Έπρεπε να γράψουμε το έτος 2024 για να θυμηθεί η Crystal Dynamics ότι στα χέρια της υπάρχει ένα θρυλικό και ξεχασμένο franchise, με αποτέλεσμα να μπορούμε επιτέλους να απολαύσουμε ένα αξιόλογο remaster για τα παιχνίδια Legacy of Kain: Soul Reaver . Η Aspyr για άλλη μία φορά συνεννοήθηκε με την Crystal Dynamics για τον αρχικό source code των αυθεντικών projects, με σκοπό να ακολουθήσει την ίδια στρατηγική της προηγούμενης κυκλοφορίας τους, το Tomb Raider I-III Remastered. Υπάρχει όμως μία διαφορά ανάμεσα στην εμβληματική φιγούρα του Raziel με εκείνη της Lara Croft, που δεν είναι άλλη από το mainstream appeal. Παρ’ό,τι η ιστορία των Soul Reaver άφησαν ανεξίτηλο το στίγμα τους στην gaming βιομηχανία, τίποτα δεν συγκρίνεται με την αναγνωρισιμότητα και την εμπορικότητα της αγαπημένης μας Lara, οπότε αξίζει να πούμε δυο λόγια για την ιστορία των παιχνιδιών και τους χαρακτήρες.
Το Soul Reaver επικεντρώνεται στην ιστορία του βρικόλακα Raziel, ο οποίος προκάλεσε την οργή του αρχηγού της φατρίας του, Kain. O Kain αποτέλεσε τον πρωταγωνιστή προηγουμένων παιχνιδιών με τίτλο Blood Omen: Legacy of Kain, αλλά αυτήν την ιστορία θα την αφήσουμε καλύτερα για άλλη μέρα, μιας και τα υπόλοιπα παιχνίδια του franchise δεν υπάρχουν σε αυτήν την συλλογή. Επιστρέφοντας στο πρώτο Soul Reaver, o Raziel τιμωρήθηκε από τον Kain χωρίς ιδιαίτερο λόγο, απλώς ο τελευταίος δεν άντεξε να βλέπει τον Raziel να φτάνει στο επόμενο στάδιο εξέλιξης με τη μορφή φτερών. Η οργή μέσα του υπερίσχυσε, του ξερίζωσε τα οστά των φτερών του και τον έριξε σε μία θανατηφόρα δίνη με ψυχές. Έχοντας υποφέρει για εκατοντάδες χρόνια μέσα σε αυτή την δίνη, μία σκοτεινή και τρομακτική θεότητα ανέστησε κατά μία έννοια τον Raziel, με σκοπό να ξεκινήσει μία άτυπη περιπέτεια εκδίκησης και καταπολέμησης του Κάιν.
Το σενάριο ακούγεται σκοτεινό και εντυπωσιακό, και πράγματι είναι, αλλά αυτό που το εκτοξεύει ακόμη και σήμερα, είναι το art-style, η μουσική και τα voice-overs. Είναι πραγματικά εντυπωσιακό το πόσο μπροστά ήταν για την εποχή του ο τίτλος από άποψη εξιστόρησης και φωνητικών, με τους ηθοποιούς να δημιουργούν ένα καθηλωτικό κλίμα. Μιλάμε για ένα παιχνίδι που κυκλοφόρησε το 1999 και πραγματικά δεν έχει να ζηλέψει σε τίποτα από τίτλους που εκτόξευσαν το narrative στο πιο πρόσφατο παρελθόν όπως π.χ. τα God of War και Uncharted. Απολαμβάνοντας τις φωνές των Simon Templeman και Michael Bell μας κάνει να καταλαβαίνουμε ότι μερικές φορές ενθουσιαζόμαστε περισσότερο απ’ ό,τι θα έπρεπε με καινούργιες κυκλοφορίες και ίσως ξεχνάμε projects του παρελθόντος που είχαν καταφέρει ήδη πάρα πολλά πράγματα σε κάποιους τομείς, με πολύ λιγότερα εργαλεία και χρήματα.
Βέβαια, αυτό δεν είναι το μοναδικό εντυπωσιακό στοιχείο, αφού λόγω της μεταμόρφωσης του Raziel σε κάτι “άλλο”, του δόθηκε ικανότητα να εναλλάσσεται μεταξύ των κόσμων-καταστάσεων, των ζωντανών και νεκρών. Αυτός ο μηχανισμός ήταν πράγματι εντυπωσιακός για την εποχή του, αφού το Soul Reaver προσέφερε διασυνδεδεμένες περιοχές χωρίς χρόνους φόρτωσης, ενώ παράλληλα μπορούσαμε να αλλάξουμε μεταξύ του υλικού και του πνευματικού-φασματικού κόσμου με το πάτημα ενός κουμπιού. Ο κόσμος αλλάζει γύρω μας και μπορούμε να δούμε την γεωμετρική αλλαγή τους σε πραγματικό χρόνο. Όταν βρισκόμαστε σε μία μορφή τύπου φάντασμα, δεν μπορούμε να σπρώξουμε κουτιά ή να ανοίξουμε κάποιες πόρτες, οπότε όταν μεταφερόμαστε στον “πραγματικό”, υλικό κόσμο, εκεί αλλάζει η αλληλεπίδραση με το περιβάλλον. Προφανώς και αυτό το πράγμα αποτελεί μία βάση για περιβαντολογικούς γρίφους που καθορίζουν τα εν λόγω action adventures, ενώ όσο προχωράμε αποκτούμε νέες δυνάμεις που μας ανοίγουν τους δρόμους ώστε να προχωρήσουμε σε δωμάτια και περιοχές όπου δεν μπορούσαμε. Ναι, έχει ξεκάθαρα metroidvania στοιχεία, απλώς δεν μπορούμε να τα απολαύσουμε όσο θα θέλαμε εξαιτίας των παθογενειών που υπήρχαν από πάντα και ως έναν βαθμό συνεχίζουν να υπάρχουν. Τα Legacy of Kain: Soul Reaver είχαν ένα μεγάλο πρόβλημα, που δεν ήταν άλλο από την περιήγηση, την κάμερα και γενικότερα τον προσανατολισμό. Η κάμερα δόξα τω Θεώ αναβαθμίστηκε, αφού με τον δεξί αναλογικό μπορούμε να την φέρνουμε εκεί που θέλουμε. Το Soul Reaver δεν είχε χάρτες ή έστω μία καλή περιγραφή για το πού πρέπει να πάμε και τι να κάνουμε, με αποτέλεσμα να δημιουργείται μία οριακά εφιαλτική περιήγηση σε κάποια σημεία της ιστορίας. Η Aspyr αν και στόχευσε σε μία αυθεντική μεταφορά των αρχικών τίτλων στο σήμερα, έβαλε νερό στο κρασί της και προσφέρει για πρώτη φορά έναν χάρτη. Η δομή των κόσμων και της περιήγησης παραμένει προβληματική και ειδικά στο πρώτο παιχνίδι όπου το backtracking ζει και βασιλεύει και τα πράγματα μπορεί να καταντήσουν εκνευριστικά, αυτές οι προσθήκες μας έφτιαξαν αρκετά την εμπειρία. Είναι όμως κάποια μικρά πραγματάκια που θα μπορούσαν να προστεθούν, όπως π.χ. να αναγράφεται και το όνομα της περιοχής στην οποία θα κάνουμε το fast travel μέσω των σκοτεινών πυλών, χωρίς να πρέπει αναγκαστικά να θυμόμαστε τα σύμβολά τους.
Από την στιγμή βέβαια που μιλάμε για remaster και όχι για ολικό remake, πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι ότι κάποια πράγματα παραμένουν “αντιτουριστικά”. Το combat system είναι προϊόν της εποχής του, με αποτέλεσμα να έχουμε κάπως άγαρμπες και ξύλινες κινήσεις. Δυο τρεις μπουνιές δεν θα πέσουν εκεί που πρέπει, οι αποφυγές είναι λίγο καθυστερημένες, με αποτέλεσμα οι πιο νέοι παίκτες να νιώσουν ελαφρώς άβολα ως προς την ομαλότητα των κινήσεών τους. Πρέπει όμως, να αναφέρουμε ότι τα Soul Reaver είχαν μία πολύ ωραία οπτική για τις μάχες, αφού κάποιοι εχθροί πρέπει πρώτα να αποδυναμωθούν, μετά να τους κάψουμε ή να τους καρφώσουμε στον τοίχο ή σ’ ένα δόρυ και μετά να κατασπαράξουμε την ψυχή τους ώστε να τους νικήσουμε πραγματικά. Εάν π.χ. βγάζαμε το δόρυ από πάνω τους και δεν είχαμε προλάβει να πάρουμε την ψυχή τους, οι εν λόγω εχθροί ξαναζωντάνευαν. Αυτό το θεωρούσαμε πάντα μία εξαιρετική ιδέα που μεταφέρει τρομερά το vibe ότι παλεύουμε με βρικόλακες, πνεύματα κτλ. μέσα από την ίδια την μάχη. Απλώς ακριβώς επειδή το σύστημα μάχης δεν ρολάρει τόσο ομαλά, από ένα σημείο και μετά ο παίκτης θα προτιμήσει απλά να προσπερνάει τους εχθρούς. Αυτό το πράγμα το προσέξαμε ειδικά κατά την διάρκεια του playthrough μας με το δεύτερο μέρος των Soul Reaver, γιατί οι αναβαθμίσεις και αλλαγές που έγιναν στο sequel απαιτούν σίγουρα έναν πιο σύγχρονο χειρισμό για να μπορέσουμε να τις εκτιμήσουμε όσο θα θέλαμε. Αυτό το στοιχείο, συνδυαστικά με το γεγονός ότι το Soul Reaver 2 δεν κατάφερε ποτέ να ισοφαρίσει την εξαιρετική ατμόσφαιρα εξερεύνησης του πρώτου, μοιάζοντας λιγότερα ανοιχτό και χωρίς την ιδιαιτερότητα της ατμόσφαιρας του πρώτου Soul Reaver, το κάνουν να δείχνει 27 χρόνια μετά ακόμη πιο αδύναμο συγκριτικά με το πρώτο. Φυσικά και θα βάλουμε δύο αστερίσκους στον τομέα του σεναρίου, το οποίο στο 2 απλώνεται και πάει στο επόμενο επίπεδο, και στο σύστημα του save που είναι πιο ουσιαστικό. Στο πρώτο Soul Reaver αν και μπορούμε να αποθηκεύσουμε όποτε θέλουμε, όταν φορτώσουμε το save ξεκινάμε πάντα από το ίδιο spawn point, με αποτέλεσμα να πρέπει πάντα να ξαναπεράσουμε από κάποιες περιοχές μέσω του fast travel.
Αξίζει να αναφέρουμε ότι οι οπτικές αναβαθμίσεις της Aspyr μας άρεσαν πάρα πολύ, αφού παρ’ όλα τα στυλιστικά και texture upgrades που έγιναν κυρίως σε χαρακτήρες και όχι τόσο στα περιβάλλοντα, η σκοτεινή και σαπισμένη μαγεία των αυθεντικών τίτλων δεν χάθηκε ούτε στο ελάχιστο. Παρ’ όλα αυτά, οι developers έδωσαν την επιλογή στους παίκτες με το πάτημα του δεξιού μοχλού να αλλάζουν άμεσα τα γραφικά στο παλιό art-style, χωρίς όμως να υπάρχει κάποια έκπτωση στο resolution ή στα fps. Σίγουρα, οι οπτικές αλλαγές φαίνονται περισσότερο στο πρώτο παιχνίδι συγκριτικά με το δεύτερο που είχε κυκλοφορήσει στο PlayStation 2, αλλά σε γενικές γραμμές μιλάμε για μία ομαλότατη εμπειρία στο PlayStation 5 και πετυχημένη μεταφορά από καλλιτεχνικής και τεχνικής απόψεως. Κάποια μικρά bugs στις κινήσεις του χαρακτήρα και σε κάποια άκυρα Lightning effects τα παρατηρήσαμε, ενώ μία φορά δεν μας κράτησε το instant progress ενώ είχαμε την κονσόλα σε rest mode, αλλά το παιχνίδι έχει φυσικά saving system και γενικότερα δεν υπάρχουν σοβαρά τεχνικά προβλήματα που θα αλλοίωναν την συνολική εμπειρία. Η προσθήκη του day & night cycle που είχε ακυρωθεί στο αυθεντικό Soul Reaver δεν μας προκάλεσε κανένα πρόβλημα όπως είδαμε να αναφέρεται από κάποιους χρήστες σε πλατφόρμες όπως το Reddit, οπότε απολαύσαμε κατά κάποιον τρόπο ακόμη περισσότερο το remaster βλέποντας να νυχτώνει και να ξημερώνει.
Υπάρχει όμως και μία άλλη παράμετρος στο Legacy of Kain: Soul Reaver 1 & 2 Remastered που θα κάνει τις καρδιές των βετεράνων να ζεσταθούν ακόμη περισσότερο. Όπως κάθε remastered της αγοράς, έτσι και αυτό παρουσιάζει μπόλικό bonus material. Το παιχνίδι έχει συγκεντρώσει πάρα πολλά concept arts, fanmade arts, βίντεο, αυθεντικά demos της εποχής, το κλασικό music player και εξαιρετικά ενδιαφέρουσες πληροφορίες για το lore, το οποίο θα βοηθήσει αρκετούς να εμβαθύνουν στον κόσμο των Legacy of Kain χωρίς να έχουν παίξει τα υπόλοιπα παιχνίδια. Αυτό όμως που ξεχώρισε για εμάς, ήταν τα αγαπημένα Outtakes και τα Lost Levels. Στα Outtakes έχει το γνωστό οπτικακουστικό υλικό από τις ηχογραφήσεις των ηθοποιών στο στούντιο, τα οποία ήταν και παραμένουν πραγματικά υπέροχα. Θα θέλαμε να υπήρχαν περισσότερες επιλογές στον εσωτερικό player που χρησιμοποιείται σε αυτά τα βίντεο όπως π.χ. η παρουσία υπότιτλων, αλλά πρόκειται για πράγματι ωραίο υλικό που ταιριάζει σε μία συλλογή. Τα Lost Levels αποτελούν το κερασάκι στην τούρτα, αφού η Aspyr συνεργάστηκε με την Crystal Dynamics για να δημιουργηθούν αποσπασματικά πίστες από υλικό που είχε κοπεί από το αυθεντικό προϊόν. Σε αυτές τις πίστες δεν μπορούμε να κάνουμε πολλά, δεν πρόκειται άλλωστε για πραγματικό παιχνίδι, αλλά μπορούμε να περιφερόμαστε με τον χαρακτήρα και διαβάζοντας κάποιες περιγραφές γύρω από την ιστορία αυτών των κομμένων περιοχών, να φανταστούμε πώς θα είχαν εξελιχθεί οι αυθεντικοί τίτλοι. Θα το αποκαλούσαμε σαν ένα interactive documentary, το οποίο μπορεί να μη λέει πολλά σε παίκτες που δεν έχουν ξαναπαίξει τα παιχνίδια, αλλά από βετεράνους και κόσμο που ενδιαφέρεται για ένα deep dive στην ιστορία που υπάρχει πίσω από το τελικό προϊόν ενός βιντεοπαιχνιδιού, τα εν λόγω bonuses θα εκτιμηθούν δεόντως. Αξιολογώντας όλο αυτό το έξτρα υλικό που σίγουρα απαίτησε αρκετές ώρες ενασχόλησης και συντονισμού με modders και πρώην developers και ανθρώπους που έφτιαξαν το εν λόγω παιχνίδι, μας έκανε μία αρνητική εντύπωση το πόσο απλοϊκό και βαρετό μοιάζει το κεντρικό μενού που βλέπει σαν πρώτη εικόνα ο παίκτης.
Προφανώς και η τελική μας άποψη για το Legacy of Kain: Soul Reaver 1 & 2 Remastered είναι θετική, αλλά μία κριτική σ’ ένα remaster είναι πάντα δύσκολη. Επικεντρωνόμαστε το πώς στέκεται ένα παιχνίδι από άποψη gameplay την τωρινή εποχή και για το αν θα αρέσει σε νέο κοινό; Ή δίνουμε βάση στην μεταφορά ως μεταφορά από την στιγμή που μιλάμε για remaster και όχι για remake και το κατά πόσο ικανοποιεί το κοινό που είχε παίξει τις αυθεντικές κυκλοφορίες; Η αλήθεια είναι κάπου στη μέση, αφού όσο και αν απολαύσαμε αυτήν την μεταφορά και χαρήκαμε με το τελικό αποτέλεσμα, δεν μπορούμε να παραβλέψουμε το γεγονός ότι το gameplay είναι βαρύ και ξύλινο και ειδικά στην περίπτωση του Soul Reaver 2 όπου οι αλλαγές δεν είναι τόσο σημαντικές, θα λειτουργήσει αποτρεπτικά για ένα πιο νέο κοινό. Παρ’ όλα αυτά, θεωρούμε ότι το Legacy of Kain: Soul Reaver 1 & 2 Remastered αποτελεί διαφήμιση για τον όρο remaster, αφού έχει συλλέξει απίθανο υλικό για τους fans και το στούντιο έκανε πολύ καλή δουλειά για να μεταφέρει μία σημαντική στιγμή για το PlayStation και μία εμβληματική φιγούρα εκείνης της εποχής στο σήμερα.
Εξαιρετικό Review...
Όταν με το καλό κυκλοφορήσει σε Retail, (όπως έκαναν με το Tomb Raider 1-2-3 Remastered) θα το αγοράσω για το PS5 μου!!
Σε ευχαριστώ πολύ φίλε μου! Εδώ εγώ σκέφτομαι να κάνω ένα double dip και να το πάρω και για το Σουιτς όταν βγει σε retail...