Η συσκευασία είναι η αναμενόμενη ενός laptop και περιλαμβάνει το ίδιο το notebook και το τροφοδοτικό του, το οποίο τοποθετείται σε ειδική υποδοχή στη πίσω πλευρά του υπολογιστή. Ο υπολογιστής έχει τυπικές διαστάσεις αλλά το βάρος του είναι σχετικά αυξημένο στα 2,5Kg περίπου. Είναι κατασκευασμένος από πλαστικά καλής ποιότητας ενώ οπτικά ξεχωρίζει χάρη στη χρήση δύο τόνων γκρί, ενός ανοιχτού για το μεγαλύτερο μέρος του υπολογιστή και ενός σκούρου για το κομμάτι που προεξέχει πίσω από τη βάση της οθόνης. Ανασηκώνοντας την οθόνη, αποκτάμε τη πρώτη επαφή μαζί της. Τα bezel δε μπορούν να χαρακτηριστούν μικρά ενώ και η ίδια η οθόνη είναι κάπως παχιά, χωρίς αυτό να ενοχλεί. Αυτό που σίγουρα δημιουργεί θετική εντύπωση είναι η στιβαρότητα του μονοκόμματου hinge που στηρίζει την οθόνη στο κάτω μέρος του laptop.
Τη κρατάει καλά στη θέση της, επιτρέποντας ταυτόχρονα το άνοιγμά της με το ένα χέρι. Μπορεί λοιπόν το notebook να είναι κατασκευασμένο εξ ολοκλήρου από πλαστικό, η ποιότητα κατασκευής και συναρμογής όμως είναι πολύ καλή. Η ίδια η οθόνη λειτουργεί σε ανάλυση 1080p και υποστηρίζει HRR στα 120Hz, κάτι που σίγουρα είναι χρήσιμο ακόμα και στη καθημερινή χρήση σε περιβάλλον Windows. Η Dell αναφέρει την οθόνη σαν WVA (wide viewing angle) χωρίς να γράφει κάπου ειδικά τη τεχνολογία του panel (αν δλδ είναι IPS ή VA). Στη πράξη, η οθόνη έχει καλές γωνίες θέασης ωστόσο η μέγιστη φωτεινότητα είναι μάλλον μικρή στα 250nits κάτι που στη πράξη σημαίνει ότι είναι σχεδόν αδύνατο να δει κανείς σε περιβάλλον με άπλετο φυσικό φως. Τουλάχιστον δε παρατηρήσαμε backlight bleeding ενώ και από πλευράς αντανάκλασης εξωτερικών πηγών φωτός, η οθόνη παίρνει καλή βαθμολογία.
Από πλευράς θυρών, τις συναντάμε και στις τρεις πλευρές του υπολογιστή. Στη δεξιά έχουμε δυο USB 2.0, πίσω μια USB 3.2 Gen 1 και αριστερά μια έξοδο ακουστικών/είσοδο μικροφώνου και τη θύρα LAN. Η αλήθεια είναι ότι για το μέγεθος του συστήματος αλλά και το γεγονός ότι είναι ένα ολοκαίνουριο μηχάνημα, οι θύρες είναι και λίγες και παρωχημένες. Μόλις μια USB 3.0 και καθόλου Type-C είναι αν μη τι άλλο κάτι που δε κάνει καλή εντύπωση. Όσον αφορά στο πίσω μέρος του notebook, έχουμε γρίλιες εξαερισμού οι οποίες σε συνεργασία με αυτές που βρίσκονται στο κάτω μέρος αλλά και με το ενσωματωμένο σύστημα ψύξης, κάνουν πραγματικά καλή δουλειά. Αλλά θα μιλήσουμε παρακάτω για το τομέα της απόδοσης και ψύξης.
Το πληκτρολόγιό του είναι τύπου chicklet full size (με αριθμητικό) και διαθέτει έξι σειρές πλήκτρων. Τα περισσότερα πλήκτρα έχουν τυπικό μέγεθος, με τα function keys και τα «βελάκια» να είναι μικρότερα από τα άλλα. Συνολικά, η αίσθηση που αφήνουν είναι καλή ενώ τα πλήκτρα είναι φωτιζόμενα με δυο επίπεδα έντασης φωτισμού, αλλά παρατηρήσαμε πως το keyboard δεν είναι μονίμως φωτισμένο, αλλά μόνο όσο το χρησιμοποιεί κάποιος. Αν το αφήσουνε για λίγο στην ησυχία του, ο φωτισμός σβήνει. Το χρώμα είναι κόκκινο και δεν υπάρχει δυνατότητα άλλης παραμετροποίησης. Όσον αφορά στο touchpad, αυτό είναι αρκετά μεγάλο σε εμβαδό και σε γενικές γραμμές λειτουργεί καλά. Σε επίπεδο hardware τώρα, το G15 1550 της δοκιμής προσπαθεί να ισορροπήσει μεταξύ καλών επιδόσεων και χαμηλής τιμής. Επεξεργαστής είναι ένας Core i5 10200H με 4 πυρήνες και 8 thread o οποίος έχει μέγιστη συχνότητα τα 4,1Ghz (συχνότητα στην οποία βέβαια λειτουργεί ο ένας πυρήνας).
Μπορεί οι πυρήνες να φαντάζουν πλέον λίγοι, όμως οι επιδόσεις που προσφέρει επαρκούν για ένα μέσο χρήστη. Πάντως, στο Cinebench 20 που δοκιμάσαμε, το αποτέλεσμα των [περίπου 1700 μονάδων είναι μάλλον χαμηλό. Το CPU έρχεται και με ενσωματωμένο υποσύστημα γραφικών Intel, το οποίο αξιοποιείται από τον υπολογιστή όταν ο χρήστης δε παίζει παιχνίδια. Με αυτό τον τρόπο το σύστημα μπορεί να αυξήσει σημαντικά την αυτονομία του Από εκεί και πέρα, βρίσκουμε ένα αρκετά γρήγορο NVMe δίσκο της Samsung χωρητικότητας 2TB (περίπου 2,7GB/sec ανάγνωση και 1,2GB/sev εγγραφή) ενώ τα 32GB μνήμης DDR4 (σε 2 DIMM των 3200MHz) του συστήματος δοκιμής είναι αν μη τι άλλο, υπεραρκετά.
Όσον αφορά τώρα στο τομέα των γραφικών, η Nvidia GTX1650 με 4GB μνήμης που διαθέτει ο υπολογιστής είναι μια σχετικά ικανοποιητική λύση. Ναι, είναι αρκετά παλιά και δεν υποστηρίζει χαρακτηριστικά των νεώτερων RTX, όμως προσφέρει ικανοποιητικές επιδόσεις ώστε να παίζει κανείς στη native ανάλυση με 60fps αρκετά –κυρίως παλαιότερα- παιχνίδια. Δοκιμάσαμε συνολικά 4 παιχνίδια τα αποτελέσματα των οποίων μπορεί να δείτε παρακάτω.
Strange Brigade (DX12) - Ultra: 66 fps
Rise of the Tomb Raider (DX12, FXAA) – High: 61,2 fps
Shadow of the Tomb Raider (DX12, TAA, 16xAF) – Very High:48 fps
Far Cry 5 - Ultra: 58 fps
Το συμπέρασμα είναι ότι κανείς μπορεί να παίξει σε 1080p με frame rate κοντά στα 60fps ακόμα και σε απαιτητικότερα παιχνίδια όπως το Rise of the Tomb Raider. Βέβαια, δεν υποστηρίζονται σύγχρονες λειτουργίες όπως DLSS και Ray Tracing ενώ και η οθόνη δε προσφέρει δυνατότητα ενεργοποίησης του Gsync ώστε κάποιος να εκμεταλλευτεί καλύτερα τα 120Hz της οθόνης. Ακόμα και έτσι πάντως, το σύστημα θα μπορέσει να παίξει άνετα ακόμα και σύγχρονα παιχνίδια σε ρυθμίσεις Medium, έχοντας όμως ένας βασικό πλεονέκτημα.
Το γεγονός ότι το σύστημα ψύξης δεν είναι ιδιαίτερα θορυβώδες. Προφανώς και ακούγεται αν για παράδειγμα κάποιος έχει τον ήχο του υπολογιστή κλειστό, ωστόσο τόσο η ένταση όσο και η συχνότητα του παραγόμενου ήχου δεν ενοχλούν. Επιπλέον, με το που θα ενεργοποιήσει κανείς τον ήχο, με τα ηχεία να παίζουν καλά και καθαρά χωρίς να είναι ιδιαίτερα δυνατά (και το software της Dell να έχει αρκετά ρυθμιστικά ήχου), ξεχνάς ότι υπάρχουν ανεμιστήρες που λειτουργούν.
Όσον αφορά σε θερμοκρασίες, ο επεξεργαστής συνήθως φτάνει μέχρι του 92 βαθμούς κελσίου διατηρώντας μια συχνότητα γύρω στα 3,5GHz, ενώ η GTX1650 παίζει σε ακόμα χαμηλότερες θερμοκρασίες. Ακόμα και στη λειτουργία υψηλής απόδοσης, που ενεργοποιείται πατώντας το πλήκτρο G που βρίσκεται μεταξύ των F keys, ο παραγόμενος θόρυβος είναι σε λογικά πλαίσια. Και ας λειτουργεί πλέον η CPU (με 100% σε όλους τους πυρήνες) σε συχνότητες κοντά στα 4GHz και θερμοκρασία της τάξης των 100 βαθμών κελσίου. Αυτό το αυτόματο overclocking δίνει περίπου 7-8% αύξηση στις επιδόσεις της CPU με το Cinebench 20 να φτάνει του 1850 πόντους από 1720.
Με κόστος που βρίσκεται γύρω στα €1000 (για την έκδοση 8GB/512GB), το σύστημα αποτελεί μια αξιοπρεπή πρόταση που προσφέρει ισορροπία στις επιδόσεις. Παίζει παιχνίδια σε 1080p ανάλυση ακόμα και με 60fps, τρέχει άνετα τα Windows 10 και τις εφαρμογές του, είναι σχετικά αθόρυβο με ικανοποιητική αυτονομία. Είναι όμως λίγο βαρύ ενώ και η οθόνη του δεν έχει επαρκή φωτεινότητα, όμως αυτό που μας ενόχλησε περισσότερο είναι οι λίγες θύρες και κυρίως το γεγονός πως έχει μόλις μια USB νέας γενιάς. Ωστόσο, υποστηρίζεται εξαιρετικά από τη Dell στο τομέα του after sales. Συγκεκριμένα, η εγγύηση του G15 5510 ισχύει για 2 χρόνια με τον πρώτο χρόνο να είναι Dell Premium Support και τον δεύτερο collect & return. Μέσω του Dell Premium Support προσφέρεται βοήθεια από ειδικούς 24x7, για θέματα Hardware, Software, backup και δικτύωσης. Η απομακρυσμένη διάγνωση και η επί τόπου εξυπηρέτηση γίνεται μόλις σε 1-2 εργάσιμες ημέρες, ενώ παρέχεται προληπτική υποστήριξη με αυτόματες ειδοποιήσεις. Επιπλέον, ειδικά για τους κατόχους της Dell Premium Support, η τηλεφωνική εξυπηρέτηση καθίσταται ταχύτερη, με 86% λιγότερη αναμονή. Τέλος, ο δεύετρος χρόνος της εγγύησης αφορά σε εξυπηρέτηση που περιλαμβάνει την επισκευή ή την αντικατάσταση εξαρτημάτων στην κύρια μονάδα του συστήματος.
Για την καλύτερη εμπειρία σου θα θέλαμε να σε παρακαλέσουμε να το απενεργοποιήσεις κατά την πλοήγησή σου στο site μας ή να προσθέσεις το enternity.gr στις εξαιρέσεις του Ad Blocker.
Με εκτίμηση, Η ομάδα του Enternity