Βέβαια, εν έτει 2019, είναι λίγοι εκείνοι οι οποίοι δεν έχουν παίξει τον εν λόγω τίτλο και αυτό είναι ίσως το μόνο πρόβλημα των κυκλοφοριών που στηρίζονται κατά βάση στο παρελθόν. Παρ’ όλα αυτά, η ιδέα του να εισχωρήσει κανείς σε έναν ήδη γνωστό κόσμο με διαφορετικό τρόπο, πάντα καθιστά τέτοιου είδους project δελεαστικά, ακόμα και για κάποιον που έχει τερματίσει το εν λόγω παιχνίδι περισσότερες φορές. Το πρώτο πράγμα βέβαια που προσέχει κάποιος στο Borderlands 2 VR δεν είναι ενθαρρυντικό, γιατί ο οπτικός τομέας κρίνεται απλά ως μέτριος. Παρ’ ότι περιμέναμε ότι λόγω του art style του παιχνιδιού δεν θα ενοχλούσε τόσο πολύ η ηλικία του τίτλου, το τελικό αποτέλεσμα δεν εντυπωσιάζει, μάλλον γέρνει προς αρνητική αίσθηση. Λίγο η ανάλυση, λίγο η ποιότητα των textures που πέφτει αρκετά σε συγκεκριμένες περιοχές, μας κάνει να αναρωτιόμαστει μήπως έπρεπε να ασχοληθούμε με την κανονική του έκδοση. Τουλάχιστον δεν υπήρξαν τρανταχτά frame drops ή stuttering ακόμα και σε πολύ γρήγορες κινήσεις. (σημείωση: το review του Borderlands 2 VR βασίζεται στην απόδοση του τίτλου στο κανονικό PlayStation 4 και όχι στο PS4 Pro).
Το κατά πόσο θα μπορούσε να γίνει καλύτερη αξιοποίηση του hardware ώστε να υπάρξει καλύτερη απεικόνιση δε το ξέρουμε, αλλά κοιτώντας το βασικό μενού και τον τομέα Comfort Options, μπορούμε να πούμε ότι η Gearbox κατέβαλε αρκετή προσπάθεια γύρω από το θέμα ναυτίας. Το Borderlands 2 VR αποτελεί έναν από τους πιο απαιτητικούς τίτλους σε ό,τι αφορά ζαλάδες και δυσφορία, ένα θέμα που είναι φυσικά υποκειμενικό για τον κάθε παίκτη, αλλά είναι άμεσα συνυφασμένο και με την ίδια τη φύση του τίτλου. Γρήγορες κινήσεις στο χώρο, στόχευση με το VR Headset, αποφυγή επιθέσεων και τα λεγόμενα “VR legs” είναι πιο απαραίτητα από ποτέ. Χρήστες που έχουν να ασχοληθούν καιρό με το PS VR ή που το πήραν πρόσφατα, θα χρειαστεί να ξεκινήσουν με μικρά sessions και να πειραματιστούν με τις πολλές επιλογές που έχει δώσει η Gearbox για να αποφύγουν την όποια ενδεχόμενη δυσφορία. Φανταστείτε ότι πέρα από τα comfort options, οι delevopers προσέθεσαν στον τίτλο και το “BAMF Time” (Bad Ass Mega Fun Time) το οποίο λειτουργεί in-game ως ένα είδος super power για όλους τους ήρωες. Μ’ ένα πάτημα παγώνουν και κοκκινίζουν τα πάντα γύρω του, δίνοντας στον παίκτη χρόνο να σκοτώσει τους αντιπάλους του, σε στιγμές όπου μπροστά του γίνεται χαμός από αντιπάλους και τέρατα. Δεν πρόκειται για gimmick ώστε να κάνει το Borderlands 2 VR προσβάσιμο σε αρχάριους, αλλά βοηθάει όντως στο να ανταποκριθεί με επιτυχία ο χρήστης στις δύσκολες στιγμές, οι οποίες μπορεί να προκληθούν από την ιδιαιτερότητα του VR γενικότερα.
Οι ρυθμίσεις κάνουν πάντως δουλειά και αυτό φαίνεται στην πορεία του παιχνιδιού, αφού όσο περνούν οι μέρες, ο χρήστης θα μειώνει την ένταση των βοηθητικών ρυθμίσεων στο βαθμό που δεν θα τα χρειάζεται πλέον και θα ασχολείται με τον τίτλο για μεγαλύτερο συνεχόμενο χρονικό διάστημα. Πάντως, το Borderlands 2 VR θέλει σε αυτόν τον τομέα το χρόνο του και υπομονή. Κάτι που επίσης μας ενόχλησε ελαφρώς σε ότι αφορά το οπτικό κομμάτι, είναι ότι το μενού, το inventory και το HUD γενικότερα είναι κλειδωμένα στη θέση του κεφαλιού του παίκτη, με αποτέλεσμα συγκεκριμένα στοιχεία όπως το minimap (που είναι αρκετά μικρό) να δυσκολεύουν πάρα πολύ, ειδικά όταν υπάρχει και το tunnel vision. Κάποια στοιχεία είναι τόσο μικρό ή περίεργα τοποθετημένα, που πρέπει να γίνονται ειδικές κινήσεις με τα μάτια για να δει καλά ο παίκτης. Σε ότι αφορά το χειρισμό, η Gearbox προσφέρει την επιλογή ανάμεσα στο σταθερό DualShock 4 και τα συμπαθητικά Move Controllers, με το PS Aim να λάμπει διά της απουσίας του. Αυτό το στοιχείο, πρέπει να ενοχλεί περισσότερο και από την απουσία των DLC ή του online co-op, μιας και το PS Aim θα αποτελούσε την καλύτερη επιλογή για έναν τίτλο σαν το Borderlands 2 VR.
Αντίθετα, η επιλογή των Move Controllers αφήνει μόνο ένα μεγάλο ερωτηματικό, μιας και χωρίς τους μοχλούς, και σε σύγκριση με το DualShock 4, ο εν λόγω χειρισμός είναι απλά περίεργος. Ακόμα και όσοι αγαπούν το teleport για κίνηση στο χώρο (βοηθάει σε θέματα ναυτίας), μετά από την πρώτη ώρα θα βάλουν τα Move Controllers στην άκρη για χάρη του πατροπαράδοτου DualShock 4. Αν θεωρούσαν κάποιοι ότι τα PS Move είχαν τα θεματάκια τους στο Skyrim VR, στην περίπτωση του Borderlands 2 VR, που θέλει και γρήγορες κινήσεις με sticks, μιλάμε για το επόμενο επίπεδο «κούρασης». H στόχευση με τα PS Move είναι πολύ καλή, αλλά η ευθεία κίνηση είναι κουραστική. Πατώντας το Χ και το O στο δεξί Move Controller αλλάζουμε πλευρά και με το πάτημα του Move button στο αριστερό Move Controller μεταφέρεται ο παίκτης στο σημείο που δείχνει το δεύτερο controller. Και αν θελήσει κανείς να χρησιμοποιήσει το teleport με τα Move Controllers, πρέπει να θυσιάσει τη δυνατότητα του jump γενικότερα (συγκεκριμένες επιλογές με teleport, walk + teleport, walk + jump). Μια μπερδεμένη κατάσταση η οποία ωθεί στην αγκαλιά του DualShock 4 που δεν έχει τόσο χοντροκομμένους περιορισμούς, με υποστήριξη του teleport και στοχεύοντας με τη κίνηση του κεφαλιού. Απλά, κατανοητά και γρήγορα.
Δεν είναι και τόσο εύκολο να προταθεί σε κάποιον το Borderlands 2 VR αντί του κανονικού Borderlands 2 με μία καλή τηλεόραση, με τους περιορισμούς που έχουμε ακόμη στο VR gaming γενικότερα. Βέβαια και η ίδια η Gearbox δεν βοήθησε σε αυτό το τομέα, αφού έχει σημαντικές ελλείψεις σε περιεχόμενο (DLC, online co-op) και φυσικά κάποιες ακατανόητες επιλογές (η μη υποστήριξη του Aim Controller). Ο τίτλος αφήνει βέβαια την αίσθηση ότι εξαρχής η ιδέα δεν ήταν να «ξεπεράσει» τις κανονικές του εκδόσεις ως πακέτο, αλλά απλώς να μεταφερθεί η αίσθηση του κόσμου του Borderlands σε VR. Και αυτό το «απλώς» είναι που καθιστά τη συγκεκριμένη έκδοση του τίτλου ως απλή πρόταση για να εμπλουτιστεί η βιβλιοθήκη του VR με ένα single player game που διαρκεί 25+ ώρες. Αυτό που δεν αλλάζει όμως, είναι ότι πρόκειται για ένα πολύ καλό και άκρως διασκεδαστικό παιχνίδι και ως πακέτο σίγουρα έλειπε από τη βιβλιοθήκη του PS VR γενικότερα.
Για την καλύτερη εμπειρία σου θα θέλαμε να σε παρακαλέσουμε να το απενεργοποιήσεις κατά την πλοήγησή σου στο site μας ή να προσθέσεις το enternity.gr στις εξαιρέσεις του Ad Blocker.
Με εκτίμηση, Η ομάδα του Enternity