Το πίσω φρένο βοηθά στη ρύθμιση της κατεύθυνσης της μοτοσικλέτας κατά το φρενάρισμα στις στροφές, ενώ η μείωση της ταχύτητας πραγματοποιείται με το εμπρός, με την ίδια λογική που χαρακτηρίζει και τη κανονική οδήγηση μοτοσικλέτας. Όπως και εκεί, σημαντικό ρόλο παίζει η μεταφορά του βάρους του αναβάτη, κάτι που το παιχνίδι μπορεί να κάνει αυτόματα, αλλά και να μείνει στο χέρι του παίκτη με τον αναλογικό μοχλό. Η απόκριση του γκαζιού είναι ακριβής ανάλογα με την πίεση του χρήστη στην αναλογική σκανδάλη, ενώ η μικρή διαδρομή του πλήκτρου στο DualShock 4 δεν προβληματίζει. Τα παραπάνω σαφώς συνθέτουν ένα πλήρες μοντέλο οδήγησης το οποίο δεν αφήνει κανέναν παραπονεμένο.
Κλασικά σε παιχνίδι της Milestone, από την πρώτη στιγμή ξεχωρίζει το μοντέλο χειρισμού των οχημάτων, ακόμα και στο δίτροχο θηρίο της Yamaha, YZF-R1, το οποίο και καλούμαστε να οδηγήσουμε μετά τους τίτλους αρχής.
Η ιταλική ομάδα ανάπτυξης έχει βελτιώσει τόσο τη γενικότερη απόκριση στους χειρισμούς μας, όπως τον τρόπο που στρίβει ο αναβάτης ανάλογα με την κλίση του αριστερού αναλογικού, όσο και τη διαφορετικότητα των μοτοσικλετών που καλούμαστε να δαμάσουμε. Το στιβαρό μοντέλο οδήγησης όμως έρχεται σε αντίθεση με άλλους τομείς, στους οποίους περιμέναμε περισσότερη δουλειά. Ένας από αυτούς είναι το campaign του τίτλου, στο οποίο καλούμαστε να κερδίζουμε αγώνες κατά συρροήν, σε πίστες που δεν διαφέρουν όσο θα έπρεπε μεταξύ τους, προκειμένου να ανεβούμε στις μεγάλες κατηγορίες. Χαρμόσυνο μεν το γεγονός ότι οι πραγματικές πίστες, όπως το Nürburgring έχουν μεταφερθεί με ικανοποιητική ακρίβεια, όμως η αργή εξέλιξη του campaign κουράζει. Τουλάχιστον, μας αναγκάζει σχεδόν να περάσουμε από το ένα μοντέλο μοτοσικλέτας στο επόμενο σχετικά γρήγορα, οπότε μέχρι να φτάσουμε κοντά στο τέλος έχουμε δοκιμάσει έναν ικανοποιητικό αριθμό μοτοσικλετών. Για όσους επιθυμούν, υπάρχει και η επιλογή της αναβάθμισης της μοτοσικλέτας μας, όμως δεν χαρακτηρίζεται από τη λεπτομέρεια που θα θέλαμε στα μηχανικά μέρη, ούτε από άνοδο στην απόδοση που να δικαιολογεί τα επιπλέον έξοδα της συγκεκριμένης επιλογής.Το πίσω φρένο βοηθά στη ρύθμιση της κατεύθυνσης της μοτοσικλέτας κατά το φρενάρισμα στις στροφές, ενώ η μείωση της ταχύτητας πραγματοποιείται με το εμπρός, με την ίδια λογική που χαρακτηρίζει και τη κανονική οδήγηση μοτοσικλέτας.
Για ακόμα μια φορά σε τίτλο της Milestone βλέπουμε οπτικό τομέα δύο ταχυτήτων. Οι μοτοσικλέτες είναι σχεδιασμένες με περίσσεια λεπτομέρεια, ενώ μπορούμε να τις καμαρώνουμε κάθε φορά κατά τα -μεγάλα, δυστυχώς, σε διάρκεια - loading screens. Το ίδιο δεν μπορεί να ειπωθεί ούτε για το περιβάλλον των πιστών, το οποίο αδυνατεί να ξεχωρίσει, είτε αναφερόμαστε στην πιστότητά του στις διαφορετικές χώρες και τοποθεσίες, είτε στο βαθμό λεπτομέρειας που το χαρακτηρίζει. Σχόλιο που ταιριάζει και στο σχεδιασμό των αναβατών, παρά τις δυνατότητες για αλλαγή του εξοπλισμού που φέρουν. Η αίσθηση της ταχύτητας από την άλλη, αλλά και μικρές λεπτομέρειες στα γραφικά, όπως οι αντανακλάσεις στις γυαλιστερές επιφάνειες ή οι φωτισμοί, παρουσιάζονται βελτιωμένες σε σχέση με το παρελθόν, είτε μιλάμε για τον προηγούμενο τίτλο ή γενικότερα για τις προηγούμενες δουλειές της ιταλικής ομάδας ανάπτυξης. Ο ήχος των μηχανών, αν και όχι απόλυτα πιστός, σίγουρα προσθέτει στην εμπειρία, θα τον θέλαμε όμως κομματάκι πιο έντονο, ειδικότερα στα πιο “άγρια” μοντέλα, όπως η YZF-R1 που αναφέραμε προηγουμένως.
Σταθερά μελανό σημείο για τους τίτλους της Milestone όμως αποτελεί και το AI των αντιπάλων. Χωρίς να μπορούμε να το χαρακτηρίσουμε κακό, οι οδηγοί που καλούμαστε να ξεπεράσουμε δεν ορίζονται από κάποιο ιδιαίτερο οδηγικό στιλ, μιας και αφήνουν την αίσθηση ότι κόβουν βόλτες εντός της πίστας, ασχέτως βαθμού δυσκολίας. Το πιο εκνευριστικό από όλα βέβαια δεν είναι άλλο από το ότι δεν μπορείτε να τους “ρίξετε” με κανέναν τρόπο. Ξεκαθαρίζοντας ότι γνωρίζουμε το σκοπό των αγώνων ταχύτητας, αλλά και έννοιες όπως η ευγενής άμιλλα, στις 30 περίπου ώρες που δοκιμάσαμε τον τίτλο δεν είδαμε ούτε μια πτώση από αναβάτη που χειριζόταν το AI, σε αντίθεση φυσικά με το δικό μας, που μετρούσε την άσφαλτο συχνά πυκνά, ειδικότερα κατά τις πρώτες ώρες. Επιπλέον, εκτός της άγνοιας των νόμων της φυσικής που τους χαρακτηρίζει, δεν ήταν λίγες οι φορές που οι αναβάτες δεν δίστασαν να πάρουν μια στροφή χρησιμοποιώντας το σώμα της δικής μας μοτοσικλέτας, απόπειρα που φυσικά κατέληξε σε δική μας πτώση και, προφανώς, επανεκκίνηση του αγώνα αφού μας στερούσε κάθε ελπίδα για θετικό αποτέλεσμα.
Το Ride 2 έχει αρκετά βελτιωμένα στοιχεία για να χαρακτηριστεί ένα αξιόλογο sequel. Μπορεί, ως racing, να μη φτάνει στο βαθμό ποιότητας ή ολοκλήρωσης των φετινών τίτλων της Codemasters, (λέγε με Dirt Rally, F1 2016) όμως οι Ιταλοί αδιαμφισβήτητα ήταν και παραμένουν οι “άρχοντες” των δύο τροχών. Ελλείψει ανταγωνισμού, αποτελεί έναν ποιοτικό τίτλο με αρκετά καλά στοιχεία, στον οποίο όμως σίγουρα χωρούσαν περισσότερες βελτιώσεις. Στο τέλος της ημέρας βέβαια, το Ride 2 είναι ο μοναδικός τίτλος που θα σας δώσει την ευκαιρία να “γυρίσετε” το Nürburgring με το δίτροχο των ονείρων σας, αλλά και να διασκεδάσετε κατά τη διαδρομή. Και αυτό του προσθέτει πόντους. Ίσως όχι όσους θα θέλαμε, αρκετούς όμως για να προτείνουμε το Ride 2 στους απανταχού λάτρεις των μοτοσικλετών.
Για την καλύτερη εμπειρία σου θα θέλαμε να σε παρακαλέσουμε να το απενεργοποιήσεις κατά την πλοήγησή σου στο site μας ή να προσθέσεις το enternity.gr στις εξαιρέσεις του Ad Blocker.
Με εκτίμηση, Η ομάδα του Enternity