To Starship Troopers είναι αδιαμφισβήτητα μία από τις πλέον αγαπημένες ταινίες στην ιστορία του κινηματογράφου. Το cult αριστούργημα του Paul Verhoeven μας μεταφέρει στο μακρινό 2297 όπου και η ανθρωπότητα έχει έρθει σε επαφή με έναν εχθρικό πολιτισμό από αραχνοειδή (ή απλά “bugs”). Πρωταγωνιστής είναι ο Johnny Rico, ένας 18χρονος απόφοιτος του Λυκείου που θα καταταγεί στον στρατό και θα βρεθεί στο επίκεντρο του πολέμου που πολύ γρήγορα ξεσπάει ανάμεσα στα δύο είδη. Η ταινία μπορεί να έχει μείνει χαραγμένη στη μνήμη του κοινού για τα μηνύματα που περνάει μέσα από την υπερβολή και την ασύγκριτη 90s αισθητική, αυτό που δεν παύει να ισχύει όμως είναι ότι η θεματολογία της αυτή καθ’ αυτή (ο πόλεμος με εξωγήινα αραχνοειδή) είναι ό,τι πρέπει για videogames. Προκαλεί έκπληξη, λοιπόν, το πως για τόσα χρόνια το ip έχει μείνει ανεκμετάλλευτο. Το κενό έρχεται να καλύψει η Offworld Industries με το Starship Troopers: Extermination.
Ένα καθαρά multiplayer first person shooter, το Starship Troopers: Extermination (ST:E, από εδώ και πέρα) δεν πρόκειται να γράψει ένα νέο κεφάλαιο στο lore ή οτιδήποτε τέτοιο. Τα πράγματα είναι εξαιρετικά απλά: Σε αρένες των 16, οι παίκτες καλούνται να συνεργαστούν για να ολοκληρώσουν τα objectives σε ένα τα πρακτικά 3 διαφορετικά modes που είναι διαθέσιμα. Μέσα από διαφορετικά classes καθορίζεται ο οπλισμός, η αντοχή στα χτυπήματα, τα gadgets/abilities και γενικότερα προσφέρεται μια ποικιλία ως προς τον τρόπο που ο καθένας θέλει να συνδράμει στην εκάστοτε αποστολή. Θα ήταν βέβαια ακόμα καλύτερο οι διαφορές ανάμεσα στα classes να είναι πιο εμφανείς, αφού σε όλες τις περιπτώσεις τα avatars είναι απλά και βασικά μοντέλα με ελάχιστες λεπτομέρειες που είναι πραγματικά εμφανής κατά την διάρκεια του gameplay. Σε κάθε περίπτωση το αναπόφευκτο grind στον σχετικά μικρό αριθμό επιπέδων που είναι διαθέσιμα θα προσφέρει xp και καλύτερα abilities/passives, attachments στα όπλα και γενικότερες αναβαθμίσεις που θα ραφινάρουν ακόμα περισσότερο το στυλ παιχνιδιού του κάθε class.
Τώρα, οι μάχες αυτές καθ’ αυτές είναι πραγματικά διασκεδαστικές και φέρνουν πολύ συχνά στο μυαλό την ατμόσφαιρα από την ταινία – τις περισσότερες φορές. Αυτό γιατί όταν όλα δουλεύουν σωστά, η δράση είναι καταιγιστική. Οι σφαίρες φεύγουν από παντού, τα bugs έρχονται κυριολεκτικά κατά δεκάδες και τα πτώματά τους στοιβάζονται και δημιουργούν μικρούς λοφίσκους, είναι πραγματικά μια συναρπαστική εμπειρία. Το πρόβλημα είναι ότι ενώ ο τίτλος ήταν εδώ και κάποιο καιρό σε early access, μετά την επίσημη ημερομηνία κυκλοφορίας είναι προφανώς ακόμα σε early access. Σε πρώτη φάση, η ομολογουμένως εντυπωσιακή τεχνολογία της ομάδας ανάπτυξης που φέρνει εκατοντάδες εχθρούς (νεκρούς και ζωντανούς) στις οθόνες ομολογουμένως προσφέρει πολλά στην ατμόσφαιρα και την παρουσίαση. Το πρόβλημα είναι ότι στο PlayStation 5 (η έκδοση του οποίου χρησιμοποιήθηκε για τις ανάγκες αυτού του κειμένου), το frame rate όταν οι μάχες αρχίζουν και «γεμίζουν» πέφτει σε πραγματικά χαμηλά επίπεδα, πολύ πιο κάτω από τα 30 καρέ το δευτερόλεπτο, ακόμα και στο Performance preset. Αξίζει να σημειωθεί ότι τα ίδια προβλήματα σημειώνονται σε όλες τις εκδόσεις για κονσόλες (ασχέτως από τις επιδόσεις του τίτλου στο PC).
Το ασυνεχές framerate και μάλιστα όταν πέφτει σε τόσο χαμηλά επίπεδα, με τη σειρά του επηρεάζει το latency και γενικότερα το input κάτι που δίνει μια δυσάρεστη αίσθηση στην κίνηση και την δράση γενικότερα, αφού όχι μόνο ο χαρακτήρας αντιδράει με καθυστέρηση, αλλά και το περιβάλλον πηγαίνει σε stop motion. Το ΑΙ από τη μεριά του είναι απελπιστικά κακό, με τα bugs να συμπεριφέρονται σαν κάθε άλλο παρά μια έξυπνη μορφή ζωής, κάτι που φυσικά ισχύει και για τα φιλικά npcs. Τα τρία διαφορετικά game modes δεν έχουν τεράστιες διαφορές μεταξύ τους, αφού πρακτικά σε (σχεδόν) όλες τις περιπτώσεις, οι ομάδες καλούνται να εξερευνήσουν τον χάρτη, να χτίσουν κτίσματα και οχυρώσεις (μέσα από ένα δύσχρηστο με gamepad και με θεμελιωδώς λανθασμένο σύστημα), να συλλέξουν πόρους και να τους μεταφέρουν στη βάση, πολεμώντας αραχνοειδή στο ενδιάμεσο, συνήθως με μια μεγάλη μάχη/άμυνα στο τέλος. Το Horde mode είναι απλά η μεγάλη μάχη, σε waves, και με τα εκάστοτε side objectives.
Η αλήθεια είναι ότι πολύ γρήγορα η εμπειρία χάνει το ενδιαφέρον της αφού στην πραγματικότητα τα διαφορετικά επίπεδα είναι πολύ λίγα (είναι χωρισμένα σε modes και επίπεδο δυσκολίας – στο main campaign) και γενικότερα κανείς θα πρέπει να ποντάρει πολύ στο emergent gameplay και τις καταστάσεις που λαμβάνουν χώρα σε κάθε match, αφού από πλευράς «σκηνικού» τα πράγματα θα είναι λίγο πολύ τα ίδια. Δε βοηθάει και το γεγονός ότι οπτικά δεν είναι κάποια παραγωγή που θα αφήσει τον κόσμο με πεσμένο το σαγόνι. Τα πράγματα είναι αρκετά…budget, ακόμα και αν το σήμα της Unreal Engine κάνει την εμφάνισή του στις αρχικές οθόνες. Στον ηχητικό τομέα, από την άλλη, τα πράγματα είναι πολύ καλύτερα, με όμορφες συνθέσεις, πειστικά εφέ και τον ίδιο τον Casper Van Dien να ερμηνεύει για ακόμα μια φορά τον Johnny Rico, στρατηγό πλέον.
Βέβαια, όλο το budget για τον Casper Van Dien και τις κουραστικές πολλές Solo αποστολές που βάζουν τους παίκτες να κάνουν baby sitting 3 πολύ περιορισμένης ευφυίας npcs σε μια σειρά από 25 (!) αποστολές θα μπορούσε να έχει πάει αλλού. Όπως για παράδειγμα στο ραφινάρισμα του multiplayer, όπου και χτυπάει πραγματικά η καρδιά του τίτλου. Ίσως η παραγωγή να θεώρησε ότι θα μπορούσε να λειτουργήσει σαν «κράχτης» και να φέρει περισσότερο κόσμο. Με όλο τον σεβασμό στον Casper, μάλλον όχι. Και είναι κρίμα, γιατί υπάρχουν καλές ιδέες και πραγματικά καλές στιγμές.
Για την καλύτερη εμπειρία σου θα θέλαμε να σε παρακαλέσουμε να το απενεργοποιήσεις κατά την πλοήγησή σου στο site μας ή να προσθέσεις το enternity.gr στις εξαιρέσεις του Ad Blocker.
Με εκτίμηση, Η ομάδα του Enternity