Όπως λέει και το όνομά της, έχουμε μια οθόνη με διαγώνιο 29'', η οποία όμως δεν έχει τις διαστάσεις μια κανονικής 29άρας, καθώς το γεγονός ότι έχουμε ultra wide panel, κάνει την οθόνη σχετικά κοντή, με το ύψος του panel να βρίσκεται πιο κοντά σε αυτό μιας 23άρας οθόνης με αναλόγίες 16:9. Πρακτικά, το εμβαδό αντιστοιχεί με αυτό 1,5 23άρας οθόνης. Όσον αφορά στο panel, αυτό είναι -τυπικά για την LG- IPS με υψηλή ανάλυση λειτουργίας που ανέρχεται στα 2560x1080 pixel. Κατι ανάμεσα δηλαδή στις παραδοσιακές Full HD και τις qHD οθόνες. Η βάση στήριξης είναι τυπική για την κατηγορία, προσφέροντας τη δυνατότητα αλλαγής της κλίσης μπρος και πίσω. Θα θέλαμε σίγουρα ένα ρυθμιστικό ύψους, καθώς το παρεχόμενο μας φαίνεται σχετικά χαμηλό. Από πλευράς εισόδων, έχουμε στο πίσω μέρος 2 HDMI και μια Display Port, με το menu της οθόνης να προσφέρει τη δυνατότητα για side-by-side εμφάνιση περιεχομένου από δυο πηγές ταυτόχρονα, λειτουργώντας με οποιοδήποτε συνδυασμό. Το συγκεκριμένο μοντέλο δεν διαθέτει ηχεία, προσφέρει ωστόσο μια έξοδο ακουστικών, με το χρήστη να μπορεί να επιλέξει μέσα από το μενού από ποια πηγή εικόνας θα έρχεται ο ήχος. Σχεδιαστικά, η οθόνη είναι τυπική LG, με ελάχιστα περιθώρια στις τρεις από τις τέσσερις πλευρές. Κεντρικά και κάτω από το λογότυπο της εταιρείας βρίσκουμε και το μοναδικό ρυθμιστικό του menu, ένα μοχλό πέντε κατευθύνσεων που προσφέρει άνετη μετακίνηση και επιλογή των διαφόρων ρυθμίσεων, με το μενού να κρίνεται πλήρες, προσφέροντας μερικές ενδιαφέρουσες επιλογές όπως για παράδειγμα το reading mode που ρυθμίζει αυτόματα φωτεινότητα και contrast ώστε το αποτέλεσμα να είναι ιδανικό για ανάγνωση, με τη συγκεκριμένη επιλογή να ενεργοποιείται μέσω ειδικού πλήκτρου. Η επιλογή για το response time με τέσσερις σκάλες δεν διαφοροποιήσε ιδιαίτερα την απόκριση. Όσοι θέλουν να μειώσουν τη -μικρή ειναι η αλήθεια- κατανάλωση ενέργειας, έχουν τη δυνατότητα να επιλέξουν κάποιο από τα power saving modes, τα οποία όμως αυτόματα μειώνουν τη φωτεινότητα.
Οι γωνίες θέασεις ανέρχονται στις 178 μοίρες, τιμή ονοματική μεν που όμως παρατηρείται και στην πραγματικότητα. Σημαντικό πλεονέκτημα της οθόνης είναι και το γεγονός ότι χρησιμοποιεί anti-glare επίστρωση, κάτι που βοηθάει ιδιαίτερα σε χώρους με πολλούς περιβάλλοντες φωτισμούς, καθώς αυτοί δεν αντανακλώνται και έτσι δεν κουράζεται ο χρήστης. Σύμφωνα με την LG, τα panel είναι color calibrated κάτι που επιβεβαιώσαμε και με τις μετρήσεις μας με το Profile Maker 5, αφού δεν χρειάστηκε να αλλάξουμε την τιμή κάθε χρώματος μέσω των ρυθμιστικών για να πετύχουμε του 6500 βαθμούς Kelvin. Για όσους προβούν σε αγορά, οφείλουμε να πούμε ότι η βέλτιστη εικόνα επιτυγχάνεται ρυθμίζοντας τη φωτεινότητα στην τιμή 65 (όπου ανέρχεται στα 201cm/m2 με τη μέγιστη να είναι 241 cd/m2) και την αντίθεση στο 78, έχοντας ενεργοποιημένη τη ρύθμιση High για το Black Level και τη θερμοκρασία χρώματος στο Warm. Όλες αυτές οι ρυθμίσεις αφορούν χειροκίνητες παρεμβάσεις μέσα από το menu, με τις οθόνες πάντως να έχουν πλήθος από έτοιμα χρωματικά profil ανάλογα με τη χρήση. Όπως και να έχει, με τις βέλτιστες ρυθμίσεις έχουμε μέση χρωματική απόκλιση κατά Delta 2000 με τιμή της τάξης του 18. Το μαύρο είναι εξαιρετικό με απόκλιση 2.77 ενώ το λευκό έχει απόκλιση 20.79. Χρωματικά, το panel καλύπτει το 99% του sRGB color gamut, κάτι που θα εκτιμήσουν οι επαγγελματίες τις εικόνας. Από πλευράς ομοιογένειας της φωτεινότητας, παρατηρήσαμε ένα ελαφρύ backlight bleeding στην πάνω αριστερή γωνία, αλλά αυτό που μας έκανε εντύπωση είναι η εμφάνιση του φαινομένου του banding, κυρίως κατά την κλιμάκωση του γκρι. Βέβαια, αυτό παρατηρείται μόνο στο σχετικό τεστ και όχι κατά τη κανονική χρήση της οθόνης, ωστόσο έπρεπε να το αναφέρουμε.
Όσον αφορά τώρα στη χρήση της οθόνης, μπορούμε να πούμε ότι μας ικανοποίησε στις περισσότερες από τις καθημερινές λειτουργίες ενός χρήστη υπολογιστή. Το βασικό πλεονέκτημα είναι προφανώς το μεγάλο πλάτος της, το οποίο και επιτρέπει να έχουμε δίπλα δίπλα ανοιχτές δυο εφαρμογές, δυο παράθυρα του Internet browser κτλ. Επιπλέον, κατά τη θέαση ταινιών τα πράγματα είναι εξαιρετικά, καθώς είναι πραγματική απόλαυση θέασης Blu-ray περιεχομένου, χωρίς μαύρες μπάρες, αν και το συνολικό μέγεθος της οθόνης είναι μάλλον μικρό για να χρησιμοποιηθεί σαν βασικό μέσο προβολής ταινιών. Όσον αφορά στα παιχνίδια, εδώ είχαμε ανάμεικτες εντυπώσεις και αυτό γιατί δεν υποστηρίζουν όλα τη συγκεκριμένη ανάλυση. Το NBA 2K15 αρνήθηκε να λειτουργήσει και αναγκαστήκαμε να παίξουμε με αναλογίες 16:9 αφήνοντας την οθόνη να κάνει stretch την εικόνα. Άλλοι τίτλοι, όπως το Far Cry 4, το Tomb Raider και με το Metro: Last Light έπαιξαν χωρίς πρόβλημα, με το αποτέλεσμα να είναι καλύτερο απ' ότι σε μια τυπική οθόνη, αφού προσφέρεται μεγαλύτερο οπτικό πεδίο.
Το LG 29UM55-P είναι ένα ιδιαίτερο monitor που δεν απευθύνεται σε όλο τον κόσμο. Επαγγελματίες του video και κυρίως οι φίλοι του κινηματογράφου θα το βρουν ενδιαφέρον, ενώ ακόμα και οι gamers που αρέσκονται στο wide-screen gaming αξίζει να του ρίξουν μια ματιά. Ειδικά για τους τελευταίους, αποτελεί μια καλή λύση καθώς η κάρτα γραφικών δεν χρειάζεται να μετακινήσει πολύ περισσότερα pixels σε σύγκριση με τη χρήση μιας τυπικής Full HD οθόνης, με τη μεγάλη σε πλάτος εικόνα να προσφέρει σημαντικό πλεονέκτημα σε διάφορα παιχνίδια, κυρίως τα fps. Με κόστος που βρίσκεται λίγο πάνω από τα €300, μπορούμε να πούμε ότι είναι μια τίμια πρόταση που αξίζει κάποιος να της ρίξει μια ματιά, ειδικά αν θέλει κάτι το διαφορετικό.
Για την καλύτερη εμπειρία σου θα θέλαμε να σε παρακαλέσουμε να το απενεργοποιήσεις κατά την πλοήγησή σου στο site μας ή να προσθέσεις το enternity.gr στις εξαιρέσεις του Ad Blocker.
Με εκτίμηση, Η ομάδα του Enternity