Ακόμα και αν τα τελευταία πολλά χρόνια την παρουσία του στα media του χώρου δε τη λες και συχνή, το Silent Hill παραμένει μια από τις καλύτερες και πλέον εμβληματικές σειρές στον χώρο του Survival Horror. Και αν η επιτυχία των remakes των RE2, 3 και 4 έδειξε κάτι, είναι ότι το κοινό διψάει για να ξαναζήσει τις κλασσικές περιπέτειες που καθόρισαν το είδος, μέσα από μια σύγχρονη παρουσίαση που εκμεταλλεύεται το τεράστιο τεχνολογικό άλμα που μεσολάβησε από την αρχική κυκλοφορία. Η Konami ακολούθησε το παράδειγμα της Capcom και έτσι ανάθεσε το Silent Hill 2, για πολλούς την καλύτερη στιγμή της σειράς, στην Bloober Team για να το ξαναφέρει στη ζωή μετά από 23 χρόνια. Η επιλογή των Πολωνών αντιμετωπίστηκε με πολλή σκέψη από τους περισσότερους, αλλά με την επίσημη κυκλοφορία του remake, όλες οι αμφιβολίες καταρρίφθηκαν και μάλιστα πανηγυρικά.
Η ιστορία του SH2 είναι κάτι περισσότερο από γνωστή σε αυτό το σημείο, αλλά για αυτούς που χρειάζονται ένα μικρό φρεσκάρισμα, ο τίτλος ακολουθεί την περιπέτεια του James Sunderland στην πόλη του Silent Hill. Ο James έλαβε ένα γράμμα από τη γυναίκα του, Mary, που τον καλεί να επιστρέψει – με την μικρή λεπτομέρεια ότι η Mary είναι νεκρή εδώ και 3 χρόνια. Όπως είναι αναμενόμενο, το Silent Hill θα φέρει τον James αντιμέτωπο με τέρατα, σκηνές και καταστάσεις που θα τον κάνουν να αμφισβητήσει την ίδια του την αντίληψη, να έρθει αντιμέτωπος με τις πράξεις του και να αναγνωρίσει το παρελθόν για αυτό που πραγματικά ήταν. Στην πορεία θα συναντήσει και άλλους που για τον έναν η τον άλλον τρόπο βρέθηκαν στην ίδια πόλη, ο καθένας για να αντιμετωπίσει τους δικούς του δαίμονες. Η αναζήτηση της Mary, με τον τρόπο που αποτυπώνεται στην οθόνη, λειτουργεί στον μεγαλύτερο βαθμό αλληγορικά, όπως για παράδειγμα ο τρόπος με τον οποίο γίνεται η «γνωριμία» μας με κάποιους εχθρούς, οι ίδιες οι μορφές τους, ή το πως συμπεριφέρονται σε διαφορετικές φάσεις της ιστορίας. Για παράδειγμα ένα boss που αναπαριστά έναν κακοποιητικό πατέρα, που φαίνεται παντοδύναμο αλλά όπως αποδεικνύεται είναι εξαιρετικά αδύναμο στα melee χτυπήματα, σαν κάποιον που δεν περιμένει ποτέ ότι κανείς θα σηκώσει ανάστημα απέναντί του. Ο τίτλος φέρνει τους παίκτες/θεατές αντιμέτωπους με θεματολογίες όπως η κακοποίηση σε πολλά επίπεδα, η εγκατάλειψη, ο εθισμός και πολλά άλλα.
Ο ίδιος ο James δεν είναι κάποιος υπερήρωας, αλλά ένας απλός άνθρωπος που καλείται να αντιμετωπίσει όλα αυτά χωρίς καμία εκπαίδευση σε όπλα και αυτό φαίνεται. Οι κινήσεις του με το melee όπλο είναι βαριές και άγαρμπες, ενώ για να σημαδέψει με ακρίβεια με τα πυροβόλα όπλα χρειάζεται χρόνο για να σημαδέψει και φυσικά να μην περπατάει. Η ομάδα της Bloober άλλαξε το σύστημα χειρισμού ούτως ώστε να αντικατοπτρίζει αυτά των σύγχρονων παραγωγών και φυσικά η κάμερα άλλαξε στην over the shoulder προοπτική, δίνοντας όχι μόνο πολύ μεγαλύτερη ελευθερία σε σχέση με το κλασσικό, αλλά και μια πιο ενδιαφέρουσα οπτική στην δράση και τον κόσμο του Silent Hill γενικότερα. Το οποίο φυσικά και δείχνει καλύτερο από ποτέ, με τα γνωστά σημεία να δείχνουν καλύτερα από ποτέ. Συγκριτικά με τον αρχικό τίτλο έχουν προστεθεί κάποιες μικρές και μέχρι πρότινος μη προσβάσιμες περιοχές, ενώ με τη βοήθεια της σύγχρονης τεχνολογίες οι γνωστές περιοχές έχουν αποκτήσει περισσότερο χαρακτήρα και προσωπικότητα, ενώ το γεγονός ότι είναι σαφώς πιο αληθοφανείς βοηθάει ακόμα περισσότερο στην ατμόσφαιρα.
Στις περισσότερες περιπτώσεις ο James καλείται να πάει από objective σε objective αντιμετωπίζοντας εχθρούς και λύνοντας γρίφους που τον αναγκάζουν να επισκεφθεί κάθε περιοχή από άκρη σε άκρη, συλλέγοντας αντικείμενα και στοιχεία που θα τον βοηθήσουν μέχρι να πάει στην επόμενη περιοχή, όπου και ο κύκλος αρχίζει ξανά. Αν και έχουν γίνει αρκετές αλλαγές στους γρίφους, τα αντικείμενα και την πλοήγηση στον χώρο, όλα τα μέρη είναι εξαιρετικά οικεία και οι όποιες επεμβάσεις/αλλαγές έχουν γίνει, έχουν γίνει για να φέρουν τον τίτλο σε επίπεδο που μπορεί να σταθεί σαν μια μοντέρνα παραγωγή, κάτι που ισχύει όχι μόνο στο gameplay αλλά και στην γενικότερη παρουσίαση.
Ο ήχος είναι για ακόμα μια φορά εξαιρετικός, τόσο στα εφέ, όσο και στις ερμηνείες από το νέο καστ, αλλά και τις νέες συνθέσεις του Akira Yamaoka, που επιστρέφει για ακόμα μια φορά στον ίδιο ρόλο. Από τεχνικής πλευράς αρκετά θέματα χρίζουν προσοχής, όπως για παράδειγμα το ασταθές frame rate στο “performance” mode και ορισμένα bugs που κάποιες φορές επηρεάζουν και το gameplay, ενώ η κάμερα είναι ίσως το πιο αδύναμο σημείο, αφού πολλές φορές «χάνεται» όταν βρίσκονται εμπόδια πίσω από τον James και κάποιες άλλες απλά κάνει τα δικά της.
Όπως και να ‘χει στις περίπου 15-20 ώρες που χρειάζεται ένα πρώτο playthrough κατά μέσο όρο, τίποτα από τα παραπάνω δεν έχει σημασία και ο τίτλος έχει την ικανότητα να κρατάει τον παίκτη υπνωτισμένο από την αρχή μέχρι το (πικρό, ίσως) τέλος, προσφέροντας μια εμπειρία τόσο γνώριμη και οικεία αλλά και ταυτόχρονα φρέσκια και απολαυστική με έναν διαφορετικό τρόπο. Είναι προφανές ότι το remake του Silent Hill 2 φτιάχτηκε από μια ομάδα που αγαπούσε πολύ το αρχικό υλικό και το αντιμετώπισε με σεβασμό, χωρίς όμως να φοβάται να κάνει κάποιες αλλαγές και προσθήκες που θα το εμπλουτίσουν. Φυσικά, όλο αυτό είναι μια απόδειξη της ποιότητας του προαναφερθέντος αρχικού υλικού, αλλά πρέπει να σημειωθεί ότι η προσπάθεια της Bloober είναι πραγματικά καλή και πάνω απ’όλα αποτελεσματική. Ας ελπίσουμε η Konami να αναθέσει το Silent Hill 3 στην Bloober Team και αυτή να δεχθεί για ακόμα μια φορά. Ή και γιατί όχι, το πρώτο.
Για την καλύτερη εμπειρία σου θα θέλαμε να σε παρακαλέσουμε να το απενεργοποιήσεις κατά την πλοήγησή σου στο site μας ή να προσθέσεις το enternity.gr στις εξαιρέσεις του Ad Blocker.
Με εκτίμηση, Η ομάδα του Enternity