Στις 12 αποστολές και τις 8 περίπου ώρες που χρειάζονται για την ολοκλήρωσή τους, το campaign δίνει την εντύπωση ότι παίζουμε ένα «λιγότερο-εντυπωσιακό-από-το-τυπικό» Halo campaign, με διαφορετική όμως προοπτική και πρωταγωνιστές.
Ξεκινώντας από το single-player campaign, η ιστορία εκτυλίσσεται 26 χρόνια μετά τα γεγονότα του Halo Wars, και λίγο μετά το Halo 5. Το πλήρωμα του Spirit of Fire ξυπνάει μετά από χρόνια σε cryosleep, σε μια αχαρτογράφητη περιοχή του διαστήματος και δεν αργεί να ανακαλύψει το Ark, μια κατασκευή των Prometheans. Ασφαλώς, η πρώτη κίνηση είναι η αναγνώριση, και έτσι «γνωρίζονται» με τον «κακό» της υπόθεσης. Αυτός δεν είναι άλλος από τον Atriox, ένας Brute που αψήφησε την Covenant και δημιούργησε δικό του στρατό. Τα πράγματα γίνονται δυσάρεστα πολύ γρήγορα, και όσο το πλήρωμα του Spirit of Fire προσπαθεί να έρθει σε επαφή με τη Γη, ταυτόχρονα πρέπει να έρθει αντιμέτωπο με τον Atriox και τα όχι και τόσο ειρηνικά σχέδιά του. Στις 12 αποστολές και τις 8 περίπου ώρες που χρειάζονται για την ολοκλήρωσή τους, το single-player δίνει την εντύπωση ότι βρισκόμαστε σε ένα «λιγότερο-εντυπωσιακό-από-το-τυπικό» Halo campaign, με διαφορετική όμως προοπτική και πρωταγωνιστές. Δεν είναι σε καμία περίπτωση κακό, αλλά σίγουρα μπορούσε να προσφέρει πολύ περισσότερα, δεδομένου του lore και της ιστορίας της σειράς. Κατά τα άλλα, οι αποστολές ουσιαστικά λειτουργούν σαν ένα μεγάλο (πολύ μεγάλο) tutorial, με όλους τους συνήθεις ύποπτους παρόντες (objectives, base building, upgrades, leader powers κ.λπ.). Οι χάρτες θα μπορούσαν να είναι μεγαλύτεροι και το μέγεθός τους αναγκάζει τη δράση να «στριμωχτεί».
Όταν τελειώσει το campaign, μπορείτε να αποδείξετε την στρατηγική σας ανωτερότητα στα online modes, όπου και οι επιλογές είναι πολλές.
Βέβαια, έχοντας υπόψιν ότι έχουμε να κάνουμε με τίτλο που αναπτύχθηκε για το Xbox One (και όχι για το PC), μπορούμε να αναγνωρίσουμε κάποια ελαφρυντικά στην The Creative Assembly. Η οποία μάλιστα τα έχει καταφέρει πολύ καλά με δεδομένους τους περιορισμούς που αντιμετώπισε. Και ο μεγαλύτερος από αυτούς δεν είναι άλλος από το σύστημα χειρισμού. Όπως η Ensemble Studios, έτσι και η CA κατάφερε να «χωρέσει» στο gamepad όλες τις (βασικές, τουλάχιστον) εντολές που απαιτεί ένα RTS, και το αποτέλεσμα είναι εντυπωσιακό. Βέβαια, δεδομένου ότι μιλάμε για gamepad, πολλά πράγματα πρέπει να τα…ξεχάσουμε, όπως για παράδειγμα την άμεση μετάβαση από το ένα σημείο του χάρτη στο άλλο. Τα shortcuts προσφέρουν μια σχετική ευελιξία, αλλά τίποτα δεν μπορεί να συγκριθεί με τον άμεσο έλεγχο του χρήστη όσον αφορά την εποπτεία της δράσης – και για να το θέσουμε πολύ απλά, το panning με το stick είναι πολύ αργό.
Η αλήθεια είναι πως η προσπάθεια της CA είναι αξιέπαινη σε διάφορα σημεία, όπως για παράδειγμα το πώς διαφορετικές μονάδες κάνουν περισσότερο/λιγότερο damage σε αέρα/πεζικό/οχήματα εδάφους ή τα έξυπνα leader powers που προσφέρουν από heals μέχρι άμεσο damage και τα hero units (οι Spartans, εν προκειμένω). Το πρόβλημα είναι ότι το επίπεδο της δράσης και του στρατηγικού σχεδιασμού είναι πολύ πιο απλό από αυτό που θα περίμενε ο μέσος fan των RTS. Τουλάχιστον στα πρώτα επίπεδα δυσκολίας (πλην του Legendary), όπου και δύσκολα ξεπερνιέται η πανάρχαια τακτική του «μαζεύω πόρους - κάνω μεγάλο στρατό - πάω μπούγιο στην αντίπαλη βάση - τα καταστρέφω όλα». Όταν τελειώσει το campaign, μπορείτε να αποδείξετε τη στρατηγική σας ανωτερότητα στα online modes, όπου και οι επιλογές είναι πολλές. Από τα skirmish με το ΑΙ και τους πραγματικούς αντιπάλους σε γνωστά modes όπως το Domination και το Deathmatch, μέχρι τη δοκιμή των ικανοτήτων σας (μπορείτε να χρονομετρήσετε πόσο γρήγορα θα πέσει το rush-άρισμα) με τους διαφορετικούς leaders και τις μονάδες που αυτοί προσφέρουν. Η πιο ενδιαφέρουσα πτυχή του multiplayer, όμως, είναι αδιαμφισβήτητα το Blitz.
Η πιο ενδιαφέρουσα πτυχή του multiplayer του Halo Wars 2, όμως, είναι αδιαμφισβήτητα το Blitz.
Τα πράγματα εδώ είναι πολύ απλά. Τρεις βάσεις, και όποιος έχει υπό την κατοχή του (τουλάχιστον) τις 2 από τις 3, σκοράρει πόντους. Όποιος φτάσει τους 200 πόντους, κερδίζει. Ακούγεται ενδιαφέρον; Προσθέστε το γεγονός ότι δεν υπάρχει base building, και όλα τα units «κατεβαίνουν» στο πεδίο της μάχης ανάλογα με τις κάρτες που υπάρχουν στο «χέρι» του κάθε παίκτη - με το deck να είναι τροποποιήσιμο και με ξεχωριστές μονάδες για τον κάθε leader που επιλέγεται. Είναι διασκεδαστικό, είναι γρήγορο, και είναι γεμάτο δράση.
Η ιστορία εκτυλίσσεται 26 χρόνια μετά τα γεγονότα του Halo Wars, και λίγο μετά το Halo 5. Το πλήρωμα του Spirit of Fire ξυπνάει μετά από χρόνια σε cryosleep, σε μια αχαρτογράφητη περιοχή του διαστήματος και δεν αργεί να ανακαλύψει το Ark, μια κατασκευή των Prometheans.
Βέβαια, ο παράγοντας «τύχη» πολλές φορές παίζει πολύ μεγάλο ρόλο στην επικράτηση ή την ήττα, αλλά η φύση της μάχης και του mode είναι τέτοια, που εν τέλει δεν χαλάει την εμπειρία. Πέραν των αγώνων από 1v1 μέχρι και 3v3, όσοι διψάνε για λίγη co-op δράση (και το campaign δεν ήταν αρκετό), μπορούν να δοκιμάσουν και το Blitz Firefight, μια παραλλαγή του Blitz, όπου οι παίκτες πρέπει να αντιμετωπίζουν συνεχώς αυξανόμενα (σε μέγεθος και δυσκολία) κύματα εχθρών μέχρι να…αποτύχουν. Το Blitz, γενικότερα, είναι μια πολύ καλή ιδέα, και μπορεί να προσφέρει μια γρήγορη δόση δράσης σε όσους δεν έχουν τον χρόνο ή και τη διάθεση για κάτι περισσότερο.Όσοι διψάνε για λίγη co-op δράση, μπορούν να δοκιμάσουν και το Blitz Firefight, μια παραλλαγή του Blitz, όπου οι παίκτες πρέπει να αντιμετωπίσουν συνεχώς αυξανόμενα (σε μέγεθος και δυσκολία) κύματα εχθρών.
Από τεχνικής άποψης, το Halo Wars 2 τα καταφέρνει πολύ καλά, με όμορφα γραφικά και πολύ καλό ηχητικό τομέα. Αδιαμφισβήτητα, το highlight είναι τα εκπληκτικά cutscenes ανάμεσα στις αποστολές, με μοναδική παραφωνία την ερμηνεία του Captain Cutter, η οποία κρίνεται στην καλύτερη περίπτωση ως επίπεδη. Δε χρειάζεται φυσικά να αναφερθεί ότι στο PC τα πράγματα είναι σαφώς καλύτερα, αφού τα γραφικά είναι σε άλλο επίπεδο - και μάλιστα χωρίς να χρειάζεται ένα «θηρίο» για να απολαύσει κανείς τα πάντα στο full σε 1080p, χωρίς να επηρεάζονται οι επιδόσεις (για το πληκτρολόγιο και το ποντίκι δε χρειάζεται καν να αναφέρουμε κάτι).
Το Halo Wars 2 είναι ένας άξιος συνεχιστής. Είναι διασκεδαστικό, είναι ένα από τα ελάχιστα RTS που μπορεί κανείς να βρει στις κονσόλες, και είναι προσεγμένο. Το θέμα που προκύπτει είναι ότι πως για τα στάνταρ του είδους κρίνεται υπερβολικά απλό. Αυτό μεγεθύνεται όταν τρέχουμε την έκδοση PC και αναπόφευκτα γίνεται σύγκριση με άλλους τίτλους του genre. Ή ακόμα και με της ίδιας της The Creative Assembly. Οι fans του Halo που δεν έχουν επαφή με RTS ίσως δυσκολευτούν να απολαύσουν αυτήν την περιπέτεια. Για όλους τους υπόλοιπους, το Halo Wars 2 είναι μια κατά τα άλλα αξιόλογη προσθήκη στη βιβλιοθήκη τους.
Για την καλύτερη εμπειρία σου θα θέλαμε να σε παρακαλέσουμε να το απενεργοποιήσεις κατά την πλοήγησή σου στο site μας ή να προσθέσεις το enternity.gr στις εξαιρέσεις του Ad Blocker.
Με εκτίμηση, Η ομάδα του Enternity