Το The Fate Of Atlantis είναι το δεύτερο story DLC που αποτελείται από τρία διαφορετικά επεισόδια. Μαζί με το Legacy Of The First Blade είναι μέρος μάλλον του πλουσιότερου και αποδοτικότερου -ως επένδυση- season pass που μας έχει τύχει, αν δεν μας απατά η μνήμη μας τουλάχιστον. Το πρώτο επεισόδιο κάνει στάση στα Ηλύσια Πεδία, το δεύτερο μεταφέρεται στον Κάτω Κόσμο και με το τρίτο φτάνουμε στην Ατλαντίδα. Η μοίρα της τελευταίας κρέμεται από τον ήρωα του παιχνιδιού, θεωρητικά τουλάχιστον, αφού η κατάληξη δεν αλλάζει, ό,τι επιλογές και να γίνουν τελικά. Οι επιλογές του παίκτη αλλάζουν περισσότερο λεπτομέρειες και συγκεκριμένες περιστάσεις, ποτέ τη μεγάλη εικόνα. Είναι κάτι συνηθισμένο για το Assassin’s Creed Odyssey βέβαια, οπότε καμία έκπληξη ως προς αυτό. Υπάρχει μεν μια ενιαία ιστορία, ωστόσο τα δυο πρώτα επεισόδια, πρακτικά, δεν οδηγούν πουθενά. Όλες οι σημαντικές εξελίξεις και αποκαλύψεις, όσο σημαντικές μπορεί να είναι αυτές σε story DLC την αγορά του οποίου δεν μπορεί να θεωρεί αυτονόητη η Ubisoft για κάθε κάτοχο του Assassin’s Creed Odyssey, λαμβάνουν χώρα στο τρίτο και τελευταίο επεισόδιο. Αυτό είναι μικρότερο σε διάρκεια από τα πρώτα δύο αλλά του βγαίνει σε καλό τελικά.
Σε καλό βγαίνουν και μερικές διαφορές από το βασικό παιχνίδι που χαρακτηρίζουν ειδικά αυτήν τη σειρά επεισοδίων που δεν τοποθετείται στον ίδιο κόσμο ουσιαστικά. Κλασικό, πια, φωτεινό παράδειγμα, η απουσία των απίθανα ενοχλητικών μισθοφόρων που κανένα πρόβλημα δεν είχαν ποτέ να εμπλακούν. Χαρακτηριστικό γενικότερο, αυτήν τη φορά, είναι οι εχθροί που καθώς επιτίθενται δεν κάνουν απαραίτητα μεγάλη ζημιά στη βασική μπάρα ενέργειας όσο στη δεύτερη μπάρα που χρησιμεύει στην εκτέλεση ειδικών ικανοτήτων και κινήσεων. Το σκεπτικό είναι πως ο παίκτης που έχει μάθει να στηρίζεται σε αυτές τις ειδικές ικανότητες θα βγει από τα νερά του καθώς, με μερικούς κακούς χειρισμούς, δεν είναι σίγουρο ότι θα έχει αρκετά γεμάτη μπάρα για να πιάσουν τόπο ή, σε άλλες περιπτώσεις, απλά θα μπλοκάρεται προσωρινά η εκτέλεσή τους ακόμη κι αν η μπάρα είναι γεμάτη. Με δεδομένο το κλασικό level scaling των αντιπάλων, αυτή ισορροπεί χωρίς να επιβαρύνει παρά μόνο όσους είναι πραγματικά απρόσεκτοι, περισσότερο κι από όσο θα άντεχαν να είναι στη ροή του κανονικού παιχνιδιού. Συνεπώς η γενικότερη δυσκολία παραμένει, σε όλη τη διάρκεια του DLC, σε επίπεδα γνώριμα, παρά τα πειράματα.
Οι δοκιμές στο gameplay γίνονται ξεκάθαρα εκ τους ασφαλούς λοιπόν, ενώ το αντίθετο ισχύει, προβλεψιμα μεν αλλά με σταθερά εντυωπωσιακά αποτελέσματα δε, για το σχεδιασμό των τριών διαφορετικών και καθόλα φανταστικών κόσμων. Τα Ηλύσια Πεδία συνδυάζουν μεγαλοπρέπεια με τα γνώριμα σχήματα, τους οικείους τόνους της ελληνικής «εξοχής», ο Κάτω Κόσμος δεν βλέπεται (από την ομίχλη) ενώ η Ατλαντίδα είναι ένα από τα πιο εντυπωσιακά δημιουργήματα της Ubisoft γενικότερα, βασίζεται όμως πρωτίστως στην ιδέα ότι έχουμε να κάνουμε με βασίλειο των Isu, άρα δεν βαρύνεται από την υποχρέωση να θυμίζει κάτι απόλυτα συγκεκριμένο. Οι επιτυχίες αυτού του τύπου είναι πια ψωμοτύρι για την Ubisoft γενικά και για τη σειρά Assassin’s Creed ειδικά. Είναι, λοιπόν, ακόμη πιο εντυπωσιακό που η εταιρεία δεν έχει χάσει ίχνος από το σκέρτσο της σε αυτά τα θέματα. Ούτε το έχει βρει βέβαια στην αφήγηση. Ακόμη και τώρα φαίνεται ότι κάτι πάει να γίνει με την Layla Hassan στον πραγματικό κόσμο. Κι ενώ η αλυσίδα των γεγονότων αποκτά περισσότερους κρίκους, αλλά όσο και να την ακολουθήσουμε άκρη δεν βγαίνει, πραγματική εξέλιξη δεν υπάρχει, μόνο υπονοούμενα που φαίνεται ότι πάνω από όλα υπάρχουν για να υπάρχουν. Εν τω μεταξύ, στις δυο από τρεις νέες τοποθεσίες πραγματικά δεν προκύπτει καμιά ουσιαστική εξέλιξη. Είναι χαρακτηριστικό πως οι εμπειρίες του ήρωα σε αυτές είναι που τραβά τελικά το βλέμμα του Ποσειδώνα ώστε να του αναθέσει τη μοναδική ευθύνη που καταλήγει να οδηγεί οπουδήποτε στην ιστορία αυτήν. Και δεν είναι ότι δεν υπάρχει πρόσφορο έδαφος. Στα Ηλύσια Πεδία η Περσεφόνη έχει τη λάθος ιδέα για τις προτεραιότητες των υπηκόων της, στον Κάτω Κόσμο ο Άδης, εκτός από καλό voice over, έχει να διαχειριστεί ένας χάος, ενώ στην Ατλαντίδα οι παραλληλισμοί με ταξικό και φυλετικό πόλεμο, πάντα σε κοινωνικό επίπεδο, δεν είναι ακριβώς διακριτικοί.
Όπως και το βασικό παιχνίδι, όλα τελικά είναι περιτύλιγμα για έναν απίθανα σχεδιασμένο κόσμο αλλά και σταθερά ευχάριστες, αν και ενίοτε παράλογες, λούπες μηχανισμών που εξακολουθούν να μην κουράζουν. Ευτυχώς αφού το ποιόν, η γραφή, το ενδιαφέρον των quests παραμένουν ίδια κι απαράλλαχτα.
Συνεπώς το The Fate Of Atlantis είναι μια γεμάτη, χορταστική προσπάθεια όσο μένουμε στον πυρήνα του gameplay, παρότι αυτός δεν αλλάζει ουσιωδώς σε σχέση με όσα ξέρουμε από τη βασική περιπέτεια. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι οι νέες τροποποιήσεις ικανοτήτων, με το κάθε επεισόδιο να φέρνει και νέες, οι οποίες, στην πλειοψηφία τους, προσθέτουν λίγη ποικιλία ακόμη σε ένα skill tree που ήδη μπορεί να καλύψει σχεδόν κάθε σενάριο. Οι νέες τοποθεσίες σίγουρα κερδίζουν, εύκολα κιόλας, τις εντυπώσεις, ο ρυθμός παραμένει σταθερά ευχάριστος και, ταυτόχρονα, κάθε υποψία για προσπάθεια σαν αυτή του DLC που είδαμε σε περιπτώσεις όπως του The Witcher 3 παραμένει, όπως και την περασμένη φορά, υποψία. Και κάπως έτσι η κατάληξη είναι η γνωστή. Το Season Pass είναι ό,τι πρέπει για τους φίλους τους Assassin’s Creed Odyssey. Αλλά δεν προσπαθεί, ούτε και περιμένει, να συνάψει νέες… φιλίες.
Για την καλύτερη εμπειρία σου θα θέλαμε να σε παρακαλέσουμε να το απενεργοποιήσεις κατά την πλοήγησή σου στο site μας ή να προσθέσεις το enternity.gr στις εξαιρέσεις του Ad Blocker.
Με εκτίμηση, Η ομάδα του Enternity