Η νύχτα ανέκαθεν φόβιζε τους ανθρώπους. Το σκοτάδι πάντα έχει τον τρόπο του να παίζει παιχνίδια με το μυαλό, κάνοντάς το να πιστεύει ότι υπάρχουν πράγματα εκεί που δεν υπάρχουν. Ο παραμικρός ήχος μεταφράζεται σε άμεση απειλή και οι σκιές μετατρέπονται σε οτιδήποτε έχει ανάγκη το μυαλό να είναι ώστε να επιβεβαιωθεί αυτή η λανθασμένη πεποίθηση. Τι γίνεται όμως όταν αυτά που νομίζει ότι βλέπει κάποιος είναι αληθινά; Εκεί ακριβώς πατάει το Darkwood. Ένας τίτλος που πέρασε αρκετά χρόνια στο στάδιο Early Access και, αν και τα πρώτα δείγματα δεν ήταν ιδιαίτερα ενθαρρυντικά, στην πορεία και μετά από αρκετή δουλειά κατάφερε να αντιστρέψει το κλίμα. Και κάπως έτσι βρήκε και το δρόμο του προς στις κονσόλες.
Χωρίς ιδιαίτερη εξήγηση και με μια έξυπνη εισαγωγή, το Darkwood αφήνει τους παίκτες να ανακαλύψουν μόνοι τους την ιστορία, χωρίς να τους κρατάει από το χέρι. Ο πρωταγωνιστής βρίσκεται σε ένα δάσος (και το κοντινό χωριό), όπου εξαιτίας ενός απροσδιόριστου λόγου τα δέντρα μεγαλώνουν ανεξέλεγκτα και έχουν αποκόψει την περιοχή από τον έξω κόσμο. Τρόπος διαφυγής υπάρχει, αλλά, όπως είναι αναμενόμενο, για να καταστεί εφικτός πρέπει να ακολουθηθεί μια σειρά από γεγονότα. Έχουμε να κάνουμε με ένα top-down survival horror, όπου το στοιχείο της επιβίωσης (ευτυχώς) δεν βασίζεται στην πρόσληψη τροφής και νερού, αλλά στην πραγματική επιβίωση από τους κινδύνους που παραμονεύουν. Υπάρχει κύκλος νύχτας-ημέρας, όπου την ημέρα γίνεται η εξερεύνηση και η αναζήτηση στοιχείων για την πρόοδο της ιστορίας, ενώ κατά τη διάρκεια της νύχτας μοναδική ελπίδα προσφέρει το σπίτι στο δάσος, του οποίου τα παράθυρα/πόρτες μπορούν να αμπαρωθούν και να ενισχυθούν, ενώ μια πηγή φωτός βοηθάει ακόμα περισσότερο, αρκεί βέβαια να υπάρχει καύσιμο για να λειτουργεί η γεννήτρια. Την ημέρα λοιπόν η ρουτίνα που ακολουθείται εμπεριέχει κυρίως αναζήτηση πρώτων υλών για τη δημιουργία οπλισμού και εργαλείων που θα βοηθήσουν είτε την πλοήγηση στο χώρο (π.χ. πυρσοί, φακοί κ.λπ.), είτε τη φροντίδα και ενίσχυση του καταφυγίου (σανίδες, καρφιά, καύσιμο, κομμάτια σίδερο κ.λπ.). Για να μη μένει στάσιμη η κατάσταση, ο πρωταγωνιστής πρέπει να βρει NPCs και να καταλάβει τι ακριβώς απαιτείται από αυτόν, ούτως ώστε να προχωρήσει η ιστορία και να μεταφερθεί σε καινούριες περιοχές, αλλά και να ξεκλειδωθούν καινούριες ικανότητες και εργαλεία. Εκεί ακριβώς βρίσκεται και το μεγαλύτερο πρόβλημα του Darkwood, αφού πολλές φορές δεν είναι ακριβώς ξεκάθαρο τι ακριβώς απαιτείται από τους παίκτες, με τις οδηγίες να είναι ασαφείς και μια αίσθηση άσκοπης περιπλάνησης δεν αργεί να «κάτσει» στην ατμόσφαιρα. Ναι, ο τίτλος δεν σας κρατάει από το χέρι, αλλά ορισμένες φορές το πάει σε βαθμό που πρακτικά λειτουργεί ενάντια στο ίδιο το gameplay. Οι εχθροί που απαντώνται την ημέρα είναι συνήθως άγρια σκυλιά και οι χωρικοί που ανήκουν σε μια «αίρεση» που δεν βλέπει και με ιδιαίτερα καλό μάτι τους ξένους.
Το βράδυ βέβαια τα πράγματα αλλάζουν άρδην. Οι εχθροί γίνονται σαφώς πιο επιθετικοί και οι χωρικοί δεν διστάζουν να εισβάλλουν στο καταφύγιο. Αλλά αυτό είναι μόνο ένα κομμάτι του τρόμου και της ατμόσφαιρας, αφού πέραν των «φυσικών» κινδύνων, το βράδυ εμφανίζονται περίεργες υπάρξεις απροσδιορίστου μορφής (φαντάσματα), ενώ κατά τη διάρκεια της παραμονής στο καταφύγιο ακούγονται διάφοροι θόρυβοι, πόρτες ανοίγουν από μόνες τους και γενικότερα όλα συμβάλλουν προκειμένου τα νεύρα να φτάνουν σε οριακό σημείο. Σε αυτό βοηθάει και ο εξαιρετικός ηχητικός τομέας, αφού τα πάντα είναι πολύ προσεγμένα και οι ήχοι, αν και δεν μπορούν ακριβώς να προσδιοριστούν, δεν υπάρχει καμία απολύτως αμφιβολία ότι προμηνύουν κάτι πραγματικά κακό.
Τώρα, όταν έρχεται η ώρα της αναμέτρησης, ο χαρακτήρας πρέπει να χρησιμοποιήσει κάποιο από τα όπλα που έχει βρει ή έχει δημιουργήσει. Σε αυτό το σημείο υπάρχει ακόμα ένα στραβοπάτημα του Darkwood, αφού κάθε χτύπημα γίνεται με το κράτημα ενός πλήκτρου και το πάτημα ενός δεύτερου, σε συνδυασμό με στόχευση. Προσθέτοντας στα παραπάνω και το σύστημα stamina, οι αναμετρήσεις πολύ γρήγορα γίνονται ένα είδος «κυνηγητού» γύρω-γύρω από ένα σημείο, μέχρι να γεμίσει η μπάρα και να μπορέσει να επιτευχθεί ένα νέο χτύπημα. Είναι στην καλύτερη περίπτωση άβολο, αν όχι κωμικό. Από την άλλη, το σύστημα crafting ευτυχώς είναι εξαιρετικά δομημένο, με την κάθε κατασκευή να έχει σε εμφανές σημείο τα επιμέρους υλικά που χρειάζονται και την όλη διαδικασία να γίνεται εύκολα, γρήγορα και απρόσκοπτα. Πρέπει να σημειωθεί βέβαια ότι ο τίτλος είναι φανερά φτιαγμένος με το mouse και το keyboard κατά νου, κάτι που σημαίνει ότι για το gamepad θα χρειαστεί λίγο περισσότερος κόπος, αλλά ευτυχώς το σύστημα είναι τόσο σωστά στημένο που σε ένα βαθμό συγχωρείται.
Σε γενικές γραμμές το Darkwood είναι μια ευχάριστη έκπληξη, ένας τίτλος από αυτούς που σπάνια εμφανίζονται και μας αφήνουν με μια αίσθηση μοναδική. Φαίνεται πως η ομάδα ανάπτυξης έκανε κάτι που αγαπάει, και αυτό αποτυπώνεται σε κάθε λεπτομέρεια του ιδιαίτερου κόσμου του (γιατί δεν τον λες και όμορφο, εκ των πραγμάτων). Από τα παιχνίδια του φωτός και των σκιών που προκύπτουν από τον κώνο θέασης του πρωταγωνιστή (μια ακόμα όμορφη λεπτομέρεια), μέχρι τους απόκοσμους ήχους και την ατμόσφαιρα, τα πάντα στον κόσμο του Darkwood (που είναι randomly generated σε κάθε playthrough) είναι φτιαγμένα με προσοχή στη λεπτομέρεια. Ατοπήματα υπάρχουν, αλλά αυτά συγχωρούνται όταν αναλογιστούμε τη γενικότερη εικόνα και τη συνολική εμπειρία που προσφέρεται.
Λοιπόν έχει ένα μεγάλο πλεονέκτημα να παίζεις survival horror στο Switch. Μπορείς να παίξεις καθισμένος στην τουαλέτα. Problem solved.