Crackdown 3 λοιπόν και η ιστορία πάει λίγο πολύ όπως θα περίμενε κανείς, με έναν τρόπο που ως εκ θαύματος καταφέρνει να «αναστήσει» τον πρωταγωνιστή, φυσικά χωρίς τις προηγούμενες ικανότητές του. Στο ρόλο του κακού η Elizabeth Niemand ενώ η νέα «παιδική χαρά» είναι το New Providence, νησί με μια τεράστια πόλη, όπου οι πράκτορες πρέπει να κυνηγήσουν και να σκοτώσουν τους υπαρχηγούς της Niemand, μέχρι να μπορέσουν να βρουν τρόπο να την αντιμετωπίσουν. Πραγματικά, δεν χρειάζεται να γνωρίζετε τίποτα παραπάνω για την ιστορία, αφού, όπως συνηθίζεται, αυτή δεν είναι κάτι πέρα από μια δικαιολογία για τους παίκτες να κάνουν πραγματικά ό,τι τους κατέβει στο κεφάλι. Και αυτή η τελευταία πρόταση είναι πέρα για πέρα αληθινή, αφού στο New Providence δεν υπάρχει απολύτως καμία βιασύνη να γίνει το οτιδήποτε, με τον τρόπο και τη σειρά δράσης να είναι αποκλειστικά και μόνο στη διακριτική ευχέρεια των παικτών. Κάθε υπαρχηγός/boss έχει μια συγκεκριμένη θεματική, η οποία και ορίζει τον τύπο των αποστολών που πρέπει να αναληφθούν, αυτές ολοκληρώνονται και με τη σειρά τους στο τέλος δίνουν τη θέση τους σε boss fight. Είναι τόσο απλό. Για την ακρίβεια, είναι περισσότερο απλό απ’ όσο θα έπρεπε, αφού οι τύποι των αποστολών είναι εξαιρετικά περιορισμένοι και ως εκ τούτου οι παίκτες θα βρουν τους εαυτούς τους να περνάνε από τις ίδιες ακριβώς διαδικασίες ξανά και ξανά με μια μικρή αλλαγή στο σκηνικό, ενώ τα boss fights, αν και ορισμένες φορές ενδιαφέροντα, δεν έχουν αυτό που λέμε «ψυχή».
Αυτό που αποδεικνύεται απείρως πιο ενδιαφέρον και διασκεδαστικό, από την άλλη, είναι η πλοήγηση στον κόσμο του Crackdown 3, με τον πρωταγωνιστή/πρωταγωνίστρια να εκτελούν τα γνωστά άλματα και να ελίσσονται με άνεση, ξεπερνώντας κάθε εμπόδιο. Σε αυτό βέβαια βοηθάει και το levelling, το οποίο χωρίζεται σε συγκεκριμένες κατηγορίες και γίνεται μέσα από τη συλλογή orbs. Το agility είναι ο «σταρ» της ιστορίας, επιτρέποντας στο χαρακτήρα να εκτελεί μεγαλύτερα/διπλά άλματα, να έχει boost και στο μεγαλύτερο level να μπορεί εν ολίγοις να πηδάει από τον έναν ουρανοξύστη στον άλλον χωρίς το παραμικρό πρόβλημα. Τα agility orbs είναι τοποθετημένα σε συγκεκριμένα σημεία του χάρτη και πρέπει να συλλεχθούν από τον ίδιο τον παίκτη (δεν συλλέγονται αυτόματα δηλαδή), κάποιες φορές με την έξυπνη χρήση των ικανοτήτων του χαρακτήρα, άλλες φορές χωρίς ιδιαίτερο κόπο. Τα υπόλοιπα skills χωρίζονται σε shooting, melee, driving και explosives, και τα orbs αποκτώνται ανάλογα με τον τρόπο που «πέφτει» ο κάθε εχθρός, συμβάλλοντας στο αντίστοιχο level. Πεθαίνει με εκρηκτικά; Απελευθερώνονται explosive orbs. Melee; Απελευθερώνονται melee orbs και ούτω κάθε εξής. Μια έξυπνη ιδέα της Sumo Digital ήταν το πως το σύστημα των orbs ωθεί τους παίκτες να βρίσκονται συνέχεια εν κινήσει και στην επίθεση. Όπως είναι λογικό, δεχόμενη βολές, η ασπίδα του πρωταγωνιστή σιγά σιγά χάνει την ισχύ της και ο χρόνος που απαιτείται για το recharging κάθε άλλο παρά μικρός είναι. Όταν σκοτώνουμε εχθρούς όμως τα orbs που απελευθερώνονται αναπληρώνουν την ασπίδα. Έτσι σχηματίζεται ένα μοτίβο, το οποίο γίνεται σαφές με πολύ έξυπνο τρόπο και ακολουθείται σχεδόν διαισθητικά.
Πέραν της ιστορίας και των αποστολών αυτής, υπάρχει και μια σειρά από challenges που μπορούν να ολοκληρωθούν, με ανταμοιβή (τι άλλο;) orbs, και μικρά side-missions που βασίζονται κυρίως στην προσεκτική χρήση των μηχανισμών κίνησης και των ικανοτήτων πλοήγησης στον χώρο. Η αλήθεια είναι πάντως πως μετά το τέλος της ιστορίας το κίνητρο που δίνεται τόσο για τα challenges, όσο και για κάποιο δεύτερο playthrough είναι πολύ μικρό. Δεν είναι ότι ο κόσμος του Crackdown 3 είναι άσχημος – κάθε άλλο. Είναι απλά το γεγονός ότι ο τίτλος φαίνεται πως έχει μείνει στην εποχή του προκατόχου του, αγνοώντας σχεδόν όλα αυτά που μεσολάβησαν. Όσο όμορφα κι αν είναι τα γραφικά και όσο σταθερό είναι το frame rate, το Crackdown 3 απλά δεν δίνει αφορμή για επιστροφή στον κόσμο του, μετά τις 6-7 ώρες που χρειάζονται για την ολοκλήρωσή του. Το co-op είναι ένα δέλεαρ, το οποίο βέβαια είναι καλύτερο να το έχει επιλέξει κανείς από την αρχή, γιατί, αν όλα έχουν εξερευνηθεί, οι βόλτες και τα άλματα με έναν φίλο είναι αστεία, αλλά μέχρι εκεί. Είναι απλά ότι όλα όσα έχει να παρουσιάσει έχουν ήδη εμφανιστεί και σε καλύτερη εκτέλεση. Όπως για παράδειγμα το shooting με το εξαιρετικά γενναιόδωρο lock-on auto-aim ή το γεγονός ότι ενώ προσφέρεται πληθώρα όπλων, καταλήγουμε να χρησιμοποιούμε τα ίδια δύο, το πολύ τρία. Τα αυτοκίνητα που κυκλοφορούν στους δρόμους του New Providence είναι άφθονα, αλλά πρακτικά δεν υπάρχει σχεδόν κανένα όφελος από τη χρήση τους, αφού με τα πόδια ο χαρακτήρας φτάνει γρηγορότερα οπουδήποτε, αν υπολογίσει κανείς και το άφθονο verticality. Οι προαναφερθείσες αποστολές, το καστ, η ιστορία. Τίποτα δεν «λάμπει».
Και εν τέλει αυτή ακριβώς η γεύση μένει μετά την ενασχόληση με το Crackdown 3. Δεν είναι «κακό», είναι απλά ότι τα έχουμε ξαναδεί όλα και δη καλύτερα. Και επιμέρους, και συνολικά. Το κυνήγι των orbs απλά δεν είναι τόσο διασκεδαστικό εν έτει 2019 και επειδή η ίδια ακριβώς διαπίστωση δείχνει πως αναδύεται κάθε φορά που αναλογιζόμαστε όλες τις πτυχές του τίτλου. Έτσι, αναπόφευκτα έρχεται στο μυαλό το ερώτημα του κατά πόσο άξιζε η Microsoft να αφιερώσει προσπάθεια και πόρους για την ολοκλήρωση του τίτλου, μετά από τόσα χρόνια. Αλλά αυτό είναι ένα ερώτημα για μια άλλη συζήτηση...
Για την καλύτερη εμπειρία σου θα θέλαμε να σε παρακαλέσουμε να το απενεργοποιήσεις κατά την πλοήγησή σου στο site μας ή να προσθέσεις το enternity.gr στις εξαιρέσεις του Ad Blocker.
Με εκτίμηση, Η ομάδα του Enternity