Αισθητήρας: Pro-Aim Laser Sensor R3
DPI: 200-8200
Προγραμματιζόμενα πλήκτρα: 16
Polling rate: 1000MHz/1ms
Μέγιστη ταχύτητα tracking: 150ips
Καλώδιο: Braided, 1.8m
Διαστάσεις: 78 x 40 x 134 mm
Βάρος: 127g
Τιμή: €104.99
Από την πρώτη ματιά είναι ξεκάθαρο ότι η διατήρηση του μεγέθους σε συμμαζεμένα επίπεδα δεν αποτέλεσε παράγοντα κατά το σχεδιασμό, καθιστώντας το Tyon μια από τις μεγαλύτερες συσκευές της κατηγορίας του, αν και αυτό σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει πως η άνεση και η εργονομία πάνε… περίπατο. Η αισθητική επίσης δεν αποτελεί ένα από τα δυνατά χαρτιά του, αφού η εντύπωση που μένει με την πρώτη ματιά δεν είναι και από τις καλύτερες. Όλα αυτά βέβαια έρχονται σε δεύτερη μοίρα, αφού όταν κανείς μιλάει για περιφερειακά gaming, η εργονομία και οι επιδόσεις έρχονται στο επίκεντρο.
Η πρώτη επαφή με τα μάτια, λοιπόν, μπορεί να μην είναι κολακευτική, με το χέρι όμως τα πράγματα αλλάζουν. Σε γενικές γραμμές, από άποψης υλικών, το Tyon πείθει για την ποιότητα κατασκευής του, αποπνέοντας στιβαρή αίσθηση. Η κυρτή επιφάνεια στην κορυφή βοηθάει ούτως ώστε η παλάμη να «αγκαλιάζει» σε palm grip, ενώ ακόμα και σε claw grip σπάνια χάνεται η ισορροπία. Τα δύο κεντρικά πλήκτρα οδηγούν σε βαρύ και σίγουρο «κλικ», ενώ ο αντίχειρας διατηρείται στη θέση του περισσότερο λόγω εσοχής και σχεδιασμού, παρά λόγω της ανάγλυφης επιφάνειας. Σε αυτό το σημείο θα πρέπει να σημειωθεί ότι η συσκευή απευθύνεται αποκλειστικά σε δεξιόχειρες, ενώ όσον αφορά το αριστερό μέρος, δυστυχώς χρειάζεται προσπάθεια από μεριάς χρήστη ώστε ο παράμεσος και ο μικρός να μην ακουμπάνε στην επιφάνεια όπου «πατάει» το mouse. Το Tyon διαθέτει 16 πλήκτρα (πρακτικά 14), τα οποία μπορούν να προσφέρουν μέχρι 31 διαφορετικές λειτουργίες - αριθμός υπερβολικός για συσκευές που δεν απευθύνονται αποκλειστικά σε ΜΜΟ. Πέραν των δύο κεντρικών πλήκτρων και του scroll wheel, υπάρχουν δύο στην άκρη του αριστερού και δύο στην άκρη του δεξιού πλήκτρου. Ακόμα δυο βρίσκονται πάνω από τον αντίχειρα και ακριβώς κάτω από την εσοχή βρίσκεται το Easy-Shift[+], το οποίο επιτρέπει την άμεση πρόσβαση σε ένα δεύτερο σετ εντολών. Τα δύο πτερύγια κλείνουν το «καστ», με το ένα να κινείται σε δύο θέσεις και να κάθεται κάτω από το scroll wheel ανάμεσα σε δείκτη και μέσο, και το άλλο να κινείται κατά μήκος του κάθετου άξονα και να βρίσκεται στην αριστερή πλευρά, πάνω πάνω από τον αντίχειρα. Τα πτερύγια είναι υπεύθυνα για εντολές όπως η ρύθμιση της έντασης μουσικής στο desktop, το tilt/pitch ενός αεροσκάφους ή το zoom του όπλου σε ένα FPS, με την τοποθέτησή τους ωστόσο να απαιτεί ένα βαθμό εξοικείωσης από πλευράς χρήστη.
Το ίδιο μπορεί να ειπωθεί για την πλειοψηφία των πλήκτρων βέβαια, αφού, πέραν των βασικών, είναι σχεδόν βέβαιο ότι χρειάζεται χρόνος προκειμένου το χέρι και τα δάχτυλα να μπορέσουν να προσαρμοστούν στη θέση τους. Η προσπάθεια βέβαια δεν είναι μόνο «μηχανική», αφού το πλήθος τους και αντίστοιχα η ποικιλία σε προγραμματισμό εντολών, σημαίνει αυτόματα πως απαιτείται και η απομνημόνευση αυτών. Σε αυτό -μεταξύ άλλων- έρχεται να βοηθήσει το συνοδευτικό software της Roccat. Αν και δεν αποτελεί το πλέον εύκολο στη χρήση και χρειάζεται με τη σειρά του αντίστοιχη εκπαίδευση, προσφέρει πλήρη παραμετροποίηση, από την αντιστοίχηση των εντολών και την επιλογή των dpi, μέχρι το φωτισμό, ο οποίος είναι διαφορετικός για το scroll wheel και την βάση, με τη δυνατότητα αποθήκευσης 5 διαφορετικών προφίλ για άμεση πρόσβαση σε αυτά.Στο εσωτερικό του Tyon βρίσκεται ένας επεξεργαστής 32-bit ARM και 576kb onboard μνήμης, για την αποθήκευση των διαφορετικών σετ παραμετροποίησης και των προφίλ.
Τα 8200dpi με τον αισθητήρα R3 laser, το polling rate των 1000Hz και η αναφορά θέσης του 1ms εγγυώνται την απόλυτη ακρίβεια κινήσεων, με το Tyon να δοκιμάζεται τόσο σε καθημερινή χρήση, όσο και σε ορισμένους από του πλέον απαιτητικούς τίτλους, όπως τα Battlefield Hardline, Titanfall, League of Legends, Dota 2 και StarCraft II: Heart of the Swarm. Σύμφωνα με την Roccat, το Tyon είναι ιδανικό για MMOs και FPS, με τους ισχυρισμούς της εταιρείας να δικαιώνονται στην πράξη, ωστόσο ακόμα και πέραν των προαναφερθέντων ειδών, δεν υπήρξε κάποια περίπτωση όπου η συσκευή να απογοήτευσε σε οποιονδήποτε τομέα. Οι όποιες ενστάσεις αφορούν μάλλον το γεγονός ότι το μέγεθος και ο αριθμός των πλήκτρων το καθιστούν «overkill» σε τίτλους όπου οι επιδόσεις παίζουν δευτερεύοντα ρόλο (π.χ. adventure games). Αν όλα τα παραπάνω δεν ήταν αρκετά, θα πρέπει να σημειωθεί ότι η λειτουργία Easy-Shift[+], μπορεί να συνεργαστεί με ένα αντίστοιχο πληκτρολόγιο της Roccat, το οποίο προσφέρει την ίδια δυνατότητα. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι το πάτημα ενός πλήκτρου στο ποντίκι μπορεί να αλλάξει το σετ εντολών στο πληκτρολόγιο – και το αντίστροφο.
Σε γενικές γραμμές, το Roccat Tyon είναι μια πρόταση που απευθύνεται σε συγκεκριμένο κοινό, με συγκεκριμένες απαιτήσεις. Για τους κατόχους ενός πληκτρολογίου Roccat, η απόκτησή του δεν χρειάζεται ιδιαίτερη σκέψη, αφού το Tyon συμπληρώνει με τον καλύτερο τρόπο ένα υπερ-πλήρες gaming set-up. Ακόμα και χωρίς το πληκτρολόγιο όμως, παραμένει μια από τις πλέον αξιόλογες προτάσεις. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι πρόκειται περί μιας εξαιρετικά ευέλικτης συσκευής, με πολύ καλή ποιότητα κατασκευής και κορυφαίες επιδόσεις, ωστόσο δεν μπορεί παρά να αναρωτηθεί κανείς κατά πόσο χρειάζεται αυτή την πληθώρα επιλογών – οι οποίες έρχονται και με την αντίστοιχη τιμή.
Πανέμορφο ποντίκι αλλά με 100 ευρώ κάνεις αναβάθμισή σε κάτι άλλο καλύτερα!
100 ευρώ είναι πάρα πολλά. Βέβαια οταν βλέπεις ένα απλό χειριστήριο κονσόλας να κάνει 50 ευρώ...
Προφανώς ένα ΕΡΓΑΛΕΙΟ με τόσα κουμπιά και τόσες παραμετροποιήσεις, συν την απίστευτη ακρίβεια που προσφέρει.. λογικό να κοστίζει τόσο.
Απλά είναι η εποχή που ..τα λυπάσαι τα 100.