρη στα χαρακτηριστικά αυτά, εξαρτάται από τον ίδιο τον παίκτη το αν ο τίτλος διαρκέσει 40 ή 60 (και άνω) ώρες. Ομολογουμένως, το υλικό που διατίθεται προς πειραματισμό είναι άφθονο, κάτι που δεν ισχύει και για το κομμάτι της εξερεύνησης. Το remaster κάνει λίγα πέρα απ’ το να αναβαθμίσει την εικόνα και τις επιδόσεις του Tales of Graces, με τον χάρτη και τον σχεδιασμό των περιοχών και των πόλεων να είναι απόρροια του 2009. Οι διαδρομές χαρακτηρίζονται από μια περιοριστική γραμμικότητα που δε δίνει περιθώρια άπλετου ψαξίματος για loot, παρά μόνο μικρά παρακλάδια των καθιερωμένων διαδρόμων που χρησιμοποιούν διαφορετικό skin ανά περιοχή. Όσο για τη δυσκολία του τίτλου, και πάλι εξαρτάται από το πώς επιλέγει ο καθένας να αντιμετωπίσει το παιχνίδι. Χάρη στο Grade Shop που βρίσκουμε στην αρχή ενός playthrough, μπορούμε να εφαρμόσουμε πολλά και διάφορα εφέ στην εμπειρία του παιχνιδιού, όπως το να εξοντώνουμε τους αντιπάλους μας με ένα ή δύο χτυπήματα, να λαμβάνουμε διπλάσιο ή και τριπλάσιο XP από τις μάχες, να διπλασιάσουμε το Chain Capacity των χαρακτήρων, να αυξήσουμε την ταχύτητα με την οποία προχωράμε και πολλά πολλά άλλα. Το εν λόγω χαρακτηριστικό μπορεί να είναι καλό, μπορεί όμως να κάνει και κακό στη συνολική εμπειρία του παιχνιδιού. Σε περίπτωση που παρασυρθούμε και κάνουμε… υπερβολικά εύκολη τη ζωή μας, ενδεχομένως να βαρεθούμε πολύ γρήγορα και, ως συνέπεια, το παιχνίδι θα χάσει την ουσία και την αίγλη του ανεπανόρθωτα.
Το δεύτερο port του Tales of Graces φέρνει έναν από τους πιο συζητημένους τίτλους της σειράς στα πιο σύγχρονα συστήματα. Πέραν των προφανών αναβαθμίσεων που έρχονται με ένα remaster, η νέα έκδοση δε θα προσφέρει τίποτα καινούργιο σε όσους το έχουν ξαναπαίξει, παρά μόνο την ευκολία του να ρυθμίσουν το πόσο εύκολα και γρήγορα θα το ολοκληρώσουν για ακόμα μια φορά. Για τους υπόλοιπους, που αγαπούν ένα καλό JRPG με ιστορία που διαρκεί περισσότερες από 30 ώρες, υπάρχει μια αρκετά καλή εμπειρία, που όμως δείχνει έντονα την ηλικία της.
Για την καλύτερη εμπειρία σου θα θέλαμε να σε παρακαλέσουμε να το απενεργοποιήσεις κατά την πλοήγησή σου στο site μας ή να προσθέσεις το enternity.gr στις εξαιρέσεις του Ad Blocker.
Με εκτίμηση, Η ομάδα του Enternity