Το Deathtrap αποτελεί το συνδυασμός του πυρήνα του gameplay από το “The Incredible Adventures of Van Helsing”, με μηχανισμούς Tower Defense.
Αν και το Deathtrap διατηρεί κάποια σύνδεση με το “The Incredible Adventures of Van Helsing”, δεν έχει να προσφέρει πολλά από πλευράς σεναρίου/ιστορίας, έτσι μέσα από ένα σύντομο εισαγωγικό video, οι παίκτες μαθαίνουν για την αποστολή του πρωταγωνιστή να υπερασπιστεί τα ink gates και να αποτρέψει τα τέρατα που κατοικούν στο…ink να εισέλθουν στον «κανονικό» κόσμο. Ακούγεται υπερβολικά απλό; Είναι. Και για την ακρίβεια μάλλον δεν χρειάζεται να είναι κάτι περισσότερο, αφού το ζητούμενο είναι άλλο, και εν προκειμένω η ισορροπία που καλείται να κρατήσει η ομάδα ανάπτυξης στην επιλογή -και το πάντρεμα- των θεμελιωδών χαρακτηριστικών που θα «δανειστεί» από δύο διαφορετικά είδη. Έτσι οι παίκτες καλούνται να διαλέξουν το χαρακτήρα τους ανάμεσα σε τρεις διαφορετικές κλάσεις (Mage, Marksman και Mercenary) και εν συνεχεία να υπερασπιστούν τα ink gates σε 13 (αρχικά) περιοχές από κύματα εχθρών που έχουν ως μοναδικό στόχο να περάσουν από αυτά. Στα ξεκάθαρα προκαθορισμένα μονοπάτια είναι χαραγμένη η διαδρομή που θα ακολουθήσουν τα τέρατα, από το σημείο εκκίνησης μέχρι το ink gate, και κατά μήκος αυτής της διαδρομής βρίσκονται ανενεργές παγίδες και πύργοι, που οι παίκτες μπορούν να ενεργοποιήσουν τόσο ανάμεσα στα waves, όσο και εν τω μέσω της μάχης. Οι εν λόγω παγίδες και πύργοι κοστίζουν essence, και αυτό ανανεώνεται μετά το πέρας κάθε κύματος, αλλά και με την εξόντωση των τεράτων.
Εκεί που το Deathtrap διαφέρει από ένα συνηθισμένο τίτλο Tower Defense, είναι στο πώς ο χαρακτήρας μπορεί να επέμβει ενεργά στη μάχη και να χρησιμοποιήσει τις επιθέσεις και τις ικανότητές του ούτως ώστε να επηρεάσει (ή να επιταχύνει) την έκβαση αυτής. «Και; Το έχω ξαναδεί», θα μπορούσε να πει κανείς – και ορθά, αλλά ο τρόπος με τον οποίο αυτό επιτυγχάνεται είναι που κάνει το Deathtrap να ξεχωρίσει. Όποιος έχει ασχοληθεί με το “Incredible Adventures of Van Helsing” θα αισθανθεί αμέσως «σαν στο σπίτι του», με το σύστημα χειρισμού να μεταφέρεται σχεδόν αυτούσιο από το ARPG της Neocore και τους χαρακτήρες να κινούνται ελεύθερα στο χώρο και να εναλλάσσουν την πίεση που ασκείται σε κάθε lane, προσφέροντας με αυτόν τον τρόπο ένα επιπλέον επίπεδο βάθους και στρατηγικής.
Εκεί που το Deathtrap διαφέρει από ένα συνηθισμένο τίτλο Tower Defense, είναι στο πώς ο χαρακτήρας μπορεί να επέμβει ενεργά στη μάχη και να χρησιμοποιήσει τις επιθέσεις και τις ικανότητές του ούτως ώστε να επηρεάσει (ή να επιταχύνει) την έκβαση αυτής.
Φυσικά, παραμένοντας (κατά το δυνατόν) πιστό στις ARPG καταβολές του, μετά από την επιτυχή υπεράσπιση κάθε επιπέδου υπάρχουν τα -σχεδόν υποχρεωτικά- drops, ενώ οι χαρακτήρες μπορούν να αγοράσουν/πουλήσουν τον εξοπλισμό τους, με το -επίσης υποχρεωτικό και μάλλον αχρείαστο- σύστημα crafting να κλείνει την γκάμα των στοιχείων ARPG.Δυστυχώς, το πρόβλημα με το Deathtrap είναι ότι «πιάνει ταβάνι» εκεί ακριβώς όπου τα πράγματα αρχίζουν και γίνονται πραγματικά ενδιαφέροντα. Περίπου στα μισά της περιπέτειας ο τίτλος έχει προσφέρει όλα όσα είχε να επιδείξει, με ορισμένες ιδέες μάλιστα να κρίνονται εξαιρετικά ενδιαφέρουσες (όπως τα mini-bosses με τα έξυπνα buffs/debuffs). Από εκείνο το σημείο και μέχρι το πέρας του 13ου επιπέδου (δηλαδή σε περίπου 4 με 5 ώρες), η πρόκληση αυξάνεται απλά από τον αριθμό των εχθρών που απαρτίζουν κάθε wave και τα περισσότερα hit points που ο καθένας φέρει. Όσοι δεν πτοούνται και θέλουν το κάτι παραπάνω, μπορούν να δοκιμάσουν ακόμα ένα run του single-player campaign στο επόμενο tier, με ισχυρότερα waves και ελαφρώς διαφορετικό layout στα επίπεδα. To scenario mode επιτρέπει στους παίκτες να χρησιμοποιήσουν modifiers για να αλλάξουν το επίπεδο δυσκολίας και να δρέψουν τα αντίστοιχα rewards σε gold, XP και item drops, ενώ, τέλος, το survival mode είναι λίγο-πολύ…αυτό που προδίδει η ονομασία του. Το multiplayer (το οποίο δυστυχώς χαρακτηρίζεται από μηδενική δραστηριότητα) δίνει τη δυνατότητα στους παίκτες να υπερασπιστούν μαζί τα ink gates, ενώ το competitive μέρος τούς φέρνει αντιμέτωπους, στον ρόλο του αμυνόμενου και του επιτιθέμενου, αντίστοιχα. Τέλος, ένας αρκετά εύχρηστος και περιεκτικός editor υπάρχει διαθέσιμος προς τέρψιν όσων θέλουν να εξασκήσουν το…δημιουργικό τους ταλέντο, αλλά και να μοιραστούν τα αποτελέσματα με την κοινότητα.
Και έτσι φτάνει κανείς στο αναπόφευκτο ερώτημα. Καταφέρνει το Deathtrap να παντρέψει επιτυχώς το Tower Defense με τα ARPGs και να σταθεί ως standalone τίτλος; Η απάντηση είναι «Ναι», και… «Μάλλον ναι». Αρχικά, δεν μπορεί κανείς να αρνηθεί την έξυπνη επιλογή αλλά και ενσωμάτωση των περισσότερων θεμελιωδών χαρακτηριστικών του κάθε είδους, δημιουργώντας ένα σύνολο που κερδίζει τους παίκτες από τα πρώτα δευτερόλεπτα. Δυστυχώς όμως, αυτός ο ενθουσιασμός δεν έχει την ανάλογη διάρκεια, ενώ δεν καταφέρνει να δώσει την θέση του στο ενδιαφέρον που θα προκαλούσε, αλλά και θα προσκαλούσε τους παίκτες να συνεχίσουν τις περιπέτειες στον κόσμο του. Ως ένα ευχάριστο διάλειμμα, το Deathtrap τα καταφέρνει εξαιρετικά. Είναι «ελαφρύ» στα στοιχεία RPG και διατηρεί τα βασικά χαρακτηριστικά ενός Tower Defense, καθιστώντας το έναν ευχάριστο περισπασμό όταν ασχολείται κανείς μαζί του σε μικρές δόσεις.
Για την καλύτερη εμπειρία σου θα θέλαμε να σε παρακαλέσουμε να το απενεργοποιήσεις κατά την πλοήγησή σου στο site μας ή να προσθέσεις το enternity.gr στις εξαιρέσεις του Ad Blocker.
Με εκτίμηση, Η ομάδα του Enternity